3.9.13
Το θαμπό φωτοστέφανο της «καλής» αριστεράς.
Ένα από τα πολλά
(βαλκανικά) στοιχεία που διαμόρφωσαν το νεοελληνικό συλλογικό υποσυνείδητο,
είναι και το φωτοστέφανο με το οποίο περιβλήθηκαν οι αριστεροί στη χώρα μας.
Σωστοί και μη.
Ειδικά μετά το 1945.
Και κατά κόρον μετά το 1974.
Ένα φωτοστέφανο, πού ίσως κάποτε να το δικαιούνταν, λόγω
αγώνων, θυσιών, διώξεων, και φιλολαϊκής ιδεολογίας.
Αλλά που σήμερα δεν τους αξίζει σε καμία περίπτωση.
Και που εν πάση περιπτώσει έχει θαμπώσει, κυρίως από την
πολύ χρήση.
Οι εποχές άλλαξαν άρδην.
Το ίδιο και οι ιδεολογίες.
Το μόνο που δεν άλλαξε είναι η λανθασμένη θεώρησή μας
περί του ποιος κάνει καλό στη χώρα και ποιος όχι.
Επιστροφή στο παιδικό σου δωμάτιο…
Όταν δεν χωράς πλέον στο κρεβάτι σου.
Σχετικά με το τεράστιο κύμα επιστροφής των νέων στο
πατρικό τους.
Το έργο άρχισες να το ψυλλιάζεσαι εδώ και εβδομάδες.
Πρώτα ήταν η Κατερίνα.
Μετά ο Απόστολος και πάντα η ίδια αιτία.
«Δεν βγαίνω ρε παιδιά. Οι πωλήσεις έχουν πέσει. Αυτό το
γαμημένο το ΦΠΑ φταίει για όλα. Πόσα να κρύψω ο χριστιανός»;
Ένα πρωί ήρθε και η σειρά σου.
Πρωινό τηλέφωνο στο γραφείο σου και κάλεσμα στον
διευθυντή.
Ο ίδιος λυπημένος να εξιστορεί το πώς ξεκίνησε με τριάντα
δραχμές στην τσέπη, που έφτασε και πως κινδυνεύει να τα χάσει όλα.
Το συμπέρασμα γνωστό.
«Λυπάμαι ρε αγόρι μου αλλά δεν μπορούμε να συνεχίσουμε τη
συνεργασία μας. Απολύεσαι!»…
Πονηροί καιροί.
Το καλοκαίρι πέρασε χωρίς πολλές εκπλήξεις και μεγάλες
αναστατώσεις.
Η πολιτική και οικονομική ζωή κύλησε σχετικώς ομαλά.
Οι τουρίστες πλημμύρισαν τη χώρα, οι Έλληνες
κουτσά-στραβά πήγαν κάποιες διακοπές - έστω στα χωριά τους -, ο αγροτικός
τομέας απήλαυσε πλούσια παραγωγή και σε ορισμένες περιπτώσεις καλύτερες τιμές,
το κράτος μάζεψε και συνεχίζει να μαζεύει περισσότερους φόρους - την
περασμένη Παρασκευή οι φορολογούμενοι σχημάτιζαν ουρές στις τράπεζες για να
πληρώσουν φόρους -, τα αντιπολιτευόμενα κόμματα σχεδόν εσίγησαν στη θερινή
περίοδο, η χώρα γενικώς δεν εξέπεμπε εικόνα απόλυτης καταστροφής, όπως πολλοί,
εδώ και στο εξωτερικό, περιγράφουν.
Το φθινόπωρο λοιπόν μας βρίσκει σε καλύτερη θέση απ' ό,τι
στις αρχές του καλοκαιριού.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα θα έλθουν όπως φαίνεται, η
ύφεση, σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, περιορίζεται
στο 2,7% στο τρίτο τρίμηνο του έτους, ο Πρωθυπουργός παρακολουθεί συστηματικά
την εφαρμογή του προγράμματος και πιέζει ασφυκτικά τους υπουργούς, τα μεγάλα
έργα, όπως διαβεβαιώνει ο Μιχ. Χρυσοχοΐδης, μπαίνουν σε τροχιά εκτέλεσης, οι
διαρθρωτικές αλλαγές στο Δημόσιο «τρέχουν» και επίσης πολλές μεταρρυθμίσεις
έχουν ωριμάσει πλέον στη συνείδηση της κοινής γνώμης και ευκολότερα
εφαρμόζονται.
Οι βάρβαροι…
Στο κέντρο της πόλης του Αργούς.
Ο πατέρας, ευκατάστατος επιχειρηματίας, πυροβολεί στο
κεφάλι την 17χρονη κόρη του (με την οποία γευμάτιζε λίγες στιγμές πριν) και εν
συνεχεία αυτοπυροβολείται. Κάποιες μέρες αργότερα, υποκύπτει στα τραύματά του
ενώ ή άτυχη κοπέλα ακόμα χαροπαλεύει.
Με τον θάνατο του πατέρα βλέπει το φως της δημοσιότητας
το τελευταίο του σημείωμα όπου ο δράστης-αυτόχειρας ομολογεί πως επιχείρησε να
σκοτώσει την κόρη του, μόνο και μόνο για να εκδικηθεί την μητέρα της και σύζυγό
του η οποία, όπως θεωρούσε ο ίδιος, τον απατούσε.
Ένα αδιανόητο και πρωτοφανές έγκλημα πάθους ξεχωρίζει
αρνητικά μέσα σε έναν ωκεανό πολιτικό-οικονομικών ειδήσεων στην Ελλάδα της
κρίσης.
Για το ίδιο το συμβάν, το μόνο που μπορείς να κάνεις
είναι να ευχηθείς στην 17χρονη Ασπασία να καταφέρει να επιζήσει με όσο το
δυνατόν λιγότερες (σωματικές και ψυχικές) απώλειες.
Για νιοστή φορά όμως ακόμη και ένα τόσο τραγικά
πρωτόγνωρο περιστατικό γίνεται αφορμή για να διαπιστώσουμε πως ένα κομμάτι των
συμπατριωτών μας αποτελείται από αιμοσταγείς κανιβάλους.
Το βαθύ δημόσιο είναι ακόμη εδώ…
Είναι γνωστό εδώ και δεκαετίες ότι ο δημόσιος τομέας
πρέπει εκ βάθρων να αναδιαρθρωθεί και μάλιστα σε όλα τα επίπεδα: οργανωτικό,
οργανωσιακό, διοίκησης ανθρώπινου δυναμικού, κουλτούρας κλπ.
Όπως και να έχει, τέσσερα περίπου έτη από την στιγμή που
το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχασε την ευχέρεια να κυβερνά τη χώρα
δημιουργώντας ελλείμματα και δημόσιο χρέος –εν πολλοίς αλόγιστα χάριν της
αναπαραγωγής του– η διοικητική μεταρρύθμιση παραμένει στην πρώτη γραμμή του
δημόσιου λόγου.
Μένει όμως μόνον εκεί!
Ας δούμε κάποια απλά ερωτήματα: Τι σημαίνει «διοικητική μεταρρύθμιση»;
Τι προαπαιτούμενα έχει;
Πόσο χρόνο χρειάζεται;
Πού αποσκοπεί;
Ποιο το όραμα για το κράτος, τον διοικητικό μηχανισμό, το
πολιτικό σύστημα, τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας του;
Πού θέλουμε να βρισκόμαστε και πώς θέλουμε να δουλεύει το
κράτος, όχι αύριο, αλλά σε πέντε ή δέκα χρόνια από σήμερα;
Και αφού το ορίσουμε, πώς θα φτάσουμε εκεί;
Σε στρατηγικό και επιχειρησιακό επίπεδο τι πρέπει να
γίνει;
Ποιοι έχουν επιφορτιστεί και δουλεύουν για αυτό, με ποιο
χρονοδιάγραμμα, πού και πώς λογοδοτούν;
Ορίσαμε ποτέ κάποιους στόχους, εκτιμήσαμε τα αποτελέσματα
των ενεργειών μας, αναπροσαρμόσαμε τη δράση μας όπου ενδεχομένως χρειάστηκε;