20.1.16
Το κόκκινο πουλόβερ…
Σε αντίθεση με το «αδειανό πουκάμισο» του
Σεφέρη, το κόκκινο πουλόβερ ήταν γεμάτο την ημέρα εκείνη. Για την ακρίβεια,
ξέχειλο και ελαφρώς ξεχειλωμένο στην προσπάθειά του να ανταποκριθεί στις
διαστάσεις του εύσωμου άνδρα με την αρχοντική στομάχα. Μεγάλο του μέρος, δε,
εκαλύπτετο από σακάκι μάλλον πρασινωπού χρώματος, εν γένει απροσδιορίστου, όπως
μου είπε ο αυτόπτης μάρτυς της σκηνής. Σακάκι που ανταποκρινόταν στην
επισημότητα της περίστασης.
Η παρουσία του ανδρός δεν πέρασε απαρατήρητη. Η
επίσημη συνεδρίαση στην αίθουσα τελετών της Ακαδημίας Αθηνών είχε ήδη αρχίσει
από τις εφτά, οι δείκτες του ρολογιού έδειχναν οκτώ παρά είκοσι πέντε, όταν
στην κλειστή είσοδο ακούστηκε κάτι σαν χαρχάλεμα, ή γδούπος αρχοντικός. Ο
υπεύθυνος του πρωτοκόλλου ήρε τας πύλας και στην αίθουσα εμφανίστηκε το κόκκινο
πουλόβερ με τον φορέα του. Ο ομιλητής συνέχισε απτόητος την ομιλία του και το
συνολάκι διέσχισε την αίθουσα καθοδηγούμενος από τον πυλωρό για να πάρει θέση
στην πρώτη σειρά των καθημένων, καθότι επίσημος...
Σκυλιά που γαβγίζουν…
Οι αντιδράσεις του
ΣΥΡΙΖΑ για την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην προεδρία της Ν.Δ. ήταν
αναμενόμενες.
Σαν παιδιά που σφυρίζουν περνώντας από τον δρόμο
δίπλα στο νεκροταφείο για να διασκεδάσουν τον φόβο τους, οι αντιδράσεις ήταν
προβλεπόμενες. «Ο γιος του αρχιερέα της αποστασίας».
Λες και στη σημερινή κατάρρευση υπάρχει Ελληνας
που θα πει: «Καλός μοιάζει αλλά η στάση του πατέρα του το ’65 δεν ξεχνιέται».
«Ο γιος του γκαντέμη», λες και ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι γούρικο ορφανό που
θα τραβάει λαχεία. «Από τζάκι» λες και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που ο Τσίπρας
εκθειάζει, είναι συνωνυμία με το όνομα του Εθνάρχη.
Το μόνο σωστό είναι το «Τις ίδιες θέσεις που
εξέφραζε μπαίνοντας επικεφαλής της καμπάνιας του “Ναι” στο Δημοψήφισμα και στις
οποίες γύρισαν την πλάτη οι Ελληνες πολίτες στις πρόσφατες εκλογές», που είπε η
Ολγα Γεροβασίλη. Στα θερμοκήπια της Κουμουνδούρου το «επικεφαλής του “Ναι”»
προφανώς είναι κατηγορία. Αμφιβάλλω όμως αν υπάρχει έστω ένας που στο
δημοψήφισμα του Ιουνίου ψήφισε «Ναι» και σήμερα δεν είναι περήφανος που το
έκανε. Αντίθετα με αυτούς που ψήφισαν «Οχι», οι οποίοι το μόνο που κατάφεραν
ήταν να κάνουν τον Αλέξη Τσίπρα να δουλέψει για πρώτη φορά στη ζωή του 17
ώρες.
Είναι γλυκό το πιοτό της εξουσίας…
Μετάφραση της παραπάνω φράσης, είναι οι ορδές
αργόσχολων και επί το πλείστον αμόρφωτων να διορίζονται στο δημόσιο, με
μόνο και αποκλειστικό κριτήριο τη κομματική τους ταυτότητα.
Όταν μάθεις έναν ολόκληρο λαό να κάααθεται, όπως
λέει στην ατάκα του ο αείμνηστος Φωτόπουλος , δύσκολο τον σηκώνεις να πάει να
δουλέψει. Η εύκολη λύση το μέσο. Ποιόν θα παρακαλέσω; Που θα με βάλει; κ.α.
τέτοιου είδους συμπεριφορές.
Οι τρικλοποδιές από τους εκλεκτούς και πώς να τις αποφύγετε…
Πριν από λίγους μήνες, στο Διαρκές Συνέδριο
του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Αλέξης Τσίπρας δεν άφηνε περιθώρια παρεξηγήσεων όταν έλεγε:
«Αποσυμφορούμε το δημόσιο τομέα από τις στρατιές των συμβούλων και των
μετακλητών υπαλλήλων. Προωθούμε τη στελέχωση των γραφείων υπουργών, γενικών
γραμματέων και διοικητών από τις τάξεις των δημόσιων υπαλλήλων, της δημόσιας
διοίκησης. Ερχόμαστε να εμπιστευτούμε τη δημόσια διοίκηση, ανεξάρτητα από το σε
ποιο κόμμα ανήκει».
Δυο φορές αριστερά
μετά, ο
γραμματέας της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ Ιάσονας Σχινάς, ανατρέπει πραξικοπηματικά τις
διακηρύξεις του κ. Τσίπρα, που ακόμα ηχούν γοητευτικά στα αυτιά μας...
Να το φοβάσαι το ξύπνημα των μικρομεσαίων, Αλέξη...
Η σφαγιαστική πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση
στο φορολογικό και στο ασφαλιστικό μέτωπο, εις βάρος της μεγάλης παραγωγικής
βάσης της κοινωνίας και η οποία θα λάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις με τα
νομοθετήματα που προωθούνται, μπορεί να γίνει το τσουνάμι που θα την σαρώσει.
Αν στο Μαξίμου δεν το έχουν ακόμη αντιληφθεί, ας αρχίζουν να κοιτούν κατάφατσα
την πραγματικότητα.
Οι δικηγόροι βγήκαν ήδη στους δρόμους, οι
αγρότες ζεσταίνουν τις μηχανές των τρακτέρ και ετοιμάζουν μπλόκα, οι ελεύθεροι
επαγγελματίες, οι εμπορικοί και οι επιστημονικοί σύλλογοι, ο ένας μετά τον
άλλον αρχίζουν να "επαναστατούν" με την λαίλαπα που επιβάλλει στην
κοινωνία μία διακυβέρνηση που επιδεικνύει ρεβανσιστικές και τιμωρητικές
διαθέσεις απέναντι σε οποιονδήποτε προσπαθεί να διασφαλίσει μία αξιοπρεπή
διαβίωση για τον ίδιο και την οικογένειά του. Και που το μόνο που έχει στο
μυαλό της είναι η διάσωση της εκλογικής της πελατείας.
Κάποτε ήταν ένας δημοσιογράφος…
Κάποτε ήταν ένας δημοσιογράφος. Το «κάποτε»
τοποθετείται στο μακρινό 1989 – την σημαδιακή εκείνη χρονιά που έπεσε το Τείχος
του Βερολίνου. Εκείνη ακριβώς τη χρονιά ο δημοσιογράφος –με καταγωγή από την
εξωκοινοβουλευτική Αριστερά και μάλιστα το κινεζόφιλο κομμάτι της και με
πολύχρονη θητεία στα φοιτητικά αμφιθέατρα της μεταπολίτευσης ως εκπρόσωπος της
παράταξης του στο Κεντρικό Συμβούλιο της ΕΦΕΕ – έπιασε δουλειά σε μια πρωινή
εφημερίδα, μια εφημερίδα «όργανο του αστισμού» όπως θα έλεγαν και οι παλιοί του
σύντροφοι.
Μάλιστα, η πρόσληψη του αφορούσε την στελέχωση
ενός νέου ενθέτου που αφορούσε την οικονομία, την αγορά και τις επιχειρήσεις.
Το οικονομικό ένθετο σε χρώμα σομον – παρέπεμπε στις εκδόσεις των βρετανικών
εφημερίδων- είχε ανέλπιστη επιτυχία και κατάφερε να «εγκαθιδρυθεί» ως έγκυρη
έκφραση των ηγετικών ελίτ της οικονομίας και της αγοράς. Εν ολίγοις, ένα όργανο
του συστήματος όπως θα έλεγαν και οι νεαροί του ΣΥΡΙΖΑ…