Το ζήτημα των φοιτητικών παρατάξεων αποτελεί διαχρονικά σημείο
τριβής μεταξύ των φοιτητών- ιδιαίτερα αυτών που είναι οργανωμένοι σε τέτοιους είδους
μηχανισμούς, όπως ο γράφων- και μέρους του πολιτικού προσωπικού, ενώ ανά τακτά χρονικά
διαστήματα ανακινείται αποκαλύπτοντας τη σοβούσα διελκυστίνδα, η οποία σε ορισμένες
περιπτώσεις παίρνει τη μορφή ανοιχτής σύγκρουσης ανάμεσα στις αντιμαχόμενες πλευρές.
Αφορμή και πάλι για να «ξεσπάσει» ένας ανηλεής πόλεμος δηλώσεων
και αντεγκλήσεων στάθηκε η στάση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της ΝΔ, κ. Βορίδη,
ο οποίος με σπουδή διαδήλωσε κατά της ύπαρξης των φοιτητικών παρατάξεων, εξαπολύοντας
μύδρους για το ρόλο και τη σκοπιμότητα τους στους χώρους των Ανώτατων Ιδρυμάτων
της χώρας.
Είναι σαφές, ότι η δριμεία αυτή κριτική πέρα από το γενικό
και αφηρημένο μέρος της απέβλεπε και σε συγκεκριμένους αποδέκτες και ειδικότερα
στην φίλα προς τη ΝΔ προσκείμενη φοιτητική παράταξη, τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ.
Οι τελευταίοι δεν άφησαν την ευκαιρία να περάσει ανεκμετάλλευτη
και σηκώνοντας το γάντι, ανταπάντησαν με μια ομοβροντία δηλώσεων κυρίως μέσα
από τους χώρους κοινωνικής δικτύωσης, κατακεραυνώνοντας τον εκπρόσωπο της κυβερνητικής
πλειοψηφίας.
-Όταν το μέτρο χάνεται και κυριαρχεί η αμετροέπεια.
Κοινός τόπος και των δύο τοποθετήσεων είναι η λογική της
ακραίας λύσης.
Αίροντας μια διαχωριστική γραμμή, ο καθείς αποκλείει εξ ορισμού
ένα modus vivendi, δομημένο στην αρχή του συμβιβασμού και της αμοιβαίας υποχώρησης,
ώστε να επιτευχθεί ένα minimum consensus, που να ικανοποιεί αμφότερους.
Από τη μια, ο κ. Βορίδης, υπό το κράτος μιας απύθμενης
αλαζονείας και κόντρα στην επίσημη γραμμή-την οποία ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος
οφείλει να εκφράζει-, αποφασίζει να προσθέσει έναν ακόμη πονοκέφαλο στην Κυβέρνηση
και τον Πρωθυπουργό. Δίχως άλλο η λογική «πονάει κεφάλι, κόβει κεφάλι» είναι απορριπτέα.
Όταν κάτι δε λειτουργεί σωστά δεν το εκθεμελιώνεις, το επισκευάζεις και το βελτιώνεις.
Από την άλλη, η γαλάζια νεολαία έπραξε τα δέοντα, υπερασπιζόμενη
τη διαδρομή και τη συνεισφορά της, την οποία, παρά τις επιμέρους διαφορές και διαφωνίες
του καθενός, είναι τουλάχιστον άδικο να τη διαγράφει κανείς με μια μονοκοντυλιά.
Εκείνο όμως που χρήζει περαιτέρω διερεύνησης και σε τελευταία
ανάλυση πράγματι φανερώνει σημάδια παρακμής είναι αυτή η έλλειψη σοβαρότητας
από την πλευρά της «γαλάζιας» νεολαίας.
Εξηγούμαι: Είναι εξοργιστικό τον ίδιο άνθρωπο τον οποίο
καλείς στον παραταξιακό ραδιοφωνικό σταθμό και μάλιστα ορισμένα εκ των στελεχών-
έστω των χαμηλόβαθμων-, σε ρόλο διαπρύσιων προφητών, τον ανακηρύσσουν μέχρι και
αυριανό ηγέτη της Κεντροδεξιάς εκθειάζοντας τις ρητορικές και πολιτικές του ικανότητες,
την επομένη των δηλώσεων, που αντιστρατεύονται το παραταξιακό συμφέρον, να
επανατοποθετούν τις στερεότυπες ταμπέλες περί «ακροδεξιών» και άλλων συναφών
χαρακτηρισμών, εξακοντίζοντας τον ήδη στη λήθη της Ιστορίας- ήμαρτον!
Ορισμένες συμπεριφορές όχι μόνο δεν προσιδιάζουν στο χαρακτήρα
και το ήθος της παράταξης, αλλά πλήττουν ανεπανόρθωτα την εικόνα των στελεχών της.
Δε γίνεται, τρώγοντας λωτούς να λειτουργείς με τέτοιον μακιαβελικό
τρόπο.
Ας φιλτράρουμε τις σκέψεις μας δια της μεσότητος,
ας αποφεύγουμε τα ηχηρά, πιασάρικα, βαρύγδουπα συνθήματα και ας επικρατήσει νηφαλιότητα
και σύνεση.
-Ποιος έχει δίκιο;
Τα πρώτα χρόνια της κρίσης, που σάρωσε κυριολεκτικά τα πάντα
στο πέρασμα της και αποκάλυψε την οφθαλμαπάτη της Μεταπολίτευσης σε όλους τους τομείς,
από την οικονομία μέχρι τη διανόηση, θα ήταν αδύνατο να αφήσει ανέπαφη την κατάσταση
που επικρατεί στα Πανεπιστήμια.
Φυσικά, ήταν κοινό μυστικό, αλλά η αλαζονική αυταπάτη της
ακαδημαϊκής κοινότητας εν συνόλω άγγιξε το απόγειο της και άφησε να διαφανεί σε
όλο της το μεγαλείο η αποκρουστική γύμνια της.
Από όλο αυτό το ζοφερό σκηνικό, οι φοιτητικές παρατάξεις δεν
θα μπορούσαν να μείνουν αλώβητες, χωρίς διάκριση και χωρίς προσπάθεια καταλογισμού
ευθυνών στην καθεμία, ο οποίος σε κάθε περίπτωση είναι ετεροβαρής.
Όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιστάσεις, όσο περισσότερο
φωτίζεται η πολύπτυχη αποσάθρωση ενός δυσώδους και σκοτεινού συστήματος διαφθοράς,
διαπλοκής, εναγκαλισμού των συμφερόντων και υπόγειων διαδρομών, τόσο περισσότερο
οι εμπλεκόμενοι σπεύδουν να αποποιηθούν των ευθυνών τους και να προσάψουν κατηγορίες,
εγκαλώντας οποιονδήποτε άλλον εκτός του εαυτού τους.
Κι επειδή πράγματι είναι προς το συμφέρον όλων να αλλάξει
η κατάσταση στα Πανεπιστήμια της πατρίδας μας, είναι πασίδηλο ότι όλοι μας οφείλουμε
να αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν.
Και κομμάτι αυτής της ευθύνης φέρουν αναφανδόν και οι φοιτητικές
παρατάξεις- και πάλι δεν υπεισέρχομαι σε ζητήματα καταλογισμού της ευθύνης.
Ασφαλώς και ο φοιτητικός συνδικαλισμός όταν εντάσσεται σε
ένα υγιές και καθορισμένο πλαίσιο δεν αποτελεί απόστημα αλλά ζωντανό κύτταρο της
ακαδημαϊκής ζωής. Είναι πανθομολογούμενο όμως ότι κάπου στη μέση του δρόμου ο φοιτητικός
συνδικαλισμός έχασε, κατά το κοινώς λεγόμενον, τη μπάλα και επιδόθηκε σε έργα
και πράξεις αναντίστοιχες προς την αποστολή και τον ρόλο με τον οποίον ήταν επιφορτισμένος.
Επομένως, είναι άτοπο να απαντηθεί το ερώτημα «ποιος τελικά
έχει δίκιο» σε αυτή τη διαμάχη. Ορθότερον, θα ήταν να διατυπώσουμε το ερώτημα «τι
δέον γενέσθαι».
-Εντοπισμός παθογενειών.
Αφορμή για τις παρακάτω διατυπωθείσες απόψεις και τροφή για
ορισμένες σκέψεις αποτέλεσε το κείμενο του διαδικτυακού φίλου και εξαίρετου αρθρογράφου
στο antinews, Αστυάνακτος Καυσοκαλιβύτου («Ιδεολογικοπολιτική ζύμωση στα καλντερίμια
της μπουζουκοκατάνυξης…»).
Πρόκειται για ένα αφήγημα, με σκωπτικό ύφος και επικριτικό
τόνο, το οποίο στηλιτεύει τα κακώς, κατά τον αρθρογράφο, κείμενα της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ.
Είναι βέβαιο ότι σε αρκετά σημεία διαφωνώ, αλλά προσπάθησα
να δω χιουμοριστικά την εν λόγω ανάρτηση και να εξάγω χρήσιμα συμπεράσματα.
Και σίγουρα, είναι προτιμότερη αυτή η κριτική από άλλες με
το γνωστό αυχμηρό ύφος τους.
Αρχικά, είναι αδιανόητο για οποιαδήποτε παράταξη που σέβεται
τον εαυτό της, την ιστορία της, τις Ιδέες της, την αισθητική της αλλά και την αισθητική
των άλλων να τοποθετεί το έμβλημα της σε αφίσα άνωθεν «λαϊκών αηδών».
Και επειδή η συγκεκριμένη περίπτωση δεν αναφέρεται σε μια
τυχαία ΔΑΠ, αλλά αυτήν της Ιατρικής, είναι τουλάχιστον κατάντημα να φιλοξενούνται
στο ίδιο χαρτί το έμβλημα της οργάνωσης και η φάτσα του συμμετέχοντος στα φεστιβάλ
της ΚΝΕ Βουρλιώτη.
Εξάλλου, όπως έχει πει κι ο Γάλλος πολιτικός Φρανσουά Μιτεράν
«πολιτική είναι διαχείριση των συμβόλων». Και ο ελληνικός λαός ζει και τρέφεται
από σύμβολα, άρα καλό θα ήταν να μην τα βεβηλώνουμε στριμώχνοντας τα οπουδήποτε.
Και για να μην παρερμηνευθούν τα γραφόμενα. Προσωπικά, αδιαφορώ
για το αν η διασκέδαση σε οποιοδήποτε μέρος (μπουζούκια, κλαμπ, θέατρο κτλ) γίνεται
στο πλαίσιο μιας πολιτικής οργάνωσης.
Η παράταξη έχει ερείσματα σε κατεξοχήν νέους ανθρώπους, οι
οποίοι έχουν ανάγκη και από τη διασκέδαση. Ο τρόπος που αυτή θα λάβει χώρα είναι
θέμα αισθητικής και προσωπική επιλογή, που δε δεσμεύει την παράταξη, ούτε τα μέλη
της.
Υπάρχει μεν μια αμφίδρομη σχέση, αλλά αυτή μπορεί σε ορισμένες
περιπτώσεις να διαρραγεί.
Επιπλέον, οι εκδηλώσεις αυτές αποσκοπούν πολλές φορές στην
οικονομική αυτοτέλεια της παράταξης και στην απεξάρτηση της από ποικιλώνυμα συμφέροντα.
Ξεχωριστή ενότητα βεβαίως επί του θέματος είναι η διαφάνεια και η αδιαβλητότητα
της οικονομικής διαχείρισης, αλλά αυτό αποτελεί θέμα για άλλο σημείωμα.
“Η μονογραφία «Πολιτική πέρα από την Αφισσοκόλληση: μια
επαναστατική θεώρηση για την Κεντροδεξιά»” σχολιάζει επικριτικά ο φίλος Αστυάναξ
και ίσως σε αυτόν τον χιουμοριστικό τίτλο να ενυπάρχουν αρκετά μεγάλα ψήγματα αλήθειας.
Έχω διερωτηθεί άπειρες φορές, αν επιχειρούσα να θέσω ένα
απλό αλλά καίριο ερώτημα δειγματοληπτικά σε ένα σύνολο μέσων ΔΑΠιτών για την ιδεολογία
της Κεντροδεξιάς, την ιστορική της διαδρομή, την προοπτική της στο διάβα του 21ου
αιώνα και την ελληνική ιδιαιτερότητα, τι είδους απαντήσεις θα συγκέντρωνα.
Έστω βρε αδερφέ, τις διαφορές εθνισμού και εθνομηδενισμού
(είναι χρήσιμο στις αντιπαραθέσεις με τους αριστεριστές γαρ).
Εξίσου κάμποσες φορές έχω αναρωτηθεί αν υπάρχει μια έστω
επιδερμική επαφή με κείμενα κλασσικών διανοητών του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού
αλλά και με κείμενα που να ανάγονται στις ιδιαίτερες απαιτήσεις, προτάγματα και
ανησυχίες της ελληνικής σκέψης, αρχής γενομένης από τα ευεργετικά νάματα της γενιάς
του ’30 (Σεφέρης, Ελύτης, Θεοτοκάς κτλ) με τα οποία θα γονιμοποιηθεί ο σύγχρονος
προβληματισμός και θα μετασχηματισθεί ο αναχρονιστικός πυρήνας της Μεταπολίτευσης.
Μην αναρωτιόμαστε όμως γιατί ένας μέσος ΔΑΠίτης υπόκειται
σε εξευτελιστική ήττα από έναν μέσο ΕΑΑΚίτη στο πλαίσιο πολιτικής αντιπαράθεσης
και παράλληλα δεν μπορεί να σταθεί με αξιώσεις σε μια σοβαρή συζήτηση βάσει έλλογων
επιχειρημάτων και αρχών.
Είναι προφανές ότι η αφισοκόλληση ή το μοίρασμα φυλλαδίων
δεν είναι κάτι υποτιμητικό και ταπεινωτικό γι’ αυτόν που το κάνει- καλό θα ήταν
μάλιστα να το κάνει κανείς καμιά φορά στη ζωή του για να μην τα βλέπει και τα κρίνει
όλα αφ’ υψηλού. Άλλωστε, κάποιος μπορεί να το θεωρήσει καμίνευση στον κόσμο της
άτεγκτης κοινωνίας.
Λυπάμαι, όμως, που θα στεναχωρήσω κάποιους αλλά το πολιτικό
γίγνεσθαι ούτε αρχίζει ούτε τελειώνει στην αφισοκόλληση. Και φυσικά… ούτε στο
παρατεταμένο χειροκρότημα. Και μην ξεχάσω και το παραγοντιλίκι. Αυτά.
-Τι δέον γενέσθαι;
Θα απορήσει κανείς τι μου ‘ρθε αίφνης να ασχοληθώ τόσο διεξοδικά
με το φάκελο «ΔΑΠ» -ενώ ανήκω σ’ αυτήν- και σε ορισμένα σημεία γίνομαι ίσως λίγο
πιο αιχμηρός. Η στάση μου αυτή εδράζεται στο γεγονός ότι η ΔΑΠ είναι η μόνη ίσως
παράταξη, η οποία παρά τις επιμέρους παθογένειες είναι ικανή να αντιστρέψει την
κατατρακύλα στα Πανεπιστήμια, φυσικά συνεπικουρώντας την συντεταγμένη Πολιτεία,
αφού πρώτα βρει τη βούληση να επιδιορθώσει τα δικά της μειονεκτήματα.
Άλλωστε, οι υπόλοιπες παρατάξεις αποκλείονται συλλήβδην
από το κάδρο αναδιάταξης και ανασυγκρότησης της ακαδημαϊκής ζωής, περιχαρακωμένες
στις ιδεοληψίες και τις αγκυλώσεις τους. Επιπλέον, οι επερχόμενες εκλογές για την
ανάδειξη νέου Προέδρου της ΟΝΝΕΔ, είναι μια σημαντική ευκαιρία το πλοίο να αλλάξει
ρότα και να κινηθεί σε άλλα νερά. Αρκεί να την εκμεταλλευτεί και να αλλάξει σελίδα.
Το τι φταίει και τι πρέπει να αλλάξει είναι μια μεγάλη συζήτηση,
η οποία θα πρέπει να πυροδοτηθεί στους κόλπους της παράταξης. Με παρρησία και κοινή
λογική, μακριά από διχαστικές τάσεις και σκοπιμότητες, πρέπει να ανοίξει ένας ουσιαστικός
διάλογος, ο οποίος να περιλαμβάνει διεργασίες και ζυμώσεις στη βάση της παράταξης
κι όχι σε επίπεδο κορυφής, διότι αναπόδραστα θα καταλήξουμε στα ίδια και χειρότερα.
Προμετωπίδα της νέας προσπάθειας πρέπει να είναι η ιδεολογική
συγκρότηση και η αναβάθμιση του ιδεολογικού οπλοστασίου.
Σε πρώτο πλάνο πρέπει να τεθεί η παραγωγή πολιτικής σκέψης
και να αποκλειστεί διαρρήδην η διαχειριστική και επικοινωνιακή προσέγγιση, η οποία
δεν έχει καμία ανταπόκριση τις πλατιές μάζες φοιτητών και νεολαίας.
Και η ανάγκη αυτή καθίσταται πιο αδήριτη, εάν συνεκτιμήσουμε
δύο στοιχεία: Πρώτον, οφείλει να μας προβληματίσει πως είναι δυνατόν η ΔΑΠ-ΝΔΦΚ
να είναι η πρώτη και διαχρονική δύναμη στις φοιτητικές εκλογές, σαρώνοντας σε ποσοστά,
ενώ ταυτόχρονα τα ποιοτικά στοιχεία των τελευταίων εκλογών στην επίμαχη ηλικιακή
κατηγορία αποκαλύπτουν ότι το κόμμα στο οποίο πρόσκειται φυλλοροεί, καταλαμβάνοντας
πανηγυρικά την τελευταία θέση.
Επιπρόσθετα, πρέπει να μας απασχολήσει ιδιαίτερα για έναν
ακόμη λόγο, ο οποίος είναι πολύ πιο ουσιαστικός από τον προηγούμενο.
Η απουσία και ανεπάρκεια ιδεολογικής πλατφόρμας αποτέλεσε
εφαλτήριο, ώστε μεγάλες μάζες να μεταπηδήσουν ανενδοίαστα σε παρατάξεις στα άκρα
του πολιτικού φάσματος.
Η χρόνια απουσία ιδεολογικοπολιτικής ζύμωσης ξεγύμνωσε την
παράταξη από επιχειρήματα και απτές, αντιτάξιμες λύσεις εμπρός στην επέλαση
των δύο άκρων, που συνθλίβουν την όποια μετριοπαθή φωνή.
Σε τελευταία ανάλυση, οι ιδεολογίες χαρτογραφούν για χάρη
μας τον πολιτικό και κοινωνικό κόσμο.
Η Ιδεολογία διαφέρει από την Πολιτική είναι ,όμως, αναγκαία
στην Πολιτική.
Η Ιδεολογία είναι η πρώτη ύλη για την Πολιτική και όπως εύγλωττα
και εύστοχα έχει λεχθεί «Πολιτική χωρίς Ιδεολογία είναι σκάφος χωρίς πυξίδα».
-Αντί επιλόγου…
Κλείνοντας, θα ήθελα να κάνω ιδιαίτερη μνεία στη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ
Νομικής Αθηνών, η οποία αποτελεί από τις ελάχιστες εξαιρέσεις στα ακαδημαϊκά δρώμενα
πανελλαδικώς που δίνει καθημερινή μάχη για την εύρυθμη και απρόσκοπτη λειτουργία
της σχολής έχοντας να αντιπαλέψει μια συσσώρευση προβλημάτων και εμποδίων.
Παρά ταύτα και σε μια σχολή παραμελημένη στο θέμα της τάξης
και της ασφάλειας, αγωνίζεται και υπερπηδά τα όποια προσκόμματα.
Συνοψίζοντας λοιπόν όλα τα παραπάνω είμαι απόλυτα πεπεισμένος
ότι τέτοιες κριτικές σαν κι αυτές του κ. Βορίδη είναι μεν αφοριστικές, αλλά παράλληλα
δίνουν λαβή για μια σοβαρή ενδοσκόπηση και ειλικρινή αυτοκριτική, ώστε να εξουδετερωθεί
η όποια κατάφωρη κατηγορία προσάπτεται.
Ακόμα κι αν το κείμενο δυσαρεστήσει ή κάποιοι προτιμήσουν
να κλείσουν τα μάτια και να κωφεύσουν στα κελεύσματα των καρών, «μέσα στη θλίψη
της απέραντης μετριότητας που μας πνίγει από παντού, παρηγοριέμαι ότι κάπου, σε
κάποιο καμαράκι, κάποιοι πεισματάρηδες αγωνίζονται να εξουδετερώσουν τη φθορά…» .
Γιώργος Κωνσταντόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου