Το ότι κάτι αποτελεί κοινοτυπία δε σημαίνει ότι δεν είναι
και αλήθεια.
Συνήθως μάλιστα είναι αλήθεια, όχι πάντα βέβαια - και οι
κοινοτυπίες που επιπλέον είναι και αναληθείς είναι ιδιαιτέρως εκνευριστικές,
αλλά αυτό είναι άλλο ζήτημα και επειδή δε θέλω να μακρηγορώ πάω αμέσως στο
προκείμενο: Η κοινοτυπία που ενδιαφέρει το παρόν κείμενο είναι αυτή της ανάγκης της πολιτικής αλλαγής.
Ή αν θέλετε, του λεγόμενου «τέλους της Μεταπολίτευσης».
Ή, για να πάμε στην ουσία χωρίς να μένουμε στις ταμπέλες,
η ανάγκη που έχει η χώρα που λέγεται Ελλάδα και οι άνθρωποι που την κατοικούν
και συναποτελούν την κοινωνία της, να αποκτήσει ένα νέο πολιτικό σύστημα,
κατάλληλο όχι μόνο να ξεκολλήσει το κάρο απ’ τη λάσπη της τεράστιας κρίσης που
περνά, αλλά να την οδηγήσει γερά, με επάρκεια και με συνέπεια στις επόμενες
δεκαετίες.
Γιατί (και αυτό είναι επίσης κοινός τόπος αλλά επίσης
αληθινός) η κρίση σε πολιτικό επίπεδο δεν έκανε τίποτα άλλα απ’ το να αναδείξει
μια ώρα αρχύτερα τις κραυγαλέες ανεπάρκειες του πολιτικού μας συστήματος τόσο
σε επίπεδο προσώπων όσο και σε επίπεδο θεσμών.
Κάπως έτσι, έχει ξεκινήσει εδώ και λίγο καιρό,
τουλάχιστον από τότε που μπήκε η χώρα μας στο μνημόνιο, και μαζί μ’ αυτό
ξεκίνησε η αποδόμηση (σε ορισμένες περιπτώσεις με χαρακτηριστικά κατάρρευσης)
του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος, μια ιδιαίτερη και υπόγεια κούρσα: Αυτή
της έγκαιρης και πετυχημένης πολιτικής αλλαγής.
Ιδιαίτερη επειδή δεν είναι συνηθισμένη, δεν αλλάζει το
πολιτικό τοπίο εκ βάθρων κάθε μέρα.
Υπόγεια επειδή η τρέχουσα επικαιρότητα την «σκεπάζει»
συνεχώς.
Και επειδή λίγοι συνειδητοποιούν πλήρως το «έπαθλο» του
νικητή: Την πολιτική ηγεμονία για πολλά χρόνια (ίσως και δεκαετίες) στο μέλλον,
μαζί με την ανάλογη υστεροφημία.
Μέχρι τώρα αυτή η κούρσα τι μας έχει δώσει ως καινούργια
μορφώματα που «κλέβουν ψήφους» από το παλιό κομματικό δυναμικό;
Τη Χρυσή Αυγή, τους Ανεξάρτητους Έλληνες, μαζί και το
«νέο» ΣΥΡΙΖΑ που ελάχιστη σχέση έχει με τον παλιό τόσο σε επίπεδο αριθμού όσο
και ανθρωπογεωγραφίας ψηφοφόρων.
Ενδεχομένως σ’ αυτούς να προσθέσει κανείς τη ΔΗΜΑΡ, αν
και οι εκλογικές τις επιδόσεις δεν έχουν τίποτα το τόσο ριζοσπαστικό όσο οι
παραπάνω σχηματισμοί, πάνω-κάτω την ψηφίζουν οι ανέκαθεν συμπαθούντες αυτήν,
ίσως ελαφρά προσαυξημένοι με κάποιους διαμαρτυρόμενους ψηφοφόρους που απλώς
είναι λιγότερο «εξτρίμ» από τους ψηφοφόρους των ανωτέρω.
Στον αντίποδα έχουμε τη διαφαινόμενη εξαφάνιση του ΠΑΣΟΚ,
που επί του παρόντος απλώς επιβιώνει καθώς τα μέλη και οι φίλοι του είναι όσοι
και οι ψηφοφόροι του (σπανιότατο παγκοσμίως το φαινόμενο, αλλά ευεξήγητο. Δείτε
κι αυτό: Το Πασόκ να κερδάει...), μαζί με τη
συρρίκνωση της ΝΔ που παρά το ότι παρέμεινε πρώτο κόμμα, εντούτοις είναι φανερό
ότι δεν τραβάει ως σύνολο και ότι αποτυγχάνει να εμπνεύσει ακόμα και τους
παραδοσιακούς φίλους της.
Το ΚΚΕ πάλι, αν και ανέκαθεν περιχαρακωμένο (άρα καθόλου
ευάλωτο σε φαινόμενα εκλογικής κατάρρευσης) σημειώνει τα χαμηλότερα ποσοστά του
εδώ και δεκαετίες μένοντας στη γωνία σε μια εποχή τεκτονικών αλλαγών.
Αυτά σε αδρές γραμμές, αφήνοντας απ’ έξω άλλους νεοπαγείς
(ή περίπου) σχηματισμούς (π.χ. Δράση, Οικολόγοι, Τζήμεροι κλπ) που επί του
παρόντος τουλάχιστον έμειναν στα εκλογικά ρηχά και δεν επηρεάζουν σοβαρά τις
όποιες αλλαγές – άλλο που τίποτα δεν μπορεί να αποκλείσει κανείς για το μέλλον
– ειδικά σε συνθήκες τέτοιας πολιτικής ρευστότητας.
Λοιπόν, ας επιχειρήσουμε μια πρώτη αποτίμηση: Άραγε
κέρδισε κανείς το βραβείο που λέγαμε;
Για ΧΑ και ΑΝΕΛ, κανείς με τα μυαλά στο κεφάλι του δε θα
στοιχημάτιζε ούτε δεκάρα.
Μιλάμε προφανέστατα για κινήματα σκέτης και απλοϊκής (για
να μην πω κάτι βαρύτερο) διαμαρτυρίας που είναι γεννήματα της κρίσης, θρέφονται
απ’ αυτήν και είναι καταδικασμένα να πεθάνουν μετά από αυτήν – αν όχι νωρίτερα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ διαφέρει ελαφρώς διότι αν μη τι άλλο αυτός είχε
ήδη έναν υφιστάμενο κομματικό μηχανισμό με «κανονικά» στελέχη, ενώ είναι ο
μόνος σχηματισμός που επιχείρησε μια κάποια ανανέωση σε επίπεδο προσώπων.
Ωστόσο κι αν ακόμα κάποια στιγμή πήγε να πείσει αρκετό
κόσμο ότι ως «νέος» ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κομίσει κάτι νέο στην ελληνική πολιτική
σκηνή, οι λόγοι και κυρίως οι πράξεις του διέψευσαν αυτές τις προσδοκίες σε
χρόνο ρεκόρ.
Ήδη οι πάντες πλην των (περισσότερο ή λιγότερο
αγανακτισμένων) ψηφοφόρων του αντιλαμβάνονται πως ουδέν το νέο κομίζει.
Αντίθετα, όλες οι κακές και ξεπερασμένες πρακτικές της
μεταπολίτευσης είναι εδώ και μάλιστα έχοντας κακοφορμίσει.
Εδώ είναι ο στείρος αντιπολιτευτικός λόγος, εδώ είναι ο
τραμπουκισμός της κάθε οργανωμένης μειοψηφίας, εδώ είναι οι κομματικές
επετηρίδες, εδώ είναι τα πάσης φύσεως μικροσυμφέροντα.
Αντιθέτως, δεν υπάρχει πουθενά μεταρρυθμιστικός λόγος,
δεν υπάρχει πουθενά ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση.
Οι εξαιρέσεις εντός του, απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Γι' αυτό εξάλλου ο ΣΥΡΙΖΑ χτύπησε
αυτό που αποκαλείται “δημοσκοπικό Ταβάνι” και βρίσκεται κάπου μεταξύ 25-30%.
Και δεν είναι μόνο αυτό το
πρόβλημά του.
Κι αν ακόμα βγει πρώτο κόμμα
δεν έχει πλέον ούτε αξιόπιστους (βλ. Τους ΑΝΕΛ) ούτε αρκετούς συμμάχους (το ΚΚΕ
ούτε να ακούσει θέλει γι' αυτούς, όχι να συμμαχήσει) για να κάνει κυβέρνηση.
Γιατί η στεγνή διαμαρτυρία
μέχρι εκεί σε πάει, έχει κι αυτή το “ταβάνι” της.
Στο δια ταύτα λοιπόν…
Πρώτο συμπέρασμα: Η κούρσα για το βραβείο της (έγκαιρης
και πετυχημένης) πολιτικής αλλαγής δεν έχει τελειώσει. Ίσως μάλιστα μόλις να
άρχισε – ο θάνατος του παλιού δε συνεπάγεται την αυτόματη γέννηση του καινούργιου.
Ας ρίξουμε μια ματιά και στην άλλη πλευρά, τη συμπολιτευόμενη:
Για τη ΔΗΜΑΡ τα είπαμε, δεν μπορεί σοβαρά να θεωρηθεί κάτι καινούργιο.
Στην καλύτερη περίπτωση είναι ένας ΣΥΡΙΖΑ λιγότερο
έξαλλος, κάπως πιο «ευπρεπής» αλλά και με (πολύ) λιγότερη επιρροή.
Το ΠΑΣΟΚ πάλι περιμένει υπομονετικά τον οριστικό του θάνατο
– κάποιοι ελπίζουν ίσως σε νεκρανάσταση αλλά αυτά τα θαύματα μόνο ένας Θεός
μπορεί να τα κάνει. Στην πραγματικότητα ότι εξέφραζε το ΠΑΣΟΚ του 40% έχει είτε
πια πεθάνει ως στόχος και ως ουτοπία είτε, πολύ απλά, έχει προδοθεί από το ίδιο…
και το χειρότερο; Το ξέρουν πια οι πάντες.
Και η λεγόμενη «Ευρωπαϊκή» κεντροαριστερά που ιδεατά θα
συμπεριλάμβανε το χώρο του σημερινού ΠΑΣΟΚ, της ΔΗΜΑΡ και ενδεχομένως και του
ΣΥΡΙΖΑ;
Καλή και ευκταία στη θεωρία, αλλά οι πιθανότητες γι’
αυτήν ρεαλιστικά είναι ελάχιστες, τουλάχιστον σήμερα.
Δεν είναι μόνο η πολυδιάσπαση του χώρου, δεν είναι μόνο η
(σε παγκόσμιο επίπεδο εξάλλου) δυστοκία του χώρου αυτού να αυτοπροσδιοριστεί
ιδεολογικά με επάρκεια, είναι επιπλέον και η εξόφθαλμη έλλειψη μιας ηγετικής
φυσιογνωμίας ικανής να ενώσει και ΚΥΡΙΩΣ να ανανεώσει το χώρο αυτό.
Τι έμεινε;
Η ΝΔ του Σαμαρά, έννοιες όχι απολύτως συμβατές μεταξύ
τους, αυτό το ξέρουν όλοι οι παροικούντες στην Ιερουσαλήμ.
Που με κάποιο μαγικό σχεδόν (αλλά ευεξήγητο επίσης) τρόπο
όμως, ο Σαμαράς αποτέλεσε πλεονέκτημα για το κόμμα του ακριβώς επειδή δεν του
ταίριαζε απολύτως. Για να το πούμε αλλιώς: Επειδή θεωρήθηκε ως μη καθαρός ή
κλασικός (γλιτσερός) νεοδημοκράτης (και μεταξύ μας, έτσι είναι), αυτό
λειτούργησε ως πλεονέκτημα, και γι’ αυτόν και για το κόμμα του.
Που ψηφίστηκε και που προτιμάται ακόμη και από μη
νεοδημοκράτες.
Τόσο στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, όσο και στη δημοσκοπική
πορεία του ως σήμερα.
Μπορεί όμως αυτό να συνεχίζεται εσαεί;
Απαντώ μονολεκτικά: Όχι.
Θα λειτουργεί κάπως όσο κανείς δεν κερδίζει το έπαθλο που
λέγαμε.
Μόλις (και όταν) όμως αυτό συμβεί τότε ο Σαμαράς θα
αρχίσει να φαίνεται στους πάντες – και στους υποστηρικτές του - ως το άλλοθι
ενός θλιβερά παλαιοκομματικού και φθαρμένου οργανισμού, όπως πράγματι είναι
(και) το κόμμα του.
Αν λοιπόν
επιθυμεί να το αποφύγει αυτό, θεωρώ ότι δεν έχει καμία επιλογή πλην του να το
αλλάξει, και μάλιστα ΕΚ ΒΑΘΡΩΝ.
Μια πρόχειρη ματιά στην καθημερινή ειδησιογραφία μας
δείχνει ότι αυτό το έχει υπόψη του, προβληματίζεται όμως για το πότε.
Διαβάζω ότι υπάρχει το επιχείρημα ότι οι ώρες είναι τόσο
κρίσιμες συνολικά που δεν είναι ώρα να γίνουν μεγάλες και εκ βάθρων αλλαγές.
Προσωπικά συμφωνώ εν μέρει, πράγματι οι ώρες και οι μέρες
είναι κρίσιμες και ο κανόνας είναι όντως να μην επιχειρούνται μεγάλες αλλαγές
σε τέτοιες στιγμές.
Πλην όμως δεν υπάρχει η πολυτέλεια αναμονής για καλύτερες
εποχές.
Ούτε για τον Σαμαρά, ούτε για τη ΝΔ, ούτε για τη χώρα.
Και εν πάση περιπτώσει η χώρα θα προχωρήσει με ή χωρίς Σαμαρά, με ή χωρίς ΝΔ. Όπως προχωρήσει
τέλος πάντων…
Για να το κλείνω σιγά – σιγά πάω στο διά ταύτα: Εγώ (που
σημειωτέον, δεν ψήφισα ποτέ ούτε ΝΔ, αλλά ούτε και ΠΟΛΑΝ παλιότερα) εύχομαι το
έπαθλο που λέγαμε να το κερδίσει κάποιος ο οποίος είναι ικανός να δημιουργήσει
κάτι στέρεο και ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ καινούργιο όσο πιο άμεσα γίνεται – κάτι που με τη
σειρά του θα «αναγκάσει» και τους υπόλοιπους να ακολουθήσουν.
Και πραγματικά δε βλέπω κανέναν να μπορεί να το κάνει
αυτό – απλώς για τον Πρωθυπουργό βλέπω ένα παράθυρο ευκαιρίας που ΙΣΩΣ είναι
αρκετό.
Μακάρι να έβλεπα ένα, έστω μικρότερο παράθυρο στη
λεγόμενη κεντροαριστερά ή στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν το βλέπω, όχι τώρα τουλάχιστον.
Και όσο το έπαθλο της πολιτικής ανανέωσης δεν το κερδίζει
κανείς, χάνει η χώρα, χάνουμε όλοι εμείς.
Και είναι πραγματικά κρίμα.
Ίδωμεν λοιπόν!
Ιδού η μεγάλη ευκαιρία του Σαμαρά.
Θα την αρπάξει;
Fingers crossed που λένε και
οι Αγγλοσάξονες, αλλά επίσης συν Αθηνά και χείρα κίνει, που έλεγαν και οι
Αρχαίοι ημών πρόγονοι.
Και το τελευταίο πάει σε όλους μας!
Ο Παραβάτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου