Η προβολή της ταινίας «Χάννα Άρεντ» συμβάλλει αυτές τις
μέρες στον διάλογο γύρω από την ευθύνη των υποστηρικτών της Χρυσής Αυγής και
γενικότερα στον διάλογο γύρω από την ευθύνη του πολίτη.
Όπως είναι γνωστό, η Χάννα Άρεντ αναλύει την αντίληψη της
«ευτέλειας του Κακού» στο βιβλίο της «Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ» (1963) το οποίο
προέκυψε από την κάλυψη της δίκης του Άιχμαν για λογαριασμό του περιοδικού «Νew
Yorker».
Να γιατί νομίζω ότι αυτή η ανάλυση είναι ιδιαίτερα
χρήσιμη στη σημερινή Ελλάδα.
Στην Ιερουσαλήμ, ο εγκληματίας πολέμου Άντολφ Άιχμαν
τοποθετήθηκε σε γυάλινο κουβούκλιο, όπως, στην κινηματογραφική μυθοπλασία, ο
Χάνιμπαλ Λέκτερ φιμώθηκε και ακινητοποιήθηκε με λουριά.
Το «αρπακτικό» Άιχμαν, που είχε στείλει στον θάνατο
εκατομμύρια Εβραίους, καθόταν μέσα στο κουβούκλιο και σκούπιζε τη μύτη του:
είχε συνάχι.
Ενώ ο κόσμος περίμενε να δει έναν ψυχοπαθή δολοφόνο με
κίτρινα μάτια γεμάτα μίσος, είδε έναν ανθρωπάκο που επαναλάμβανε: «Εκτελούσα
εντολές».
Ο ανθρωπάκος απαγχονίστηκε, φορώντας τις μάλλινες
παντόφλες του, στις 31 Μαΐου 1962 – αλλά το Κακό δεν εξέλιπε.
Διότι, όπως υποστηρίζει η Χάννα Άρεντ, η τερατωδία
αποτελεί δυνατότητα του μικρού ανθρώπου, του ανθρώπου που δεν σκέφτεται αλλά
που «εκτελεί εντολές».
Ο φασισμός, σε όλες του τις εκδοχές, είναι η πολιτική
συμπεριφορά που απορρέει από τον θάνατο της σκέψης, από την παπαγαλία βολικών
απόψεων κι από την εγκληματική ιδέα ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα.
Ο Άιχμαν ήταν ένας γραφειοκράτης, περισσότερο φασουλής
μιας ιδεολογίας παρά τέρας και δράκος, που ενσάρκωνε τη μη-σκέψη, την
αναισθησία της συνείδησης, την αδυναμία διάκρισης του Καλού από το Κακό.
Η αδυσώπητη έννοια του «καθήκοντος» –στην περίπτωση του
Άιχμαν η εξόντωση των Εβραίων– υπερέβαινε οποιαδήποτε έννοια δικαίου.
Δεν ήταν η πρώτη φορά στην ιστορία, δεν ήταν ούτε η
τελευταία.
Ο Άιχμαν δεν ήταν πολίτης, δεν ήταν άτομο – ήταν το
αυτόματο μιας γραφειοκρατίας που εκφραζόταν με κοινοτοπίες, με το ιδίωμα του
συνηθισμένου ανθρώπου.
Αντίθετα από τη λογοτεχνία όπου οι «κακοί» –ο Μακμπέθ, ο
Ιάγος, ο Μεφιστοφελής– έχουν δαιμονικές ιδιότητες, στην πραγματική ζωή
επιρρεπής στο Κακό είναι ο άνθρωπος που δεν σκέφτεται, ο άνθρωπος των
μηχανισμών.
Και σύμφωνα
με τη Χάννα Άρεντ, το Κακό δεν είναι ποτέ «ριζοσπαστικό»: είναι επιφανειακό,
τετριμμένο.
Ο ασήμαντος άνθρωπος μπορεί εύκολα να μεταμορφωθεί σε
δήμιο όταν τοποθετηθεί κάτω από αρχή και εξουσία έναντι της οποίας αισθάνεται
δέος.
Η άκριτη υπακοή, όπως η άκριτη ανυπακοή, αποτελούν
ιδιότητες του «ανθρωπάκου» όπως τον ορίζει η Χάννα Άρεντ.
Η έρπουσα καθήλωση που οδήγησε στον ναζισμό, στον φασισμό
και στον κομμουνισμό –δηλαδή σε μαζικά εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας–
είναι ένα περίπλοκο φαινόμενο που συνδυάζει μεγαλεπήβολες ελπίδες, άγρια
ένστικτα και μια μορφή διανοητικού κώματος: η Χάννα Άρεντ αφαιρεί από το Κακό
τη μυθώδη του διάσταση – και παρ’ όλ’ αυτά, επιμένει ότι δεν είμαστε όλοι, εν
δυνάμει, Άιχμαν. Πρέπει να είσαι «μηδενικό» για γίνεις Άιχμαν· πρέπει να είσαι
«ο Κανένας».
Η θεωρία της Άρεντ για την ευτέλεια του Κακού
παρεξηγήθηκε, όπως συμβαίνει σε όλες τις θεωρίες.
Όμως το πρόβλημα σήμερα παραμένει: τι οδηγεί τους πολίτες
σε ιδεολογίες μίσους; Κυρίως, τι οδηγεί τους πολίτες σε θέση ευμενούς απάθειας
μπροστά σε βιαιοπραγίες ή εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας;
Ποιο είναι το προφίλ του σημερινού αντισημίτη που θρηνεί
διότι ο Χίτλερ δεν κατάφερε να εξολοθρεύσει τους Εβραίους;
Και, σε μικρότερη κλίμακα, στην ελληνική πραγματικότητα,
ποιο είναι το προφίλ του πολίτη που υποστηρίζει νεο- ή παλαιο-ναζιστές, νεο- ή
παλαιο-σταλινικούς; Η Χάννα Άρεντ θα έλεγε ότι είναι ο υποταγμένος άνθρωπος που
επιλέγει να πειθαρχήσει σε μια ιδέα, σε έναν ηγέτη που θεωρεί απείρως
μεγαλύτερο από τον ίδιον: η μεταμόρφωσή του σε «τέρας» συνοδεύεται από τη
δήλωση «δεν ήξερα» ή «εκτελούσα εντολές».
Κάνοντας λόγο για την ευτέλεια του Κακού η Χάννα Άρεντ
δεν αθωώνει τον Άιχμαν: αναγνωρίζει την ελεύθερη βούληση, θεωρεί ότι ο Άιχμαν
δεν πρέπει να συνεχίσει να υπάρχει.
Ωστόσο, τα προβλήματα της πολιτικής αρετής και της ηθικής
δεν λύνονται με απαγχονισμούς – τα σκοτεινά καθεστώτα δημιουργούν μάζες
εγκληματιών και ταυτοχρόνως δημιουργούνται από αυτές.
Ο ολοκληρωτισμός στον 20ό αιώνα οφείλεται στον
κομφορμιστή ανθρωπάκο που λαχταρούσε έναν πατέρα-ηγέτη: ήταν μαζικό φαινόμενο
τόσο υπό την έννοια των μαζών όσο και της πλειοψηφικής του έντασης.
Οι περισσότεροι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής, όπως έχω
ξαναπεί, είναι ευκαιριακοί. Είναι οι αγανακτισμένοι πολίτες που πιστεύουν,
αδίκως, ότι το σοβαρότερο πρόβλημα σήμερα είναι οι ξένοι μετανάστες.
Ωστόσο, ανάμεσά τους εκτρέφονται ιδέες και προτροπές για
ολοκληρωτικές, δηλαδή αντισυνταγματικές και παράνομες πράξεις.
Για πράξεις «κακές» υπό την έννοια ότι απανθρωποποιούν,
αποπροσωποποιούν, τόσο τα θύματα (ξένους, εγχρώμους, Εβραίους) όσο και τους
επίδοξους θύτες.
Σώτη Τριανταφύλλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου