17.10.13

Οι ιερές αγελάδες της σύγχρονης Ελλάδας.



Μέρος 1ο: Οι συνταγματολόγοι…

Η Ελλάδα ήταν και παρά τα παράπονα διαφόρων συντηρητικών εγχώριων κύκλων, παραμένει μια Χριστιανική και δη Ορθόδοξη χώρα.
Όχι μόνο στο τι έγραφαν οι ταυτότητες ή τι δηλώνει η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών και των κατοίκων της, αλλά στις πρακτικές της σε μία σειρά από πράγματα που είναι γνωστά στους πάντες και είναι περιττό να εκτεθούν αναλυτικά.
Ένας από τους τομείς που αυτό είναι λιγότερο εμφανές, αλλά εξίσου υπαρκτό είναι η τάση του ιερατείου («παπαδαριού» για τους άσπονδους φίλους του) να παρεμβαίνει στα κοινά εκφράζοντας τις απόψεις του επί παντός επιστητού κι αν ακόμα δεν έχει να κάνει καθόλου με τη θρησκεία και τα προστάγματά της.




Πολλοί δεν το ξέρουν αλλά εδώ μιλάει η παράδοση αιώνων.
Και μάλιστα όχι τόσο των αιώνων της λεγόμενης Βυζαντινής (στην πραγματικότητα της μεσαιωνικής Ρωμαϊκής, απλώς αυτός ο πιο ακριβής όρος δεν αρέσει στους δυτικούς εταίρους/φίλους/συμμάχους μας - αλλά αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο και όχι του παρόντος) Αυτοκρατορίας, όταν και το ιερατείο έπαιζε σοβαρό ρόλο μεν, δευτερεύοντα δε καθώς η πολιτική εξουσία όχι μόνο υπήρχε αλλά ήταν πανίσχυρη και άκρως συγκεντρωτική, όσο στους αιώνες της λεγόμενης Τουρκοκρατίας (Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ο πιο ακριβής όρος).


Τότε ήταν που το «ρωμέικο» (σήμερα θα το λέγαμε «ελληνικό») «μιλιέτ», (θα μπορούσαμε να το μεταφράσουμε ως «κοινότητα»), διοικούνταν και σε πολιτικό επίπεδο από το ορθόδοξο ιερατείο.
Και ναι μεν σήμερα αυτό δεν ισχύει επισήμως, αλλά ανεπισήμως η παράδοση συνεχίζεται - όταν μιλάει ένας μητροπολίτης ή αρχιεπίσκοπος για θέματα τρέχουσας πολιτικής, πολύς κόσμος κάθεται και τον ακούσει με πάσα σοβαρότητα. 
Πασίγνωστα τα παραδείγματα, τα ζούμε (ακόμα) κάθε μέρα.
Βέβαια φτάσαμε αισίως στον 21ο αιώνα και για ένα μεγάλο μέρος της νεοελληνικής κοινωνίας, όλα αυτά αποτελούν ασυγχώρητο αναχρονισμό.
Να πω ότι έχουν άδικο, δε θα το πω.
Ωστόσο, η πλειοψηφία από αυτούς εντοπίζει το πρόβλημα στο πρόσωπο και στην ιδιότητα των τιμητών της καθημερινότητάς μας και όχι στο ότι ακόμα έχουμε ανάγκη από τέτοιους και μάλιστα με κάποιον τρόπο επίσης «καθαγιασμένους».
Οπότε τί ακριβώς έγινε εδώ;
Αποφασίσαμε να αφαιρέσουμε από τους παπάδες το δικαίωμα να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη τους επί παντός επιστητού μόνο και μόνο επειδή είναι παπάδες, αλλά στη θέση τους βάλαμε άλλα πρόσωπα που με άλλες «καθαγιασμένες» ιδιότητες μπορούν να κάνουν ακριβώς αυτό.
Οι συνταγματολόγοι στη μεταπολεμική Ελλάδα και ιδίως μετά τις αξέχαστες εποχές του λεγόμενου από ορισμένους «βρώμικου ‘89», είναι ακριβώς μια τέτοια περίπτωση. Το συνειδητοποίησα ξαφνικά πριν από μερικές μέρες όταν είδα αυτήν την τρομερή μορφή, τον Κατρούγκαλο, να αναλύει τις απόψεις του περί πολιτικής βίας και να παλεύει με αξιοσημείωτη επιμονή και επιστημονική μη-ακεραιότητα να μας πείσει ότι αυτές είναι σύμφωνες με το ισχύον Σύνταγμα.
Εισπράττοντας έτσι με τον ιδρώτα του τον έπαινο των πάσης φύσεως αγαναΧτιστών και την αγανάκτηση των υπολοίπων (αποδεικνύοντας έτσι το πόσο εύκολο είναι πολεμώντας κάτι να περιπέσεις στο ίδιο αμάρτημα, αλλά - και αυτό - είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο).
Το κλειδί για να κατανοήσω αυτή την πραγματικότητα, το ότι οι συνταγματολόγοι στη σύγχρονη Ελλάδα είναι ένα είδος ιερής αγελάδας (σε αντικατάσταση του Ορθόδοξου ιερατείου) που όλοι «οφείλουμε» να τους ακούμε με προσοχή ακόμα κι αν είναι παγκοσμίως άγνωστοι και λένε απίθανα πράγματα, ήταν το ερώτημα που έκανα στον εαυτό μου.
Μα γιατί τους καλούν στα πάνελ, γιατί έχει βαρύτητα η άποψη τους;
Και η απάντηση: Μόνο και μόνο επειδή είναι συνταγματολόγοι.
Και καθώς υποψιάζομαι ότι δεν έπεισα αρκετά και μια και τίποτα δεν είναι πιο πειστικό από ένα ολοζώντανο παράδειγμα, ας θυμηθούμε: Πώς έγινε πολιτικός και μάλιστα πρώτης γραμμής ο Βενιζέλος;
Μα επειδή το 1989 μας έλεγε την «επιστημονική» του άποψη για τα ζητήματα της παραπομπής Παπανδρέου και τα σχετικά (παραγραφές κλπ).
Στην ουσία βέβαια, ο άνθρωπος αυτός πολιτικολογούσε έχοντας όμως την εξυπνάδα σε συνδυασμό με την (κατά τα άλλα απολύτως) συγγνωστή επιστημονική άγνοια του 99,9% του γενικού πληθυσμού, να φοράει στις απόψεις του έναν μανδύα «συνταγματικότητας».
Σε τελική ανάλυση επιστημονικότητας.
Πώς να αντισταθεί ο σύγχρονος άνθρωπος και δη ο λεγόμενος προοδευτικός/κεντροαριστερός σ’ αυτό; Γίνεται; Δε γίνεται.
Κάπως έτσι ξεκινώντας και πορευόμενος στη συνέχεια, ο εν λόγω έκανε την πολιτική καριέρα που όλοι γνωρίζουμε.
Αλλά και άλλοι δεν πήγαν πίσω: Τσάτσος, Λοβέρδος επίσης χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Ατελείωτος πάλι ο κατάλογος με άλλους συναδέλφους τους που ναι μεν δεν μπήκαν απευθείας στην πολιτική σκηνή αλλά βρίσκονται στις παρυφές της με ότι (καθόλου αμελητέα) προνόμια μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Πολύ φυσιολογικά αν το καλοσκεφτεί κανείς, νέα φυντάνια είδαν φως και μπαίνουν στο ίδιο παιχνίδι. Δεν κατούρησαν στο πηγάδι αυτοί για να μείνουν απ’ έξω, έτσι δεν είναι;
Η κάστα των συνταγματολόγων έχει μάλιστα και το δικό της άγιο/προφήτη, αυτόν δηλαδή που τα ξεκίνησε όλα «καθαγιάζοντας» τον επαγγελματικό του κλάδο, εξοπλίζοντάς τον με τεράστιο κύρος: Λεγόταν Αριστόβουλος Μάνεσης και η επιστημονική του επάρκεια, αλλά κυρίως η προσωπικότητά του με τη σπάνια γενναιότητα που τον χαρακτήριζε (θυμίζω εν τάχει ότι όταν οι συνάδελφοί του ανταγωνίζονταν μεταξύ τους ποιος θα χειροκροτήσει πιο δυνατά το δικτάτορα Παπαδόπουλο) αυτός στάθηκε όρθιος σε κοινή θέα με τρομερό προσωπικό του κόστος – η τελευταία του παράδοση συνταγματικού δικαίου στο ΑΠΘ πριν τον παύσει η χούντα αποτελεί ήδη μια μνημειώδη στιγμή της νεοελληνικής ιστορίας) άφησε ένα τρομακτικό κεφάλαιο σεβασμού και αξιοπιστίας για να το ξοδεύουν οι επίγονοί τους. Που όλοι τους, αναφέρονται σε αυτόν τον άνθρωπο, πολλοί δε ισχυρίζονται ότι ήταν οι «αγαπημένοι του» μαθητές.
Ας αφήσουμε όμως το Μάνεση στην ησυχία της αιωνιότητας με την ελπίδα να μην έχει την τύχη πολλών σπουδαίων ανδρών που όπως είχε πει ο Νίτσε «οι σύγχρονοί τους τους ανταμείβουν παρερμηνεύοντάς τους» κι ας επανέλθουμε στα σημερινά.
Λέω λοιπόν και ένα τελευταίο επιχείρημα για να πείσω όσους ακόμα δυσπιστούν στη γενική διαπίστωσή μου: Είναι τυχαίο που οι συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων κάνει θραύση μόνο στην κεντροαριστερή πλευρά του πολιτικού φάσματος; (Ο συμπαθής «Πάκης» δε νομίζω ότι μπορεί να θεωρηθεί ως άξια λόγου εξαίρεση).
Την ίδια που έχει πάψει να ακούει τους πατροπαράδοτους ταγούς και τιμητές των πάντων, που όπως είπαμε είναι οι παπάδες;
Των οποίων το (ακόμα) πιστό κοινό είναι κυρίως δεξιών πολιτικών αντιλήψεων;
Χρειάζεται άραγε να διευκρινίσω ότι με τα παραπάνω δεν τσουβαλιάζω όλους όσους τυγχάνουν συνταγματολόγοι και βγαίνουν στα μέσα και λένε την πράγματι ειλικρινή επιστημονική άποψή τους;
Ποτέ δεν είναι αχρείαστο να προσπαθήσεις να αποδείξεις ότι δεν είσαι ελέφαντας, οπότε να το πω καθαρά κι αυτό: Υπάρχουν πράγματι στην Ελλάδα πολλοί αξιόλογοι συνταγματολόγοι. Κάποιοι βγαίνουν στα ΜΜΕ, κάποιοι όχι.
Όχι, δεν είναι όλοι θεομπαίχτες, δεν είναι όλοι ψώνια, δεν καίγονται ολονών τα σωθικά από πολιτικές φιλοδοξίες, ούτε ψάχνουν όλοι να βρουν πολιτικούς προστάτες για να τους βοηθήσουν στην όποια καριέρα τους.
Όχι, δεν επιχειρούν όλοι να ντύσουν με ψευδοεπιστημονικό μανδύα τις (κατά τα άλλα απολύτως θεμιτές) πολιτικές και κοινωνικές απόψεις τους.
Αλλά διάολε, αυτοί που τα κάνουν όλα αυτά και επηρεάζουν και πολύ κόσμο είναι πολλοί. Υπερβολικά πολλοί.
Ας έχουμε λοιπόν όλοι το νου μας, κι ας παλέψουμε να εξαφανίσουμε αυτή την άτυπη «ασυλία» από τη συγκεκριμένη επαγγελματική ομάδα.
Δεν κάνουμε αγώνα να απαλλαγούμε απ’ το μεσαίωνα για να τον αντικαταστήσουμε με ένα νέο μεσαίωνα με «σύγχρονο» κουστούμι και αισθητική.
Κρίμα δε θα είναι;

Ο Παραβάτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου