Ώστε λοιπόν «είμαστε ο πιο δυστυχισμένος λαός της
Ευρώπης», με «πιο ευτυχισμένους τους Δανούς».
Καλούμαστε μάλιστα να αποδεχτούμε ότι το συμπέρασμα δεν
είναι αυθαίρετο και υποκειμενικό, αλλά αδιαμφισβήτητο και επιστημονικά τεκμηριωμένο.
Επειδή, λέει, προέκυψε από την έρευνα «Ατλας της
ευτυχίας», που διεξήχθη από τους επιστήμονες Μπερντ Ραφελχούσεν και Ρενάτε
Κέχερ για λογαριασμό των Γερμανικών Ταχυδρομείων, δημοσιεύτηκε δε στο
οικονομικό περιοδικό Wirtschaftswoche. Συμμετείχαν 3.000 Ευρωπαίοι, που,
μαθηματικώς αυτοβιογραφούμενοι, βαθμολόγησαν την προσωπική τους κατάσταση.
Αν έλεγα ότι ξέρω το περιοδικό ή ότι έχω ακουστά τους
επιστήμονες και την ειδικότητά τους, θα έπεφτε ο ουρανός να με πλακώσει μαζί με
τους Γαλάτες συγχωριανούς του Αστερίξ και του Οβελίξ.
Η αναφορά πάντως στον χαρακτήρα του εντύπου
(«οικονομικό», δηλαδή όχι πολιτικό ή θεωρητικό ή φιλοσοφικό) δεν είναι τυχαία ή
ουδέτερη, αφού πολλοί θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε πως οτιδήποτε το
οικονομολογικό έχει εξαρχής μέγα κύρος και αυτονόητη αντικειμενικότητα, ενώ τα
πολιτικά, τα φιλοσοφικά κτλ. είναι εκ προοιμίου διαβλητά, αν όχι άκυρα.
Και άντε μετά να εξηγήσεις γιατί τόσοι σοφοί
οικονομολόγοι δεν συμφωνούν όχι μόνο στο πώς θα βγει η Ευρωζώνη από την κρίση
της (αυτό έχει να κάνει και με την ιδεολογία του καθενός), αλλά ούτε καν στον
προσδιορισμό των διαφόρων μεγεθών, στην «ταυτοποίηση» –καταπώς μάθαμε να λέμε–
των ίδιων των αριθμών και των ποσοστών.
Εν πάση περιπτώσει, είμαστε σβησμένοι από τον ευρωπαϊκό
χάρη της ευτυχίας.
Με άριστα το δέκα, μόλις που φτάνουμε το 3,4, όταν προ
κρίσεως ήμασταν τουλάχιστον πάνω από τη βάση, σε ένα ημιενθαρρυντικό 5,7.
Μάλιστα, το αυτοϋποβαθμιστικό 3,4 συνυπάρχει με τη
διάχυτη πεποίθηση (που έγινε και τουριστοθηρευτικό σλόγκαν) ότι «ζούμε στην ομορφότερη
και πλουσιότερη χώρα του κόσμου»· αλλά αυτού του είδους οι αμφιθυμίες δεν
χωράνε σε έρευνες σαν τον «Ατλαντα».
Μοναδική παρηγοριά μας (αν είμαστε χαιρέκακοι), η πτώση
του δείκτη ευδαιμονίας και στις υπόλοιπες χώρες που ταλανίζονται από την κρίση.
Οτι μετά την εποχή της «ισχυρής Ελλάδας» και του «χρυσού
ελληνικού καλοκαιριού», και ιδίως μετά το μιλένιουμ, έχουμε πάρει την κάτω
βόλτα οικονομικά και ψυχολογικά το ξέρουμε, το νιώθουμε, το ζούμε, οπότε
περιττεύουν οι ειδικές μετρήσεις.
Άλλωστε, οι τρόποι μέτρησης είναι όσοι και οι μετρητές:
αναρίθμητοι.
Άλλοι, δασκαλεμένοι και από την ιδεολογία των
διαφημίσεων, νιώθουν δυστυχείς δίχως τηλεόραση πλάσμα, συνδρομητικά μπουκέτα,
αυτοκίνητα με μίνι μπαρ, κινητά που ψήνουν και καφέ, άι ποντ, άι παντ, άι κιου
κτλ.
Και άλλοι, χωρίς να πάσχουν από τεχνοφοβία, είναι
σίγουροι ότι μπορούν να τα κουτσοκαταφέρουν και δίχως αυτά.
Και οι μεν και οι δε, πάντως, πιθανότατα θα συμφωνούσαν
σε κάτι: ότι το όνειρό τους δεν είναι η Δανία.
Μόνο ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου θα διαφωνούσε μαζί τους.
Αδιάφορο.
Παντελής Μπουκάλας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου