11.11.13

Η Αριστερά του… Τέξας.



Η πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ στη βουλή έχει πολλαπλές στοχεύσεις που αφορούν τόσο τη γενική πολιτική σκηνή όσο και το εσωτερικό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.




Όμως δε μπορεί να περάσει απαρατήρητο ότι η στιγμή, κατά την οποία η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει να προκαλέσει μια αναμέτρηση με την κυβέρνηση, τόσο εντός όσο και εκτός βουλής, στη λογική του «ή αυτοί ή εμείς», διακρίνεται απ’ τους άνευ προηγουμένου όρκους πίστης που έδωσε ο Αλέξης Τσίπρας και το επιτελείο του τόσο στην ευρωζώνη όσο και γενικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μάλιστα ύστερα από διεθνή ταξίδια τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη και επαφές με υψηλόβαθμα στελέχη της διεθνούς πολιτικής και οικονομικής ζωής.




Είναι βέβαιο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε από χίλια μύρια κύματα το φθινόπωρο εξαιτίας του διλήμματος που μπήκε στην πολιτική ζωή της χώρας και συνοψίστηκε «μνημονιακό ή συνταγματικό τόξο».
Την ίδια στιγμή ο κύκλος αίματος που άνοιξε, κρατούσε ζωντανό το κίνδυνο της πολιτικής αποσταθεροποίησης της χώρας -και με αναπάντητο ακόμα το ερώτημα ποιος ή ποιοι θέλουν και επιθυμούν εντός ή και εκτός Ελλάδας κάτι τέτοιο- και ήρθε να προστεθεί στις δυσκολίες της διαπραγμάτευσης και ειδικά της πολιτικής διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης με τους εταίρους και δανειστές.
Εκ των πραγμάτων τα πολιτικά δεδομένα διαφοροποιήθηκαν και ασκούσαν πίεση στο ΣΥΡΙΖΑ να κάνει κρίσιμες επιλογές που αφορούν στο ρόλο του σε ένα νέο τοπίο.
Στην επιλογή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να παράσχει εγγυήσεις «ευρωπαϊκής νομιμοφροσύνης» και να διεκδικήσει απ’ τη ΝΔ και τον Αντώνη Σαμαρά το ρόλο του θεματοφύλακα της πολιτικής σταθερότητας της χώρας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής της πορείας βάρυναν οι διεθνείς διεργασίες σε γεωπολιτικό και οικονομικό επίπεδο, αλλά και οι πολιτικές συνέπειες της ευρωπαϊκής πολιτικής του Βερολίνου και ειδικά της Άγκελας Μέρκελ.
Είναι δύσκολο να ερμηνεύσει κανείς τις τελευταίες πιρουέτες του Αλέξη Τσίπρα αν δεν πάρει υπόψη του τις σχέσεις ΗΠΑ και Γερμανίας που αντανακλώνται και στη σχέση ΔΝΤ και ΕΕ.
Ο ακήρυχτος πόλεμος ΗΠΑ – Γερμανίας.
Στις αρχές Νοεμβρίου και στη σκιά των αποκαλύψεων για τις παρακολουθήσεις των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ στην Ευρώπη, αλλά και των συνομιλιών για την κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού στη Γερμανία, η Ουάσινγκτον έσπευσε να «επιπλήξει» το Βερολίνο ότι ευθύνεται για την κατάσταση της ευρωζώνης και ειδικά των χωρών με υψηλό χρέος όπως πχ η Ελλάδα, επειδή ακολουθεί μια πολιτική που ευνοεί τα πλεονάσματα της γερμανικής οικονομίας σε βάρος του ευρωπαϊκού νότου. Αρχικά το υπουργείο οικονομικών των ΗΠΑ κάλεσε τη Γερμανία να εγκαταλείψει την πολιτική ενίσχυσης των εξαγωγών της και στη συνέχεια το ΔΝΤ σημείωσε ότι η Γερμανία θα πρέπει «να σηκώσει το βλέμμα της στον παγκόσμιο ορίζοντα κατά τη χάραξη της πολιτικής της» συνιστώντας «ένα μικρότερο πλεόνασμα στο ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών».
Ήδη απ’ τον Οκτώβριο φαίνεται να έχουν παρθεί πολύ σημαντικές αποφάσεις για μια νέα σχέση μεταξύ ΔΝΤ και ευρωζώνης, ενώ σύμφωνα με τα όσα γράφτηκαν στον τύπο στη διεθνή σύνοδο του ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας διαμορφώθηκαν και οι όροι ενός τέτοιου συμβιβασμού με το ΔΝΤ να απεμπλέκεται σταδιακά απ’ το χρηματοδοτικό σκέλος του ελληνικού προγράμματος, του οποίου την ευθύνη θα αναλάβει αποκλειστικά η ευρωζώνη.
Αξίζει κανείς σ’ αυτό το σημείο να ανακαλέσει στη μνήμη του τη δήλωση του Όλι Ρέν ότι η επιτήρηση θα διατηρηθεί μέχρι την αποπληρωμή του 75% του δανείου, καθώς επίσης και την διαφαινόμενη άρνηση του Βερολίνου για μια αποφασιστική μείωση του ελληνικού χρέους με κούρεμα όπως αξιώνει το –υπό αποχώρηση (;)ΔΝΤ και υιοθετούσε και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού στην Ευρώπη.
Την ίδια στιγμή οι πολιτικές συνέπειες της ευρωπαϊκής πολιτικής της Μέρκελ ενισχύουν το κλίμα του ευρωσκεπτικισμού το οποίο με τη σειρά του ενισχύει ακροδεξιά εθνικιστικά ακόμα και φασιστικά κινήματα σε όλη την Ευρώπη και ο κίνδυνος να αποτυπωθεί κάτι τέτοιο στις ευρωεκλογές είναι ορατός γενικεύοντας το φαινόμενο Λεπέν στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Μάλιστα ο Μάρτιν Σουλτς ο πρόεδρος του ευρωκοινοβουλίου έχει εκφράσει ανησυχία για το μέλλον της Ευρώπης λέγοντας πως όποιος θέλει να καταστρέψει την ΕΕ κερδίζει τις εκλογές.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Αλέξης Τσίπρας έχει ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τον σοσιαλδημοκράτη πρόεδρο του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, εκ των επικριτών της Μέρκελ και όπως λένε οι πληροφορίες οι δύο άνδρες έχουν συμφωνήσει και τα της εκλογής για την προεδρία της Κομισιόν.
Από την άποψη αυτή δεν είναι τυχαία ούτε η συνάντηση –λίγο μετά τη δολοφονία Φύσσα- του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ με τον Γερμανό Γιερκ Άσμουσεν, στέλεχος της ΕΚΤ τον Οκτώβριο, ούτε πολύ περισσότερο ότι ο Αλέξης Τσίπρας αφού χαρακτήρισε «εποικοδομητική» τη συζήτηση πρόσθεσε ότι «θα κρατάμε ένα δίαυλο επικοινωνίας», ενώ ο Άσμουσεν φέρεται να είπε σε δημοσιογράφους σχετικά με το ελληνικό πρόγραμμα ότι «δεν είμαστε τυφλοί. Βλέπουμε την κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα και τη λαμβάνουμε υπόψη μας». 
Η αναπροσαρμογή της γραμμής Τσίπρα.
Υπό το πρίσμα αυτών των εξελίξεων, ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να προσδοκά ότι οι συνθήκες για να λάβει χώρα η θέση του για μια ευρωπαϊκή ρύθμιση του δημόσιου χρέους είναι ευνοϊκές απ’ τη στιγμή που θα προχωρήσει μια κυβέρνηση συνασπισμού στη Γερμανία, ενώ την ίδια στιγμή η Μέρκελ δέχεται αμερικανικά πυρά εξαιτίας των γενικότερων ανταγωνισμών και αντιθέσεων στο διεθνές οικονομικό στερέωμα.
Την ίδια στιγμή φαίνεται να εκτιμάει πως δεν πρέπει να δοθεί χρόνος στη Μέρκελ γιατί κάτι τέτοιο θα την ισχυροποιήσει, ειδικά δε αν έχει δρομολογηθεί η αποχώρηση του ΔΝΤ οπότε και θα είναι η απόλυτη κυρίαρχος στην ευρωζώνη.
Γι’ αυτό και πλέον όπως όλα δείχνουν γίνεται προσπάθεια στην Κουμουνδούρου, μετά τους όρκους του Τέξας στο ευρώ, να αντικατασταθεί και το σύνθημα για «ακύρωση του μνημονίου» με το σύνθημα για «ακύρωση της λιτότητας» καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ παίρνει υπόψη του ότι η επιτήρηση για την οποία μίλησε ο Όλι Ρεν προβλέπεται απ’ τις ευρωπαϊκές συνθήκες τις οποίες αν θέλει να παραμείνει η χώρα στην Ευρωζώνη δεν μπορεί να τις αμφισβητήσει.
Όλα αυτά συνοψίζουν σήμερα με μεγαλύτερη σαφήνεια που ήθελε να το πάει ο Αλέξης Τσίπρας όταν κατηγορούσε την κυβέρνηση για υπάκουο μαθητή της Μέρκελ και μιλούσε για μια αντιμέρκελ συμμαχία στην Ευρώπη.
Και σε ότι αφορά στο εσωτερικό του κόμματός του θέλει να προλάβει με δυναμικές πολιτικές πρωτοβουλίες τυχόν «δικαίωση» της γραμμής που προέβαλε η αριστερή αντιπολίτευση που έχει χαρακτηριστεί και ως «συνιστώσα της δραχμής».
Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί μια σαφή ευρωπαϊκή στροφή με αμερικανικές πλάτες.
Άλλωστε και οι ΗΠΑ δε θέλουν διάλυση της ευρωζώνης, απλά αξιώνουν απ’ την Μέρκελ μια συγκεκριμένη σχέση μεταξύ ευρώ και δολαρίου και έχουν ανάγκη το ευρώ ως ανάχωμα στις μεγάλες δυνάμεις της Ανατολής εξασφαλίζοντας έτσι την παγκόσμια κυριαρχία του δολαρίου.
Σε τι ακριβώς απαντάει η μομφή του ΣΥΡΙΖΑ;
Το ερώτημα ωστόσο παραμένει: Γιατί τώρα μια πρόταση μομφής προς την κυβέρνηση και μάλιστα με όρους λαϊκής αποδοκιμασίας όπως θέλει να προσδώσει ο ΣΥΡΙΖΑ στην κίνησή του;
Γιατί μπροστά στις διεθνείς και ευρωπαϊκές αυτές εξελίξεις ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να καταγραφεί ως η μοναδική παρούσα εναλλακτική λύση έναντι της κυβέρνησης σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, ως εκφραστής μιας κοινωνίας εξουθενωμένης απ’ τη λιτότητα.
Και μπροστά σ’ αυτή την κρίσιμη καμπή για την πολιτική ζωή της χώρας ο ΣΥΡΙΖΑ αισθανόταν αναγκασμένος να προβεί σε μια εντυπωσιακού χαρακτήρα συνολική σύγκρουση και αμφισβήτηση της κυβέρνησης, αν θέλει να αποκτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και να κάνει τη «στροφή» σε πιο ευρωπαϊκούς προσανατολισμούς χωρίς σοβαρές αναταράξεις στο εσωτερικό του που θα ανακάτευαν συνολικά την τράπουλα στο  πολιτικό σκηνικό της χώρας.

Κάλχας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου