20.12.13

Αριστερά της Εδέμ…




Πενήντα οκτώ κεντροαριστεροί κατασκευαστές συνιστούν «ελιά». Αυτοί ξέρουν.
Από μαρτίνι, τουλάχιστον.
Γιατί από πολιτικούς συνασπισμούς, μόνο περίσσευμα πόζας, μεγαλοστομίας και αυταρέσκειας έχουν να επιδείξουν.



Ο ανέκφραστος –την τελευταία διετία- πολιτικός τους χώρος, όμως, είναι πια τόσο κατακερματισμένος, αλλοπρόσαλλος και ζαλισμένος, που η τελευταία συνταγή που χρειάζεται είναι μια πιο βελτιωμένη εκδοχή ενός ακόμη μαρτίνι.
Και δε χρειάζεται να γίνεις Τζέιμς Μποντ για να το αντιληφθείς. Μια απλή ιστορική αναφορά είναι αρκετή.  




Απ’ τη μία πλευρά ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ, ο JFK, ο Τσε Γκεβάρα, ο Τζον Λένον, ο Άμπι Χόφμαν, ο Ούλαφ Πάλμε, ο Νέλσον Μαντέλα, ο Λεωνίδας Κύρκος.
Απ’ την άλλη ο Ουίστον Τσόρτσιλ, η Μάργκαρετ Θάτσερ, ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, ο Ζισκάρ Ντ’Εστέν, ο Λεχ Βαλέσα, η Άνγκελα Μέρκελ, άντε και ο Τζορτζ Μπους Τζούνιορ.
Μια απλή ονοματολογία αρκεί για να φανεί ότι στο αέναο διεθνές πολιτικό εκκρεμές η αριστερά είχε πάντα ιδεολογική υπεροπλία απέναντι στη δεξιά.
Οι ιδέες της και οι αγώνες της εμπνέουν διαχρονικά περισσότερους πολίτες, καλλιτέχνες, αναλυτές από όσους θα μπορούσε ποτέ να συγκινήσει ο συντηρητικός διεθνισμός.
Στις ιδέες η αριστερά δεν παλεύεται.
Στην πράξη είναι που ζορίζεται.
Γιατί με εξαίρεση τις περιόδους διακυβέρνησης των δύο μεταρρυθμιστών αμερικανών προέδρων (FDR, JFK), οι απανταχού αριστερές πλειοψηφίες έχουν κατά τεκμήριο προδώσει τα οράματά τους παταγωδώς.
Ιστορικοί και αναλυτές έχουν χύσει τόνους μελανιού επιχειρώντας να ερμηνεύσουν το φαινόμενο του αριστερού χάσματος ανάμεσα στη θεωρία και στην πράξη.
Μιλούν για υπερβολικές φιλοδοξίες, κυβερνητική απειρία, νομοθετική αφέλεια.
Ότι κι αν ισχύει, το μόνο σίγουρο είναι ότι η αριστερά έχει διαχρονικά αποδείξει ότι μπορεί να προσφέρει τα πιο συναρπαστικά όνειρα και το πιο άγριο hangover.
Στη μπανανία μας η ιστορία της κεντροαριστεράς είναι ένα παραμύθι με λαϊκίστικα αποφθέγματα και χωρίς happy end.
Απ’ τον Ελ. Βενιζέλο ως τον Σημίτη κι απ’ τον Ανδρέα ως τον Αλέξη, τόσο η ρητορική, όσο και η κυβερνητική πρακτική τους αποπνέουν σύγχυση και οσμή καταστροφής.
Η ελληνική (κεντρο)αριστερά σπανίως κατάφερε να αντισταθεί στον πειρασμό του υπερφίαλου λαϊκισμού και ποτέ δεν κατόρθωσε να νομοθετήσει χωρίς δανεικά κι αγύριστα.
Όχι ότι η δεξιά απέφυγε αυτές τις παιδικές ασθένειες της μεταπολίτευσης. Κάθε άλλο. Το κεντροδεξιό μπλοκ είναι παραδοσιακά χωρισμένο σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα: τους αθεράπευτους κρατικιστές και τους ιδεολήπτες του νεοφιλελευθερισμού.
Οι μεν θεωρούν ότι το κράτος μπορεί να λειτουργήσει ορθολογιστικά και αδιάφθορα, οι δε ότι η αγορά είναι λιγότερο διεφθαρμένη απ’ την κρατική μηχανή. Και οι μεν και οι δε ζουν στον κόσμο τους.
Στην υποψία χώρας που ζούμε, όμως, η κεντροδεξιά ομάδα ποτέ δεν έκανε δικό της παιχνίδι.
Στα χρόνια της μεταπολίτευσης έπαιρνε το ριμπάουντ από τα άστοχα σουτ της κεντροαριστερής ομάδας και έκανε παιχνίδι όσο εκείνη της το επέτρεπε.
Η σημερινή κεντροαριστερά ζει στη σκιά της αποσύνθεσης της «μεγάλης δημοκρατικής παράταξης» (sic).
Η ανασκολόπιση του συστήματος ΠΑΣΟΚ από τον τυφώνα Τρόικα έχει στείλει ένα τμήμα της πασοκόπιτας στον ΣΥΡΙΖΑ, ένα άλλο στους «αντισυστημικούς» (sic) ΑΝΕΛ και Χρυσαυγά και ένα τρίτο –ίσως το μεγαλύτερο- στα σπίτια του να οραματίζεται συνασπισμούς και ελιές.
Προς αυτό το τελευταίο κομμάτι της πίτας αλληθωρίζουν οι 58 και οι φιλικά προσκείμενοι «κινηματίες».
Γι’ αυτό στο «Ακροπόλ» μαζεύτηκε όλος ο Σημιτόκοσμος.
Με ελαφρύ ΔΗΜΑΡίτικο πασπάλισμα και κάτι αποσυρθέντες παλαιοπασόκους, έγινε το πρώτο βήμα για την παλιννόστηση του πάλαι ποτέ «πράσινου στρατού».
Θα πόνταρα, μάλιστα, ότι το επόμενο βήμα θα είναι μια κίνηση προσέγγισης του κομματιού της πίτας που έχει αρχίσει να προσκολλείται στο συνονθύλευμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κατακερματισμός των δυνάμεων της κεντροαριστεράς είναι η νόρμα του εγχώριου πολιτικού σκηνικού.
Συσπειρώθηκαν μόνο κάτω απ’ την κρατικιστική παντιέρα του ΠΑΣΟΚ και, όταν δεν υπήρχαν οι πάσης φύσης διαπλοκές, η συνοχή τους παρέπεμπε περισσότερο σε ζελέ, παρά σε πίτα.
Αυτή είναι και η ουσία της προβληματικής του εγχειρήματος μιας «Ελιάς».
Ανάμεσα στον ουτοπικό αριστερισμό (με την απαραίτητη δόση ανδρεϊκού λαϊκισμού) των Συριζαίων, τη χρεωκοπία (μεταφορική και πραγματική) του Σημιτισμού, τον ρεαλπολιτίκ εγκλωβισμό του Βενιζελισμού και τον διαχειριστικό απομονωτισμό του Κουβέλη, η δημιουργία ενός μεγάλου συνασπισμού αντιμετωπίζει προβλήματα πριαπισμού.
Για να υλοποιηθεί ένα τόσο φιλόδοξο σχήμα οφείλει να απογαλακτιστεί τόσο από τους πάτρωνες του παρελθόντος του, όσο και από τους λαϊκισμούς της κληρονομιάς του. Το μεγαλύτερο έλλειμμα της αριστερής ρητορικής στην ψωροκώσταινα είναι η αδυναμία της να συνυπολογίσει την ευθύνη των ψηφοφόρων στο σημερινό αδιέξοδο.
 Οι πολιτικές που μας έφεραν ως εδώ δεν ήρθαν ουρανοκατέβατες, ούτε υλοποιήθηκαν εν αγνοία των διαμορφωμένων πλειοψηφιών.
Στο δημοσιονομικό και διαρθρωτικό χάλι της μεταπολίτευσης, ουδείς αναμάρτητος. Όσοι κυβέρνησαν όπως κυβέρνησαν, όσοι αντιπολιτεύτηκαν όπως αντιπολιτεύτηκαν, όσοι χάιδεψαν τα αυτιά που χάιδεψαν, όσοι συνδικαλίστηκαν όπως συνδικαλίστηκαν και –πάνω απ’ όλα- όσοι ψήφισαν όπως ψήφισαν, είναι όλοι συνυπεύθυνοι.
Όσο η (κεντρο)δεξιά είναι η μόνη που ψελλίζει (για τους δικούς της, διαχειριστικούς λόγους) τη θεωρία της συνευθύνης, τόσο οι πιθανότητες της κεντροαριστεράς να δημιουργήσει συνθήκες ευρείας κυβερνητικής πλειοψηφίας θα συρρικνώνονται. Μέχρι τότε, οι 58 μαζί με τους 11 και τους χρεωκοπημένους σωτήρες τους μπορούν να συνεχίσουν να οραματίζονται κοσμικά μαρτίνι και να συζητούν με τον 007 για την ποιότητα της ελιάς.
Όπως είπαμε, στα οράματα η αριστερά είχε πάντα το πάνω χέρι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου