Τι είναι αυτό;
Ένα σούπερ ταχύ ιπτάμενο αντικείμενο, πολύ πιο γρήγορο από
το ανθρώπινο μάτι, συνελήφθη τυχαία από τον φωτογραφικό φακό, πάνω από το μνημείο
Muiderslot Castle κοντά στο Άμστερνταμ
της Ολλανδίας.
Στις 25 Μαίου, η φωτογράφος Corinne Federer επισκέφτηκε το
μεσαιωνικό κάστρο που κτίσθηκε το 1285, μαζί με άλλους ανθρώπους προκειμένου να
το φωτογραφίσει χρησιμοποιώντας την μέθοδο High Dynamic Range (HDR).
Οι ποντίφικες του ΣΥΡΙΖΑ.
Εν τη ρύμη του λόγου όλοι κάνουν λάθη.
Είναι ανθρώπινο, αλλά εκτός του Πάπα, το αλάθητο έχουν
μόνο οι ποντίφικες του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτοί οσάκις λένε καταφανείς χοντράδες έχουν μια
περίτεχνη θεωρία για να μας μπερδεύουν· όταν δεν μετέρχονται τη γνωστή τακτική
«τα ΜΜΕ διαστρέβλωσαν αυτά που είπα».
Ένας από αυτούς που είπαν μια χοντροκοπιά ήταν ο γενικώς
ήπιος τόνων κ. Νίκος Βούτσης.
Προσπαθώντας να κάνει το κομμάτι του στις κάμερες, όπως
συνηθίζουν όλοι οι βουλευτές στο περιστύλιο, αποκάλεσε τους αστυνομικούς
«μπάτσους».
Κακώς, αλλά δεν είναι του θανατά.
Θα μπορούσε να εκδώσει μια ανακοίνωση εκφράζοντας τη
συγγνώμη του και να διδάξει στην ελληνική κοινωνία όχι μόνο τη χρησιμότητα της
παραδοχής ενός λάθους, αλλά και την πολιτική ορθότητα που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει
ευαγγέλιο για άλλες ομάδες συνανθρώπων μας.
Περί της ιστορίας των Ελλήνων.
Γελάσατε με τον «συνωστισμό»; Ας δούμε και την άλλη
εκδοχή της ιστορίας, όπως την έγραψε ο Περραιβός και άλλοι τέτοιοι
«εθνικιστές».
Γοητεύτηκα από το Σουλιώτικο έπος, ακριβώς γιατί δεν
υπάρχει κανένα παραμύθι, καμία ωραιοποίηση στην αφήγηση τόσων και τόσο σοβαρών χρονικογράφων
και ιστορικών.
Ακόμα και οι εμπαθέστεροι ανθέλληνες, όπως ο (κατά
Κορδάτο φιλέλληνας) Φίνλεϋ αναγνωρίζουν την αξία τους.
Φυσικά δεν διστάζουν να διαβάλουν και να λασπολογήσουν
(από φθόνο κυρίως) έναν από τους ευγενέστερους και πιο μακροχρόνιους αγώνες
ανεξαρτησίας στα παγκόσμια χρονικά.
Πραγματικά χρειάζεται μεγάλο έλλειμμα ψυχής για τόσο
εμπαθή στάση.
Το ακατανόητο όμως είναι η στάση κάποιων Ελλήνων
«ιστορικών», που επικαλούνται τέτοιες «μαρτυρίες».
Πιστεύω, ότι πολλοί σύγχρονοι και παλαιότεροι ιστορικοί
και «ιστορικοί» περιέπεσαν στην παγίδα της αμφισβητησιακής μπουρδολογίας μόνο
και μόνο από την ματαιοδοξία της διαφορετικότητας.
Μόνο και μόνο από αντίδραση στην κατεστημένη
ιστοριογραφία.
Απέναντι στην ξεμπροστιασμένη διαστρέβλωση της ιστορίας
από τα ακαδημαϊκά όργανα του νεοκοτσαμπάσικου και νεοφαναριώτικου κατεστημένου,
αντέταξαν άλλες ανερμάτιστες ακρότητες στηριζόμενοι σε «πηγές» πασιφανώς αναξιόπιστες
όπως ο Φίνλεϋ κι άλλοι τέτοιοι «δημοκράτες», αλλά πολλές φορές ξεπερνούν και
τις «πηγές» τους.
Ο γενναίος νέος κόσμος μας…
Κάποτε, όταν στην Ελλάδα είχαμε (πραγματική) χούντα, στην
Αμερική, αλλά και αλλού, κυριαρχούσε το κίνημα των χίπηδων.
Των παιδιών των λουλουδιών.
Που ξεκίνησε ως μια νεανική αντίδραση απέναντι στο
στημένο και παλιό στάτους κβο, με σύνθημα την αγάπη και τον έρωτα, συνδέθηκε με
το κίνημα ειρήνης και τις αντιπυρηνικές ανησυχίες, με την αντίδραση στον πόλεμο του Βιετνάμ, με
την ροκ μουσική, και μετεξελίχθηκε σε κίνημα ναρκωτικών, με αποτέλεσμα να
σβήσει άδοξα, και να εξαφανιστεί.
Η επιρροή του όμως ήταν τέτοια, που θα την καταλάβετε αν
δείτε μια φωτογραφία των Beatles στις αρχές τους (κουστούμια, ομοιόμορφα μαλλιά
κλπ), και τη συγκρίνετε με μια που τραβήχτηκε αργότερα, όταν και οι ίδιοι
μετατράπηκαν σε γκουρού του κινήματος.
Αλλιώς δεν θα επιβίωναν καν.
Στην Ευρώπη είχαμε τον Μάη του ’68, με τις φοιτητικές
κινητοποιήσεις για έναν καλύτερο κόσμο.
Στον τρίτο κόσμο είχαμε παντού αντάρτικα εθνικοαπελευθερωτικά
(κυρίως αριστερά) κινήματα.
Και στην Ελλάδα, είχαμε στη μεταπολίτευση, με μια σχετική
υστέρηση δηλαδή, ένα παρεμφερές άτυπο κίνημα της νεολαίας, όπου οι περισσότεροι
νέοι άφηναν μαλλιά, οργανώνονταν σε αριστερίστικα (ακόμη και μαοϊκά) σχήματα, φορούσαν
στρατιωτικά άρβυλα και αμπέχονα, άκουγαν ροκ και Σαββόπουλο, και εν πάση
περιπτώσει συμμετείχαν σε κάτι που νόμιζαν πως θα σπάσει τα δεσμά με τον σάπιο
κόσμο που είχε προηγηθεί.
Άσχετα με την εξέλιξη των πραγμάτων αργότερα…
Που θέλω να καταλήξω;
Ότι όλα τα παραπάνω κινήματα, τάσεις, μόδες, κλπ είχαν
έναν σκοπό. Ένα όραμα.
Συνήθως αξιέπαινο.
Αυτός είναι άλλωστε ο ρόλος της νεολαίας.
Να ξεσηκώνει.
Διότι αν όχι αυτή, τότε ποιος;
Επειδή όμως ισχύει το ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται ως
φάρσα, αυτά που βλέπουμε σήμερα είναι απλές καρικατούρες των όσων προηγήθηκαν
τις μακρινές πλέον εκείνες δεκαετίες.
Δυστυχώς.
Ποια είναι αυτή η γυναίκα;
Πώς τη λένε; Την ξέρω;
Κάτι μου λέει το πρόσωπό της.
Πού την έχω δει; Στην τηλεόραση; Στο internet; Στο σινεμά; Κάπου στον δρόμο;
Είναι διαφήμιση, είναι πραγματικότητα, τι είναι;
Μοιάζουν τα πρόσωπα, μπορείς να μπερδευτείς.
Μήπως είναι κάποιος δικός μου άνθρωπος;
Κι αν είναι μια παλιά φωτογραφία της οικογένειάς μου, αν είναι συγγενής μου, αίμα μου;
Μια άγνωστη ιστορία του προσφυγικού μας παρελθόντος;
Τα ξέρω τα μάτια της…
Ποια είναι, άραγε, αυτή η γυναίκα; Μοιάζει φτωχή και κουρασμένη. Τι της έχει συμβεί;
Από ποια δύσκολη εποχή έρχεται η εικόνα της;
Από ποια χώρα; Σε ποιο σημείο της αέναης Αδικίας βρέθηκε να ζει;
Τι απέγινε εκείνη; Τι απέγιναν τα παιδιά της; Τι απέγιναν οι σκέψεις της; Χάθηκαν; Ή μήπως όχι;
Είναι εδώ δίπλα μου; Μήπως ζει; Μήπως βρίσκεται στην Αθήνα, μήπως βλέπουμε τον ίδιο ήλιο τώρα που γράφω στο μικρό μου δωμάτιο;
Ποια είναι; Μήπως δεν έχει σημασία;
Μήπως χάνω (ξανά) τον χρόνο μου; Τι με νοιάζει;
Τι θα αλλάξει στη δική μου τη ζωή αν ξέρω;
Πότε θα αλλάξει η δική μου η ζωή αν, τελικά, μάθω;
Ποια είναι;
Κάτι μου λέει το πρόσωπό της.
Πού την έχω δει; Στην τηλεόραση; Στο internet; Στο σινεμά; Κάπου στον δρόμο;
Είναι διαφήμιση, είναι πραγματικότητα, τι είναι;
Μοιάζουν τα πρόσωπα, μπορείς να μπερδευτείς.
Μήπως είναι κάποιος δικός μου άνθρωπος;
Κι αν είναι μια παλιά φωτογραφία της οικογένειάς μου, αν είναι συγγενής μου, αίμα μου;
Μια άγνωστη ιστορία του προσφυγικού μας παρελθόντος;
Τα ξέρω τα μάτια της…
Ποια είναι, άραγε, αυτή η γυναίκα; Μοιάζει φτωχή και κουρασμένη. Τι της έχει συμβεί;
Από ποια δύσκολη εποχή έρχεται η εικόνα της;
Από ποια χώρα; Σε ποιο σημείο της αέναης Αδικίας βρέθηκε να ζει;
Τι απέγινε εκείνη; Τι απέγιναν τα παιδιά της; Τι απέγιναν οι σκέψεις της; Χάθηκαν; Ή μήπως όχι;
Είναι εδώ δίπλα μου; Μήπως ζει; Μήπως βρίσκεται στην Αθήνα, μήπως βλέπουμε τον ίδιο ήλιο τώρα που γράφω στο μικρό μου δωμάτιο;
Ποια είναι; Μήπως δεν έχει σημασία;
Μήπως χάνω (ξανά) τον χρόνο μου; Τι με νοιάζει;
Τι θα αλλάξει στη δική μου τη ζωή αν ξέρω;
Πότε θα αλλάξει η δική μου η ζωή αν, τελικά, μάθω;
Ποια είναι;
Σε είδα στο ποδήλατο …
Εδώ και χρόνια, τέτοια εποχή, δέχομαι συχνά την ερώτηση:
«Εσύ, Χριστίνα, θα πας στη γυμνή ποδηλατοδρομία;».
Η απάντησή μου -ΟΧΙ- είναι τόσο κάθετα κοφτή, που πάντα
ακολουθεί η ερώτηση: «Γιατί»;
Γιατί είμαι ποδηλάτισσα.
Γιατί είμαι ποδηλάτισσα.
Δεν χρησιμοποιώ το ποδήλατο ως μέσο για να με προσέξουν ή
να προκαλέσω.
Δεν κάνω ποδήλατο ούτε για να δείξω οικολογική
ευαισθησία, ούτε για να είμαι trendy, ούτε για να είμαι fit, ούτε για να ξεχωρίζω.
Κάνω ποδήλατο επειδή μ’ αρέσει.
Η Γυμνή Ποδηλατοδρομία διοργανώνεται σήμερα για 6η συνεχή χρονιά στη Θεσσαλονίκη.
Η Γυμνή Ποδηλατοδρομία διοργανώνεται σήμερα για 6η συνεχή χρονιά στη Θεσσαλονίκη.
Το σύνθημα είναι «Ήρθε η ώρα να βάλουμε ένα STOP στην
''άσεμνη'' έκθεση των ανθρώπων και του πλανήτη στη ρύπανση.».
Υποστηρίζεται από τον δήμο Θεσσαλονίκης και, σύμφωνα με
την ανακοίνωσή του, «Η διοργάνωση, εκφράζοντας τη βούληση της κοινωνίας των
πολιτών για παραμέριση (sic) των Ι.Χ. και προώθηση του ποδηλάτου ως εναλλακτικού και
βιώσιμου μέσου μετακίνησης, αλλά και για την προάσπιση και επανάκτηση του
δημόσιου χώρου από τα ιδιωτικά συμφέροντα, συμβαδίζει με την αντίληψη της
διοίκησης του δήμου Θεσσαλονίκης για τη σύγχρονη βιώσιμη και φιλική προς τον
πολίτη πόλη.
Παράλληλα, η δημοτική Αρχή αναγνωρίζει τις δυνατότητες
της διοργάνωσης να αποτελέσει πόλο τουριστικής έλξης, όπως συμβαίνει σε δεκάδες
πόλεις στον κόσμο οι οποίες συμμετέχουν στον θεσμό.».
Ο ρατσισμός της αριστεράς.
Είμαστε οι σφαίρες
Που θα γίνουν δάκρυα
Στα μάτια των παιδιώνΠου θα γίνουν δάκρυα
Των νεκρών μπάτσων.
Τίποτα λιγότερο…»
(Σύνθημα
μαυρογραμμένο σε τοίχο των Εξαρχείων, προϊόν «ταξικού μίσους» έτοιμου να
παραγάγει «ταξική πάλη», αφού ως γνωστόν, τάχα μου, ταχάτζα μου, να σε γαμ...,
να παίζουμε.)
Τη μπουκιά
απ’ το στόμα μάς πήρε η Κατερίνα Παναγοπούλου με το (κατά τα συνήθη)
προσφυές άρθρο της «Θα χαρίσουμε τους ‘μπάτσους’ στην Χ.Α.;».
Παίρνουμε,
όμως, τη σκυτάλη και πάμε να δοκιμάσουμε την επόμενη μπουκιά.
Να αναδείξουμε αυτή τη φοβερή υποκριτική μανία των
«αντιρατσιστών» της «Αριστεράς».
Που ωρύονται για το ρατσισμό των άλλων, χωρίς να κοιτάνε
τι κρέμεται στην πλάτη τους.
Μια σακουλίτσα τόσο γεμάτη από ρατσισμό κατά αυτού που
εχθρεύονται, του (δικού τους) «ταξικού εχθρού και των λακέδων του».