Έχουν
περάσει τέσσερα χρόνια από τον Φεβρουάριο του 2010.
Στα
τέλη του μήνα εκείνου, μετά το σοκ συνειδητοποίησης του Νταβός, όπου η Ελλάδα
ήταν το μόνο θέμα στα χείλη των υψηλών προσκεκλημένων, και μετά την αποτυχία
του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης – ποιος το θυμάται, άραγε; – να
αναστρέψει τη ραγδαία επιδεινούμενη κατάσταση, η κυβέρνηση Παπανδρέου
ετοιμαζόταν να προωθήσει τις πρώτες οριζόντιες περικοπές σε μισθούς του
Δημοσίου.
Θα
εγκατέλειπε έτσι οριστικά τα κεϊνσιανά προεκλογικά της όνειρα, σε μια ύστατη
προσπάθεια να εξευμενίσει τους θεούς των αγορών και να αποφύγει την κρίση
χρέους.
Ως
οδυνηρά γνωστόν, κι αυτή η προσπάθεια έπεσε στο κενό, με αποτέλεσμα δύο μήνες
αργότερα η Ελλάδα να ζητήσει την ενεργοποίηση του νεοπαγούς μηχανισμού στήριξης
και να θέσει εαυτόν υπό την κηδεμονία της τρόικας.
Τέσσερα
χρόνια μετά από εκείνο τον Φεβρουάριο, όταν είχε σφραγιστεί οριστικά και
αμετάκλητα το εισιτήριο της χώρας για το Καθαρτήριο των μνημονίων, η κρίση
χρέους δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί, ενώ η πραγματική οικονομία παραμένει σε κώμα
και το κοινωνικό κράτος – ήδη διάτρητο πριν το 2010 – έχει μετατραπεί σε
ερείπια.
Το
πολιτικό σκηνικό έχει αλλάξει δραστικά, αλλά σε μια ιδιόμορφη κατεύθυνση. Ο ΣΥΡΙΖΑ,
η νέα αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και η Χρυσή Αυγή, η νέα πολιτική δύναμη
που γέννησε η κρίση, διαφωνούν σε πολλά, αλλά συμφωνούν τουλάχιστον σε αυτό:
ότι η ρίζα της εθνικής καταστροφής είναι το μνημόνιο, για το οποίο ευθύνονται
οι ξένοι και οι ντόπιοι υποτελείς τους (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), όχι η πολιτική δανειακής
Λωτοφαγίας των προηγούμενων δεκαετιών.
Αυτή
η θεμελιώδης συμφωνία είναι που κρύβεται πίσω από εξαμβλώματα όπως η
υποψηφιότητα Καρυπίδη.
Παρ'
όλα αυτά, τον Φεβρουάριο του 2014 υπάρχουν δεδομένα που δικαιολογούν την ελπίδα
για τη χώρα μας.
Το
κυριότερο είναι η εξάλειψη των δίδυμων ελλειμμάτων – του δημοσιονομικού (αν
εξαιρέσουμε τους τόκους των δανείων) και του εξίσου σημαντικού ελλείμματος
τρεχουσών συναλλαγών.
Αμφότερα
είχαν ξεπεράσει παραμονές της κρίσης το 15% του ΑΕΠ.
Και
στις δύο περιπτώσεις, η δραστική αυτή αλλαγή της εικόνας δεν έγινε όπως θα
έπρεπε, γεγονός που δημιουργεί ανησυχία για το μέλλον.
Οι
συντριπτικοί νέοι φόροι δεν θα ήταν τόσο συντριπτικοί και οι πιο άδικες
περικοπές δαπανών θα είχαν αποφευχθεί αν το πολιτικό σύστημα ήθελε και ο
φοροεισπρακτικός μηχανισμός μπορούσε να πλήξει καίρια τη μεγάλη φοροδιαφυγή και
φοροαποφυγή.
Ο
ισοσκελισμός των τρεχουσών συναλλαγών επετεύχθη πολύ περισσότερο χάρη στην
καταβύθιση των εισαγωγών παρά στην αύξηση των εξαγωγών.
Το
ξαναλέμε όμως: η εξάλειψη των δίδυμων ελλειμμάτων αποτελεί άθλο, κι αν δεν
είναι ικανή συνθήκη για την ανάκαμψη, σίγουρα είναι απαραίτητη.
Σε
μία περίοδο όπου τα διεθνή κεφάλαια στρέφονται ξανά προς τις ανεπτυγμένες
οικονομίες και με την Ευρωζώνη να εξέρχεται – αγκομαχώντας, έστω – από την
ύφεση – δίνουν ένα ζωτικό σημάδι ότι η Ελλάδα έχει βάλει τάξη στα δημόσια
οικονομικά της και μπορεί να αποτελέσει ξανά προορισμό επενδύσεων.
Για
να επιστρέψω, όμως, στην πηγή της ανησυχίας, που εξακολουθεί να είναι η
πολιτική σκηνή.
Η
κυβέρνηση, παρά τις καλές προθέσεις ορισμένων υπουργών, μοιάζει να μην έχει
άλλες δυνάμεις.
Οι
κοινοβουλευτικές ομάδες που τη στηρίζουν δεν δείχνουν διατεθειμένες για καμία
άλλη σύγκρουση, με κανέναν.
Ο
ΣΥΡΙΖΑ, από την πλευρά του, παλινωδεί μεταξύ ρεαλισμού και ακροτήτων, καθώς
συνειδητοποιεί ότι κάτω από το αντιμνημονιακό δέντρο έχουν βρει γόνιμο έδαφος
διάφορα επικίνδυνα ζιζάνια.
Η
πολιτική συζήτηση, εν τω μεταξύ, ακροβατεί μεταξύ αγανακτισμένου
αντισυστημισμού – οργής χωρίς πρόγραμμα – και ενός βαθύτατου αυτισμού του
κατεστημένου πολιτικού προσωπικού.
Πρόσφατα
κάλυψα την παρουσίαση του βιβλίου του Προκόπη Παυλόπουλου, για την οποία
άνοιξαν τρεις όροφοι της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών για τη διαχείριση της
κοσμοσυρροής.
Όπως
αντιλήφθηκα από την παρουσίαση, ο επί πέντε χρόνια κορυφαίος υπουργός των
κυβερνήσεων Καραμανλή δεν αναφέρεται καθόλου στην κυβερνητική του θητεία στο
πόνημά του. Αντ’ αυτού οδύρεται για τους κακούς Ευρωπαίους, το θεσμικό έκτρωμα
που αποτελεί η τρόικα και τον «νεοφιλελεύθερο Μινώταυρο» (για το ποιος μας
οδήγησε κατευθείαν στην αγκαλιά της, ούτε κουβέντα).
Αλλά
θα μου πείτε, εδώ κατεβαίνει για δήμαρχος της Αθήνας ο Νικήτας Κακλαμάνης –
είναι σαν ο Μπέρνι Μέιντοφ να βολιδοσκοπεί τους πρώην επενδυτές του για να
στήσει νέο hedge fund.
Μεταξύ
αυτών και των κραυγών του αντιπροέδρου της κυβέρνησης ότι έσωσε τη χώρα και ότι
προστάτευσε το 65% του διαθέσιμου εισοδήματος των Ελλήνων (ένας άλλος τρόπος να
πει ότι το μείωσε κατά 35%), είναι να αναρωτιέται κανείς: για τόσο ηλίθιους μας
παίρνουν;
Έτσι
έχουν τα πράγματα τέσσερα χρόνια αφού ξεκίνησε η τελική διολίσθηση προς την
κρίση χρέους: τα δημόσια οικονομικά είναι πολύ καλύτερα, η οικονομία, παρότι
βρίσκεται στον βυθό, έχει προοπτικές, αλλά οι πολιτικοί – συστημικοί και
αντισυστημικοί, «μνημονιακοί» και αντιμνημονιακοί – δείχνουν ανίκανοι να μάθουν
από τα λάθη τους.
Δυστυχώς,
η εμμονή τους στον κομματισμό και τις κραυγές, η προχειρότητα στη διαχείριση
κάποιων και η άγνοια κινδύνου άλλων, σημαίνει ότι ακόμα κινδυνεύουμε, παρότι
φτάσαμε στην πηγή, να μείνουμε χωρίς νερό.
Γιάννης
Παλαιολόγος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου