Έχω ξαναπεί ότι θεωρώ (και εγώ) το ποδόσφαιρο ως
το πιο σημαντικό από τα ασήμαντα αυτής της ζωής.
Τι θα ήταν όμως μια ζωή χωρίς τα ασήμαντα;
Όπως και να έχει, τίποτα πιο σημαντικό στο
ποδόσφαιρο από έναν τελικό μουντιάλ.
Ειδικά όταν σε αυτόν μετέχει μια αγαπημένη σου
ομάδα την οποία υποστήριζες ανέκαθεν μετά φανατισμού.
Φανατισμού είπατε; Ναι φανατισμού.
Διότι το ποδόσφαιρο έχει και αυτή την προσφορά
στη σύγχρονη κοινωνία, σου δίνει τη δυνατότητα να εκφράσεις τον όποιο φανατισμό
διαθέτεις μέσα σου με σχετικά αβλαβή τρόπο. βοηθώντας έτσι στο να μένεις
ψύχραιμος και νηφάλιος στα άλλα, τα σημαντικά ζητήματα της ζωής.
Μιλάω εν προκειμένω, για την εθνική Αργεντινής.
Και θα επιχειρήσω τώρα, λίγες ώρες πριν το
μεγάλο τελικό να εξηγήσω, όσο γίνεται πιο αντικειμενικά (ή αν προτιμάτε – που
και εγώ το προτιμώ – όσο πιο έντιμα υποκειμενικά μπορώ) γιατί την υποστηρίζω
όχι μόνο εναντίον της Γερμανίας, αλλά και εναντίον οποιουδήποτε άλλου έβρισκε
στον τελικό.
Πλην Ελλάδος φυσικά, να το πούμε κι αυτό.
Διότι ούτε αυτό είναι τόσο αυτονόητο στην
εξωτική μας χώρα.
Πάμε λοιπόν:
Από καθαρά ποδοσφαιρικής απόψεως, το αργεντίνικο
ποδόσφαιρο είναι αυτό που θα κρατούσα αν έπρεπε να μείνει μόνο ένα στυλ
ποδοσφαίρου στον πλανήτη. Είναι όσο (και καθόλου λίγο) τεχνικό χρειάζεται, όσο
παθιασμένο απαιτείται, και όσο «βρώμικο» θέλω να βλέπω.
Διότι, όσο κι αν ακούγεται κλισέ, το ποδόσφαιρο
είναι σαν το πιτόγυρο, χωρίς λίγη βρωμιά δεν το ευχαριστιέσαι. Αλλά στο θέμα
της βρωμιάς θα επανέλθω αμέσως παρακάτω διότι υπάρχει ένα άλλο κλισέ καθόλου
ευχάριστο σε μένα και θεωρώ εντελώς άδικο.
Η Αργεντινή δεν έπαψε ποτέ να παράγει παιχτούρες
ολκής – να τώρα έχουμε την τύχη να θαυμάζουμε άλλον έναν, τον Μέσι, που μπορεί
να μην είναι ομορφόπαιδο, να μη λάμπει σα σταρ εκτός γηπέδων, να μην έχει το
αλανιάρικο στυλ που διέγειρε τα πλήθη όπως π.χ. ο Μαραντόνα, αλλά είναι όντως
ώρες-ώρες από άλλο πλανήτη.
Και σ’ αυτό το μουντιάλ κάνει αυτά που πρέπει
και του επιτρέπουν οι άλλοι βοηθούντων και των διαιτητών που δείχνουν μια
αξιοπρόσεκτη ανοχή στις κλωτσιές και τα λοιπά χτυπήματα.
Στα οποία, οι Αργεντίνοι, όπως είπαμε ποτέ δεν
υστέρησαν, αλλά τα χρεώνονται ακόμα κι όταν οι άλλοι τους ξεπερνάν κατά πολύ.
Π.χ. οι Βραζιλιάνοι σε αυτό το μουντιάλ, οι Ολλανδοί κλπ.
Διότι στην Ελλάδα πιστεύουμε ότι μόνο οι
Λατινοαμερικάνοι και ιδίως οι Αργεντινοί και τα πρώτα ξαδέρφια τους, οι
Ουρουγουανοί, παίζουν βρώμικα. Ειδικά σ’ εμάς τους ΕΛ-ληνες φαίνεται απίστευτο
ότι μπορεί κάποιος βορειοευρωπαίος π.χ. να παίξει έτσι που ακόμα κι αν το δούμε
δεν το καταγράφει καν η μνήμη μας.
Αλλά έτσι είμαστε εμείς, τι να κάνουμε;
Επανέρχομαι όμως: Οι Αργεντίνοι όχι μόνο αγαπάνε
το ποδόσφαιρο στις κερκίδες, αλλά έχουν και την ωριμότητα να το προστατεύουν με
τη γενικότερη νοοτροπία τους κι ας, θερμόαιμοι όντες, το παρακάνουν στο
χουλιγκανισμό – χωρίς βέβαια ούτε εδώ να αποτελούν εξαίρεση.
Έχουν φροντίσει να συμμετέχουν στα κοινά των
ομάδων τους μαζικά, συγκρίσιμα μόνο με τη Ρεάλ και τη Μπαρτσελόνα και έτσι αν
και εκεί το πρωτάθλημα είναι επαγγελματικό, οι ομάδες ανήκουν και εν τέλει
ελέγχονται απ’ τον κόσμο τους. Όχι από τον κάθε επιχειρηματία, τυχάρπαστο ή μη,
όπως σε κάποια άλλα μέρη που ξέρουμε.
Να κάτι που είμαι σίγουρος ότι πολλοί δεν
ξέρατε, έτσι δεν είναι;
Υπάρχουν όμως κι άλλοι λόγοι που κάποιος
υποστηρίζει μια εθνική ομάδα άλλης χώρας πέραν από τους καθαρά ποδοσφαιρικούς.
Να ο πιο βασικός για μένα: Όπου κι αν ταξίδεψα,
πουθενά δε βρήκα ανθρώπους πιο κοντά σε εμάς τους Έλληνες από τους Αργεντίνους
– στο Μπουένος Άιρες συγκεκριμένα.
Με εξαίρεση την ποδοσφαιρική τους κουλτούρα που
χωρίς να είναι πολύ διαφορετική, είναι όπως είπα πολύ ανώτερη της δικής μας,
στα άλλα είμαστε σχεδόν ίδιοι.
Φιλότιμοι, παθιασμένοι, καλοφτιαγμένοι και
φροντισμένοι, φασαρτζήδες, φαγάδες, γλετζέδες, πλακατζήδες, γκρινιάρηδες,
καταφερτζήδες, ημι-ψεκασμένοι αλλά και οξυδερκείς οι Αργεντίνοι, αν
επισκεφτείτε τη χώρα τους δε θα πιστεύουν ότι είστε από μια τόσο μακρινή χώρα
όταν σας γνωρίσουν και δούνε τις πασιφανέστατες ομοιότητές σας με αυτούς.
Μιλάω εκ πείρας τώρα – όσο ήμουν εκεί οι πάντες
που ήθελαν να μου πουν κάτι το έλεγαν στα ισπανικά, δηλαδή με την
ακαταλαβίστικη (για όποιον έμαθε μόνο μερικά κουτσο-καστιλιάνικα ισπανικά)
αργεντίνικη διάλεκτο, μη κρύβοντας την έκπληξή τους όταν διαπίστωναν ότι δεν
είμαι ντόπιος.
Η γλώσσα του σώματος, ακόμα και το ύφος είναι
τόσο όμοια βλέπετε.
Καμία έκπληξη μετά από όλα αυτά που είναι (κι αν
δεν είναι με το παραμικρό θα γίνουν) φανατικά φιλέλληνες.
Μέχρι και η πρόσφατη ιστορία μας είναι
πανομοιότυπη: Πρακτοροκίνητη χούντα εμείς επί 7 χρόνια που έπεσε μετά από
εθνική τραγωδία στην Κύπρο, παρακτοροκίνητη χούντα (Βιντέλα) αυτοί που έπεσε
μετά το εθνικό τους φιάσκο στις Μαλβίνες (μην κάνετε το λάθος να τα αποκαλέσετε
«Φώκλαντς» αν μιλάτε με Αργεντίνο – είναι χειρότερο απ’ το να αποκαλέσει
Σλαβομακεδόνα το Μέγα Αλέξανδρο).
Για να μη μιλήσω για τις χρεωκοπίες και των δυο
μας, ούτε για τον Περόν, τον οποίο αντέγραψε στα πάντα σχεδόν ο Ανδρέας
Παπανδρέου με μεγάλη επιτυχία και με κάπως μικρότερη στη «δικιά μας» Εβίτα, τη
…Μιμή.
Εξήγησα αρκετά γιατί είμαι Αργεντίνος
ποδοσφαιρικά και μάλιστα φανατικά; Νομίζω ναι.
Ας εξηγήσω τώρα γιατί δεν θα είμαι μεθαύριο,
ούτε για μία μέρα, Γερμανός.
Ναι οι Γερμανοί είναι ποδοσφαιρικά αξιοθαύμαστοι
ανέκαθεν και τώρα, κι ας μην έβγαλαν
ποτέ το σούπερ μπαλαδόρο.
Έβγαζαν όμως πάντα αρκετούς καλούς, και με τη
(και ποδοσφαιρική) μεθοδικότητά τους κάλυπταν με το παραπάνω το όποιο χάντικαπ.
Εξάλλου οι τύποι ξεφτίλισαν τη Βραζιλία με τρόπο
που δεν είδαμε τα προηγούμενα 100 χρόνια ούτε κατά διάνοια και ούτε, νομίζω, θα
ξαναδούμε τα επόμενα 100.
Ναι, είναι εξίσου αξιοθαύμαστοι και για το πώς
οικοδόμησαν μια χώρα που ευημερεί, που είναι ανοιχτή και υποδειγματικά
δημοκρατική με υγιέστατους θεσμούς.
Αλλά αυτό δεν είναι όλη η ιστορία.
Διότι είναι και οι ίδιοι που ακόμα δεν μπόρεσαν
να αποκτήσουν στοιχειώδη αίσθηση του χιούμορ.
Οι ίδιοι που επιμένουν να φοράνε κάλτσα με το
πέδιλο.
Οι ίδιοι που δυσκολεύονται να εννοήσουν ότι η
ζωή δεν είναι μόνο ξερή λογική και άσπρο-μαύρο.
Οι ίδιοι που επιμένουν, όχι στα ίσια βέβαια
(υπάρχει και ένα παρελθόν τόσο ένοχο για τους ίδιους που δεν τολμούν φανερά
ούτε καν να υπονοήσουν κάτι τέτοιο – και ορθώς) να μας βλέπουν ως κάτι κατώτερο
από αυτούς.
Όχι εντελώς άδικα, να το παραδεχτούμε κι αυτό,
αλλά σε όλα υπάρχουν όρια.
Και όπως δε γνώρισα ποτέ Γερμανό έτοιμο π.χ. να
υποστηρίξει την εθνική Ιταλίας εναντίον π.χ. της Σουηδίας, έτσι δε βλέπω κανένα
λόγο να κάνω εγώ το αντίστροφο.
Αλληλεγγύη εσείς; Ε, μπορούμε και εμείς!
Χώρια ότι δεν έχουμε ξεχάσει το απίστευτο
πέναλτι που χρειάστηκε το 1990 για να καταβάλει την τότε παρέα του Μαραντόνα.
Ναι ο Μαραντόνα είχε και έχει πολλά ελαττώματα.
Ναι και τότε η Γερμανία είχε μια καθ’ όλα άξια
ομάδα.
Αλλά όχι έτσι ρε παιδιά.
Την αδικία δεν τη θέλει ούτε ο Θεός.
Οποιασδήποτε θρησκείας…
Βάμος Αρτζεντίνα λοιπόν!
Ο Παραβάτης
ΥΓ1: Το κείμενο αυτό γράφτηκε κάτω σχεδόν απ’ το
ναό του Επικούρειου Απόλλωνα στα βουνά στα όρια Ηλείας, Μεσσηνίας και Αρκαδίας.
Ένα από τα πιο υποβλητικά και εκπληκτικά μέρη
που έχω πάει και ως τοποθεσία και ως μνημείο αυτό καθ’ εαυτό – κάτι ηξερε η
ΟΥΝΕΣΚΟ που το ανακήρυξε παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά.
Είμαι απολύτως άθεος, αλλά όσο ήμουν εκεί νομίζω
ότι αισθάνθηκα κάτι, σαν ευλογία, για την παρέα του Μέσι.
Ρε λες; ‘Η μήπως απλώς ευσεβής πόθος;
Προφανώς το δεύτερο, αλλά θέλω να πιστεύω το
πρώτο!
ΥΓ2: Μακριά από μένα οι πάσης φύσεως
αγαναΧτιστές που χρεώνουν τα πάντα στους «μερκελιστές» και γενικώς οι οπαδοί
της δραχμής και του δήθεν ταιριαστού παραδείγματος της αργεντίνικης χρεωκοπίας
του 2001.
Που δεν είναι του παρόντος να επαναλάβω (και
εγώ) γιατί παρά τις πολλές ομοιότητες, δεν είναι ανάλογες οι περιπτώσεις.
Αλλά μέχρι την Κυριακή και το τέλος του ματς θα
τους ανεχτούμε.
Γιατί έτσι είναι η μπάλα, γίνεσαι για 90’
κολλητός με ανθρώπους με τους οποίους δεν έχεις καμία σχέση.
Μέρος της γοητείας της!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου