31.8.14

Γιατί είναι άδεια τα σούπερ μάρκετ της Βενεζουέλας;



Τα σούπερ μάρκετ της Βενεζουέλας δεν έχουν αρκετά τρόφιμα.
Δεν έχουν αρκετό χαρτί υγείας.
Ουσιαστικά τίποτα δεν υπάρχει σε πραγματική επάρκεια.




Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η κυβέρνηση της Βενεζουέλας είναι έτοιμη να αρχίσει να εφαρμόζει τη λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων στους πολίτες, ουσιαστικά επιβάλλοντας σιτηρέσιο.
Γιατί όμως μια χώρα πλούσια σε πετρέλαιο δεν μπορεί να διατηρήσει επαρκώς εφοδιασμένα τα καταστήματα;
Η αιτία είναι ο έλεγχος των τιμών.
Πάντοτε και παντού δημιουργούσαν και δημιουργούν ελλείψεις.
Οι συγκεκριμένοι λόγοι για τις ελλείψεις που παρατηρούνται στη Βενεζουέλα αναλύονται παρακάτω.


 
Πρώτον, η κυβέρνηση λειτουργεί με ένα τεράστιο έλλειμμα, περίπου 14% του ΑΕΠ, το οποίο χρηματοδοτεί μέσω του εθνικού νομισματοκοπείου. τυπογραφείο. Το πρόβλημα είναι, βέβαια, ότι τα φρεσκοτυπωμένα χρήματα αξίζουν λιγότερο όσο περισσότερα τυπώνει κανείς για να πληρώσει τους λογαριασμούς του.
Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι ο πληθωρισμός της Βενεζουέλας βρίσκεται, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, στο 60%, ενώ μπορεί στην πραγματικότητα φτάνει ώς και το 300%!
Δεύτερον, η κυβέρνηση πιστεύει ότι μπορεί να ξεφύγει από το πληθωρισμό μέσω νομισματικών και τιμολογιακών ελέγχων.
Δείτε πως θέλουν (αλλά δεν μπορούν) να το επιτύχουν αυτό.
Υπάρχει μια επίσημη συναλλαγματική ισοτιμία 6,3 μπολιβάρ ανά δολάριο ΗΠΑ στην οποία έχουν πρόσβαση μόνον η κυβέρνηση και οι κολλητοί. Μετά, υπάρχει ένα δεύτερο, ελαφρώς χαλαρότερο, επίπεδο ισοτιμίας στα 10 μπολιβάρ ανά δολάριο.
Το τρίτο επίπεδο ισοτιμίας βρίσκεται στα 50 μπολιβάρ ανά δολάριο για όσους έχουν ακόμη λιγότερη πρόσβαση στη κυβέρνηση.
Υπάρχει, τέλος, η μαύρη αγορά συναλλάγματος (με έμφαση στη λέξη «αγορά»), σύμφωνα με την οποία η πραγματική ισοτιμία είναι στα 68 μπολιβάρ ανά δολάριο.
Με άλλα λόγια, οι έχοντες πρόσβαση στη πολιτική εξουσία μπορούν να αγοράσουν δολάρια δέκα φορές φθηνότερα από ότι όλοι οι υπόλοιποι συμπατριώτες τους.
Η κυβέρνηση της Βενεζουέλας ελέγχει πολύ, πάρα πολύ αυστηρά τις τιμές.
Τα πάντα, από το γάλα και τη ζάχαρη μέχρι και χαρτί υγείας έχουν μια επίσημη προκαθορισμένη τιμή, την οποία υποτίθεται ότι δεν μπορούν να αλλάξουν τα καταστήματα. Φυσικά, μερικές φορές το κάνουν.
Αλλά το καθεστώς Μαδούρο έχει υποσχεθεί να κάνει ακόμη πιο αυστηρούς ελέγχους και να θέσει τέλος σε αυτές τις εκτός διατίμησης τιμές της αγοράς.
Τρίτον, κάθε φορά που προσπαθεί κάποιος να αναστείλει το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης, όπως στη περίπτωση αυτή της Βενεζουέλας, είναι νομοτελειακώς επόμενο ότι θα δημιουργηθούν ελλείψεις στην αγορά.
Η Βενεζουέλα εισάγει τα περισσότερα από τα βασικά αγαθά της,  είναι επομένως λογικό πως για να μπορεί κανείς να κερδίσει από τη πώλησή τους στις επίσημες τιμές, θα πρέπει πρώτα να τα αγοράσει σε μια χαμηλότερη τιμή από το εξωτερικό, με δολάρια που θα αποκτήσει με την επίσημη νομισματική ισοτιμία. 
Οι επιχειρήσεις που θα πρέπει να πληρώσουν 60 μπολιβάρ για ένα δολάριο δεν πρόκειται να το δαπανήσουν για να αγοράσουν κάτι που η κυβέρνηση θα τους επιτρέψει να το πουλήσουν, ας πούμε, για 20 μπολιβάρ.
Θα προτιμήσουν να αφήσουν τα ράφια τους άδεια.
Αλλά η κατάσταση στη Βενεζουέλα είναι ακόμα πιο διεστραμμένη.
Οι εταιρείες που έχουν τη τύχη (είναι αρκετά διεφθαρμένες, δηλαδή) να αγοράζουν τα φτηνά δολάρια, δεν τα χρησιμοποιούν πάντοτε για αυτό που υποτίθεται ότι θα έπρεπε να κάνουν.
Κι’αυτό επειδή μπορούν να κερδίσουν περισσότερα χρήματα πουλώντας τα επιδοτούμενα από το κράτος δολάρια τους στη μαύρη αγορά συναλλάγματος από ότι θα κέρδιζαν πουλώντας τα επιδοτούμενα προϊόντα τους στις επίσημες τιμές.
 Έτσι πλαστογραφούν τιμολόγια που αποδεικνύουν την εισαγωγή των αγαθών, τα οποία υποτίθεται ότι θα αγόραζαν, και στη συνέχεια ανταλλάσουν στη μαύρη αγορά μερικά δολάρια για να πετύχουν ένα γρήγορο κέρδος ή τα βάζουν στην άκρη για να κερδίσουν ακόμη περισσότερα στο μέλλον.
Όπως εύστοχα παρατηρεί ένας αναλυτής, στη Βενεζουέλα δεν υπάρχουν πραγματικοί εισαγωγείς βούτυρου, καθώς αυτοί πρακτικά είναι χρηματιστές νομισμάτων που έχουν ως ζημιογόνο κλάδο της επιχείρησης τους την εισαγωγή βουτύρου.
Με άλλα λόγια, αφενός δεν είναι κερδοφόρο για τις μη επιδοτούμενες επιχειρήσεις να γεμίσουν με αγαθά τα ράφια τους, αφετέρου δεν είναι αρκετά επικερδές ούτε για τις επιδοτούμενες να το κάνουν.
 Έτσι, τα ράφια των καταστημάτων στη Βενεζουέλα παραμένουν άδεια.
Το παράδειγμα της Βενεζουέλας αποτελεί μια υπενθύμιση ότι κανείς δεν μπορεί να αναστείλει τους νόμους της οικονομίας.
Δεν μπορεί κανείς να εκτυπώνει χρήματα για να πληρώνει για διάφορα πράγματα χωρίς να δημιουργήσει ταυτοχρόνως πληθωρισμό.
Και κανείς δεν μπορεί να ανακόψει τον πληθωρισμό με προσευχές ή μαγικά. 
Όχι μόνο θα αποτύχει να το κάνει, αλλά θα δημιουργήσει νέα και ακόμη χειρότερα προβλήματα, όπως ελλείψεις αγαθών. 
Ο καπιταλισμός είναι το χειρότερο οικονομικό σύστημα, αν φυσικά εξαιρέσει κανείς όλα τα άλλα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου