29.9.14

Τα μπαρ στο σοσιαλισμό…



Συχνά η αριστερά, κυρίως η πιο ριζοσπαστική, κατηγορείται ότι δεν έχει προτάσεις και ότι ο λόγος της είναι στείρα καταγγελτικός, ενώ τα προτάγματά της νεφελώδη, γενικόλογα και ελάχιστα πειστικά, καθώς παρουσιάζουν έλλειψη ρεαλισμού και επαφής με την καθημερινότητα.





Αντιπαρερχόμενος τη φιλελεύθερη κριτική περί «στείρας άρνησης» καθώς αυτή είναι προφανές ότι οφείλεται στη θέση άμυνας στην οποία βρίσκεται η αριστερά απέναντι στη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα (αν υποθέσουμε ότι βρισκόταν η αριστερά σε θέση ισχύος και επιχειρούσε π.χ. ευρείες κρατικοποιήσεις χωρίς αποζημίωση, τότε θα ήταν, δίχως άλλο,  οι δεξιοί με τη «στείρα άρνηση»), δεν μπορώ παρά να αναγνωρίσω ότι η παραπάνω κριτική έχει μια κάποια βάση από τη στιγμή που είναι εμφανής η έλλειψη συγκεκριμένου προγραμματικού λόγου από τη μεριά της αριστεράς.



Αλλά ας μιλήσουμε καλύτερα με παραδείγματα: Πολλοί καλοπροαίρετοι συμπολίτες μας με το δίκιο τους θα ρωτούσαν, πώς θα είναι η διασκέδασή μας σε μια κεντρικά σχεδιαζόμενη οικονομία χωρίς ιδιωτικές επιχειρήσεις;
Τα μπαρ θα έκλειναν ως παρακμιακά κατάλοιπα του πολιτιστικού ιμπεριαλισμού της αμερικάνικης υπερδύναμης και της ευρωενωσιακής λυκοσυμμαχίας;
Θα ήμασταν υποχρεωμένοι να υπομείνουμε τη μονοτονία του τριπτύχου ταβέρνα, αμπέχονο και αντάρτικα;
Η μονομέρεια με τα δικαιώματα της λαϊκής οικογένειας δεν θα αδικούσε τη ροκ, την πανκ ή την χίπστερ οικογένεια;
Σ’ αυτά τα εύλογα ερωτήματα μια σύγχρονη αριστερά, που έχει αποτινάξει την παλιά σκουριά του υπαρκτού σοσιαλισμού θα έπρεπε να απαντήσει με παρρησία και χωρίς «ναι μεν, αλλά».
Από το φιλόξενο βήμα του //Παραλληλογράφου// θα ήθελα να καταθέσω την ταπεινή προσωπική μου επεξεργασμένη τοποθέτηση επί του θέματος, η οποία πιστεύω ότι θα όφειλε να τύχει συζήτησης στα κόμματα και τις οργανώσεις της ευρύτερης αριστεράς:
Στο σοσιαλισμό θα υπάρχουν μπαρ για τις ανάγκες διασκέδασης της νεολαίας και όχι μόνο.
Βέβαια, τα μπαρ από τη στιγμή που δεν θα υπάρχει ιδιωτικός τομέας της οικονομίας θα είναι κρατικά, δηλαδή ιδιοκτησία ολάκερου του λαού μας.
Το προσωπικό θα είναι δημόσιοι υπάλληλοι καλά αμειβόμενοι για να επιτελούν με κέφι το λειτούργημά τους.
Όμως, μελετώντας σε βάθος το ζήτημα θα βρεθούμε μοιραία απέναντι στο ακόλουθο ερώτημα: Και τί θα γίνει αν ένα μπαρ αρέσει πιο πολύ και μαζεύει περισσότερο κόσμο από άλλα;
Αυτά θα υπολειτουργούν και το προσωπικό τους θα αποτελείται από αργόμισθους που ζουν εις βάρος της σοσιαλιστικής οικονομίας ή μήπως θα κλείσουν καταργώντας έτσι οργανικές θέσεις και οδηγώντας κόσμο στον εφιάλτη της ανεργίας;
Η απάντηση που θα δώσουμε είναι πως δεν θα πηγαίνει ο καθένας σε όποιο μπαρ θέλει -ο σοσιαλισμός είναι ελευθερία και όχι ασυδοσία- αλλά στο μπαρ που αντιστοιχεί στην διεύθυνση της κατοικίας του (όπως γίνεται σήμερα π.χ. με τις ΔΟΥ, χωρίς κανείς να διαμαρτύρεται).
Βέβαια, τα κομματικά στελέχη οφείλουν να ενημερώσουν και να πείσουν το λαό για την αναγκαιότητα αυτού του μέτρου, όπως επίσης και για τις πολλαπλές ωφέλειες που αυτό θα έχει για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, όπως π.χ. ότι δεν θα μαζεύονται σε συγκεκριμένα μπαρ υπό το πρόσχημα της διασκέδασης διάφοροι τροτσκιστές, αναρχικοί και λοιπά κακοποιά στοιχεία να φραξιονίζουν και να συνωμοτούν εις βάρος της κοινωνίας, αλλά αντίθετα στο μπαρ κάθε γειτονιάς θα συσφίγγονται  οι σχέσεις των μελών των συνοικιακών συμβουλίων, που θα αποτελούν ένα από τα κύτταρα της πολιτικής οργάνωσης του σοσιαλιστικού κράτους.
πίσης, θα πρέπει να απαντηθούν πειστικά οι ενστάσεις όσων θα θέλουν να «βγαίνουν με τους φίλους τους», αναδεικνύοντας την αστική καταγωγή της έννοιας της λεγόμενης «φιλίας» ως ιδιαίτερης σχέσης.
Στον σοσιαλισμό, ο εγωισμός οφείλει να εγκαταλειφθεί και όλοι να είμαστε φίλοι και σύντροφοι με όλους.
Ας δούμε όμως τώρα λίγο πιο πρακτικά το πώς θα λειτουργεί ο λαϊκός θεσμός του μπαρ.
Ας φανταστούμε… 
Ο σύντροφος Δ. την Παρασκευή το βράδυ, μετά από μια κουραστική, αλλά παραγωγική ημέρα, αισθανόμενος περήφανος που συνεισέφερε κι αυτός το μικρό του λιθαράκι στην πλέρια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων του τόπου, μπαίνει στο μπαρ της γειτονιάς του, παρατηρώντας ανέμελα κατά την είσοδό του την ταμπέλα που αναγράφει «Λαϊκή Δημοκρατία της Ελλάδας, Υπουργείο Επισιτισμού και Διασκέδασης – ΙΓ΄ Μπαρ Αθήνας» και προχωρά  ακάθεκτος να παραγγείλει ένα ποτό.
Λέει στον μπάρμαν «σύντροφε ένα ουΐσκι!» (ο μπάρμαν δεν ρωτά τι ουΐσκι, αφού δεν θα υπάρχουν μάρκες, αλλά ένας τύπος ποιοτικού ουΐσκι, αυτός με την κόκκινη ταμπέλα –το red label- που θα αναγράφει επάνω «ουΐσκι»).
Ο μπάρμαν τον ρωτά «που μένεις σύντροφε;»
Ο Δ. απαντά «εεε, Πιπίνου και Πατησίων», ο μπάρμαν απαντά ευγενικά, καθώς είναι λογικό ότι στην αρχική αυτή φάση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού δεν είναι δυνατόν να αποφεύγονται τα λάθη και οι δυσκολίες προσαρμογής «δεν είσαι σε μας ρε σύντροφε, πήγαινε στο ΚΓ΄ Μπαρ δυο στενά πιο κάτω».
Ο Δ. φεύγει και πηγαίνει στο ΚΓ΄. Μπαίνοντας ζητά ένα ουΐσκι, ο μπάρμαν αφού βεβαιώνεται με ένα απλό τηλεφώνημα στο μητρώο ότι ο Δ. πράγματι υπάγεται στο μπαρ όπου εργάζεται τον σερβίρει με χαρά.
Τότε ο Δ. τον ρωτά «μπορώ να έχω λίγο πάγο;» για να λάβει την απάντηση «πάγο στον τρίτο αφού περάσεις απ’ το πρωτόκολλο».
Ο Δ. βάζει τον πάγο και κάθεται στο τραπέζι του για να περάσει τη βραδιά του ακούγοντας το κεντρικό κρατικό πλέιλιστ, που παίζεται σε όλα τα μπαρ της χώρας για την ανύψωση του πολιτιστικού επιπέδου του εργαζόμενου λαού και συζητά με τους γείτονές του θέματα σχετικά με την ανάπτυξη των ρυθμών της παραγωγής και την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας…
Οι παραπάνω περιγραφές είναι κατά τη γνώμη μου αναγκαίες καθώς οι κομμουνιστές δεν κρύβουν τις προθέσεις τους και οφείλουν να έχουν λόγο ρεαλιστικό, λεπτομερή, προγραμματικό και χωρίς ωραιοποιήσεις.
Αν βγούμε στις γειτονιές, στα σκολειά και στους χώρους δουλειάς και τα πούμε όλα αυτά καθώς και άλλα παρόμοια για άλλα θέματα της καθημερινότητας, είναι δυνατόν να μην πείσουμε και να μην  στρατεύσουμε την πλειοψηφία του λαού μας (εκτός από κάποιους γκρινιάρηδες και καλοπερασάκηδες) στον αγώνα για το σοσιαλισμό;

Καπυμπάρα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου