Προσοχή! Ακολουθεί παραλήρημα.
Πριν από εξήντα και βάλε χρόνια, όπως πάμπολλοι
συμπατριώτες μας, έτσι και ο μπαμπάς μου έφυγε 20 χρόνων από το χωριό του και
πήγε να βρει τη τύχη του στη Θεσσαλονίκη.
Οι συνθήκες στο χωριό ήταν τρισάθλιες, ειδικά
για ένα παιδί πολυμελούς προσφυγικής οικογένειας που δεν διέθετε αρκετή γη ή χωράφια για να μοιραστούν σε έξι αδέλφια.
Ήταν άλλωστε η εποχή της βίαιης αστικοποίησης της
Ελλάδας, της αστυφιλίας, που με τη βοήθεια των εργολάβων αλλά και της περίφημης
νεοελληνικής πατέντας, της λεγόμενης αντιπαροχής
του «εθνάρχη», του Καραμανλή του κανονικού δηλαδή, δημιούργησαν το σημερινό τοπίο απρόσωπης αστικής
ζούγκλας, αυτόν τον χυδαίο εφιάλτη του τσιμέντου που ζούμε καθημερινά.
Έτσι, χωρίς καλά καλά να το καταλάβει, ο μέσος
Έλληνας, που επί χιλιετίες ήταν αγρότης, εργάτης γης, ή κτηνοτρόφος, έγινε (μικρο)αστός,
συνήθως ιδιωτικός υπάλληλος, κουβαλώντας μαζί του τις αιώνιες αγροτικές
νοοτροπίες, και απέκτησε επιτέλους και αυτός το δικό του κεραμίδι.
Το όνειρο του κάθε (χρόνια) στερημένου.
Απέκτησε ένα κλουβί δηλαδή σε μια άχρωμη πολυκατοικία,
μεσοτοιχία με άλλους εξίσου «προνομιούχους».
Οι Έλληνες άφησαν τα χωριά τους για να γίνουν
αστοί, ενώ μετά από μισό και πλέον αιώνα, όσοι τα κατάφεραν, αφήνουν τις πόλεις
για να ζήσουν στην εξοχή… στο χωριό δηλαδή!
Φαύλος κύκλος.
Με αυτά και με αυτά η χώρα μας απέκτησε ένα από
τα μεγαλύτερα ποσοστά παγκοσμίως ιδιοκτησίας ακινήτων. Σε βαθμό που να
τρελαίνονται οι Γερμανοί, και άλλοι «αναπτυγμένοι».
Κι αυτό είναι λογικό διότι σε αυτές τις χώρες,
όπου ο καπιταλισμός εξελίχτηκε ομαλά, το «δικό μας κεραμίδι» δεν αποτέλεσε ποτέ
αυτοσκοπό.
Ο καπιταλισμός χρειάζεται προλεταριάτο, ήτοι
εργατικό δυναμικό.
Και αυτό το εργατικό δυναμικό θα πρέπει να είναι
ευέλικτο και προσαρμόσιμο στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες της παραγωγικής
διαδικασίας.
Με απλά λόγια ο «σωστός» προλετάριος θα πρέπει
να είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να αλλάξει εργασία, να μετακινηθεί, ή και να
μεταναστεύσει.
Το να δένεται κάποιος με ιδιοκτησία είναι
διαχρονικά ίδιον των αγροτών.
Των πιο «καθυστερημένων» κατά τον Μαρξ, και των
πιο «αντιδραστικών» κατά τον Λένιν (εξ ου και το άγριο κυνήγι που εξαπέλυσαν οι
Μπολσεβίκοι απέναντι στους χωρικούς).
Σε χώρες όπως η Αμερική ή ο Καναδάς, αλλά και άλλες
οικονομικά ισχυρές, ο μέσος εργαζόμενος δεν διαθέτει δικό του σπίτι αλλά
νοικιάζει.
Έτοιμος να μετακινηθεί ακόμη και σε άλλη μακρινή
πόλη, αν οι εργασιακές συνθήκες το απαιτήσουν.
Βλέπουμε για παράδειγμα ότι ενώ στη χώρα μας η όποια
οικονομική ανάπτυξη είναι σχεδόν ανέκαθεν σταθερά κατανεμημένη γεωγραφικά, στην
Αμερική και αλλού, διαφορετικές πόλεις κατά καιρούς αναπτύσσονται, ανθίζουν,
και άλλες μαραζώνουν.
Σε ατομικό επίπεδο, ο μέσος Αμερικανός μπορεί να
εργάζεται μερικά χρόνια στην Ατλάντα,
και αν χρειαστεί θα πάει να εργαστεί στο Σαν Φρανσίσκο, στην άλλη άκρη δηλαδή της
χώρας (απόσταση 6 ωρών με το αεροπλάνο).
Και σαν παράπλευρη συνέπεια αυτής της «ευελιξίας»
είναι και η τριτεύουσα σημασία που αυτοί οι λαοί δίνουν στην οικογένεια. Με τους
γονείς να είναι στη μια άκρη της χώρας, και τα τρία παιδιά τους να ζουν και να
εργάζονται σε διαφορετικές μακρινές μεταξύ τους πόλεις το καθένα.
Εντελώς διαφορετικές νοοτροπίες από τη δική μας,
που μετά την οικογένεια, έχουμε κορώνα στο κεφάλι μας την απόκτηση στέγης
(χώρια την εργασιακή μονιμότητα).
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που η παγκόσμια οικονομική
κρίση, που μας τσακίζει πέντε χρόνια τώρα, πρωτοξεκίνησε στις ΗΠΑ με αφορμή τα
άπειρα ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια που άρχισαν να παίρνουν (ξαφνικά) οι ασυνήθιστοι σε αυτά Αμερικάνοι (κυρίως στις μεσοδυτικές
πολιτείες), και τα οποία αποτέλεσαν στη συνέχεια θηλιά στο λαιμό τους, στοίχιζαν
δυσανάλογα πολλά για την αντικειμενική αξία των κατοικιών, κατασχέθηκαν από τις
τράπεζες που με τη σειρά τους διαλύθηκαν, αφού ήδη πολλά απ αυτά μετατράπηκαν
σε τοξικά επενδυτικά προϊόντα, συμπαρασύροντας ακόμη και κολοσσούς όπως η Λίμαν
Μπρος, η Σίτιμπανκ, και πάει λέγοντας.
Το πιο εύγλωττο παράδειγμα αυτής της βλαχομπαρόκ
νεοπλουτίστικης μικροαστικής νοοτροπίας που μας διακρίνει το προσφέρει η
περίπτωση του Άκη Τζοχατζόπουλου, που ακολουθώντας στα χνάρια του μέντορά του
με το δικό του ροζ κωλόσπιτο, έκανε και αυτός τα πάντα προκειμένου να αποκτήσει
ένα κεραμίδι φάτσα κάρτα στην Ακρόπολη (κεραμίδια άλλα είχε ήδη πολλά, αλλά
μπροστά στον Παρθενώνα όχι).
Διότι αν σε πρώτη φάση το όνειρο του κάθε
νεόπλουτου είναι μια δίλιτρη μπέμπα, η οποία στην Ελλάδα σηματοδοτεί το ότι ο
κάτοχός της «έφτασε» εκεί που ήθελε, σε δεύτερη φάση το όνειρο συμπεριλαμβάνει
κάτι το τσιμεντένιο, ειδικά στη πιο κιτς εκδοχή του.
Ει δυνατό ν με κουρτινόξυλα αξίας όσου ενός μέσου
μηνιάτικου ενός μέσου ιθαγενή.
Με ενδιάμεσο σταθμό πάντα το «πρώτο τραπέζι
πίστα»…
Τέτοιοι γίναμε.
Αλλά αυτές τις συμπεριφορές η παγκοσμιοποίηση τις
φτύνει.
Και εκεί βρισκόμαστε σήμερα… στο μεταίχμιο του
με ποιους θα πάμε και ποιους θα αφήσουμε.
Και μια από τις μεγάλες θυσίες που θα πρέπει να
κάνουμε αν θέλουμε να συνεχίσουμε να είμαστε στο τρένο της «πολιτισμένης» Δύσης
είναι να χάσουμε τα σπίτια μας.
Ή μάλλον να μην τα δίνουμε την βαρύνουσα σημασία
που τα δίνανε οι γονείς μας.
Και εν πάση περιπτώσει, η ιδιοκτησία έχει και το
κόστος της.
Παντού, ακόμη και στην ακραία φιλελεύθερη
οικονομικά Αμερική το εκεί ΕΝΦΙΑ (property tax) υπάρχει, και είναι υψηλό.
Προσωπικά, καθότι «αμερικανάκι», ποτέ δεν με
ενδιέφερε το «κεραμίδι», και μετά από 27 ολόκληρα χρόνια κανονικής εργασίας
συνεχίζω να μένω στο νοίκι.
Πιστός στην άποψη που είχα διαμορφώσει από
έφηβος ακόμη, όταν ως Ηρακλάκιας, με κορόιδευαν οι φίλοι Παοκτσήδες και
Αρειανοί, ότι εμείς οι «γριές» δεν είχαμε δικό μας γήπεδο.
Και ‘γω ανταπαντούσα πως καλύτερα να βλέπεις την
ομάδα σου σε ένα τέλειο και τεράστιο στάδιο, μέσα στην άπλα, κι ας είναι
νοικιασμένο, παρά να στριμώχνεσαι σαν σαρδέλα στο κλουβί της Χαριλάου ή στα πάντα
ημιτελή μπετά της Τούμπας…
Αναλογικά, το ίδιο ισχύει και στο ζήτημα της κατοικίας.
Προσωπικά προτιμάω να νοικιάζω ρετιρέ, παρά να
μένω στο δικό μου ημιυπόγειο.
Και αν το βαρεθώ το αλλάζω. Και αν δεν μπορώ να πληρώνω το ενοίκιο, πάω αλλού,
όπου με βολεύει.
Χωρίς να με δένουν συμπλέγματα περί ιδιοκτησίας…
Ευέλικτες καταστάσεις δηλαδή… αμερικάνικες.
Εξάλλου, δείτε τι έπαθε ο Άκης, που τα συμπλέγματα αυτά τα πήγε σε
άλλα επίπεδα…
Strange Attractor
ΥΓ- Παρεμπιπτόντως, ποιος άραγε θα ασχοληθεί
ποτέ με όλους εμάς, που μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει πληρώνουμε αγόγγυστα τον
δικό μας ΕΝΦΙΑ, μόνο που στη περίπτωσή μας λέγεται νοίκι, και που κανένας
Σύριζας, καμία Δούρου, δεν μας στηρίζουν αν τυχόν πούμε ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου