Γέννημα - θρέμμα της
Τούμπας ο Αυγερινός, με πήρε πριν μερικές μέρες τηλέφωνο για να με ρωτήσει: «Σ’
εκείνον τον ανώνυμο Ιάπωνα καπετάνιο, που έσωσε τόσες εκατοντάδες ζωές δικών
μας ανθρώπων, δεν χρωστούμε μια απόδειξη αναγνώρισης της πράξης του»;
Με το ερώτημά του μου
υπενθύμισε μια ιστορία που διηγούνταν με συγκίνηση οι παλιότεροι, αλλά, παρά
την τεράστια σημασία της, δεν αποτέλεσε ποτέ αντικείμενο ενασχόλησης για τους
επαγγελματίες ιστορικούς μας.
Ομως οι δύσκολοι
καιροί που περνούμε την έφεραν αυθόρμητα στη μνήμη και στο επίκεντρο των
σκέψεων πολλών από εμάς, για να χρησιμέψει και πάλι ως οδηγός στις αποφάσεις
και στις πράξεις μας.
Ας τη διηγηθώ με δύο
λόγια, όπως καταγράφηκε στην έγκριτη εφημερίδα της Βοστόνης «Boston Globe» στις
3 Δεκεμβρίου 1922.
«Η κυρία Anna Harlow
Birge, σύζυγος του καθηγητή του Διεθνούς Κολλεγίου της Σμύρνης Prof. Birge,
διηγείται ένα επεισόδιο που συνέβη τις ώρες που καιγόταν η Σμύρνη. Πλήθη
απελπισμένων προσφύγων πηδούσαν από τους προβλήτες στη θάλασσα, και το λιμάνι
γέμισε από άνδρες και γυναίκες που κολυμπούσαν με την ελπίδα ότι θα διασωθούν,
μέχρι που βυθίζονταν στα νερά και πνίγονταν [καθώς οι πλοίαρχοι των πολλών
συμμαχικών πλοίων που βρίσκονταν εκεί, τηρώντας «ουδέτερη στάση», αρνούνταν
κάθε βοήθεια].
Στο λιμάνι μόλις είχε
καταφθάσει ένα ιαπωνικό φορτηγό πλοίο γεμάτο μέχρι επάνω με πολύτιμο φορτίο από
μετάξι, δαντέλες και κινέζικη πορσελάνη, αξίας πολλών χιλιάδων δολαρίων.
Ο Ιάπωνας καπετάνιος,
μόλις συνειδητοποίησε ποια ήταν η κατάσταση, δεν δίστασε ούτε στιγμή. Πέταξε
όλο το εμπόρευμα στα βρόμικα νερά του λιμανιού, γέμισε το πλοίο του με πολλές
εκατοντάδες πρόσφυγες και τους μετέφερε σώους στις ελληνικές ακτές, στον
Πειραιά».
Μικρή η είδηση στην
εφημερίδα της Βοστόνης, αλλά με ιδιαίτερη θέση στις διηγήσεις των προσφύγων
μας, όταν μιλούσαν για την καταστροφή και την απάνθρωπη συμπεριφορά των
συμμάχων (που λέγεται ότι έπαιζαν δυνατά μουσική για να μην ακούγονται ο θρήνος
και ο οδυρμός).
Τότε, όσοι/ες
γνώριζαν, ανέφεραν με απέραντη αγάπη και ευγνωμοσύνη την περίπτωση του «Ιάπωνα
καπετάνιου». Που έμεινε ανώνυμος, όπως συχνά συμβαίνει με τους πραγματικά
μεγάλους ανθρώπους , οι οποίοι επιτελώντας μοναδικές πράξεις ανθρωπιάς
αισθάνονται ότι απλώς επιτελούν το αυτονόητο καθήκον τους ως άνθρωποι.
Κανένας δεν έψαξε τότε
να τον βρει και να τον τιμήσει.
Πώς να το έκανε
άλλωστε τότε, που οι πρόσφυγές μας στεγάζονταν –στοιβάζονταν!- ακόμη και στα
θεωρεία της Λυρικής Σκηνής, και η αγωνία τους επικεντρωνόταν στην αναζήτηση των
πιο στενών συγγενών τους μέσω του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού «αναζητείται, μήπως
τους είδε κανείς;».
Πού καιρός και μέσα να
ψάξουν και να βρουν το σωτήρα τους! Ομως αργότερα πολλοί αναρωτήθηκαν: Τι έγινε
αυτός ο άνθρωπος;
Μπόρεσε να γυρίσει
στην πατρίδα του και στην οικογένειά του μετά την τεράστια οικονομική
καταστροφή που επέβαλε στον εαυτό του για να σώσει τους δικούς μας; Επέζησε;
Για τους ανθρώπους που
έσωσε γνωρίζουμε πολύ περισσότερα, και οι πληροφορίες έρχονται από διάφορες
πηγές.
Οπως π.χ. από τη
βιογραφία ενός Ιρλανδού στρατιώτη που στο τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου
βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου γνώρισε, αγάπησε και παντρεύτηκε «μια μικρή
μελαχρινή» -αυτά είναι τα λόγια του γιου τους!- την Κοραλία Γεωργιάδη, της
οποίας ο πατέρας δίδασκε Μαθηματικά και Γλώσσες στην Αμερικανική Γεωργική
Σχολή.
Για τη σωτηρία των
γονιών της Κοραλίας τη νύχτα της καταστροφής της Σμύρνης αναφέρεται στο βιβλίο:
«Είχαν την τύχη να ανεβούν σ’ ένα ιαπωνικό πλοίο που ήταν αγκυροβολημένο στο
λιμάνι. Ο καπετάνιος, βλέποντας τη δραματική κατάσταση των Ελλήνων, έδωσε
διαταγή να πεταχτεί όλο το φορτίο στη θάλασσα και έσωσε όσες περισσότερες ψυχές
μπορούσε, ανασύροντας, κυριολεκτικά, από το νερό άνδρες, γυναίκες και παιδιά.
Και μετά το πλοίο σαλπάρισε για τη Θεσσαλονίκη».
Για τη Θεσσαλονίκη!
Αυτός φαίνεται ότι είναι ο λόγος που δεν έγινε δυνατόν να εντοπιστεί το πλοίο στα
κατάστιχα του λιμανιού του Πειραιά.
Στο δικό μας λιμάνι
φαίνεται ότι άραξε πρώτα, σε μας βγήκαν οι πρώτοι πρόσφυγες που σώθηκαν από τον
πνιγμό, και στα δικά μας μέρη στέγασαν τη νέα τους ζωή.
Στα ίδια μέρη που,
έστω προσωρινά, θα στεγάσουν τώρα την ελπίδα τους εφτά οικογένειες προσφύγων
(από περιοχές πολεμικών συρράξεων) που πρόσφατα κινδύνεψαν να πνιγούν στα ίδια
νερά, όπου μεγαλούργησε η ανθρωπιά του ανώνυμου Ιάπωνα καπετάνιου.
Στα πρόσωπά τους θα
δούμε και θα θυμηθούμε τη δική του πράξη, και, απαλύνοντας τον πόνο και τη
δυστυχία τους, θα εκφράσουμε, έστω και αργά, την ευγνωμοσύνη μας απέναντί του.
Και θα αναβαθμίσουμε
έτσι τη ζωή μας αναβαπτίζοντάς την στα ιδανικά εκείνου που, παραμένοντας ακόμη
ανώνυμος, από εμάς θα ταυτίζεται απλά με τη λέξη και την έννοια ΑΝΘΡΩΠΟΣ.
Γιώργος Τσιάκαλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου