«Μετά το
μεταμεσονύκτιον αποβλακούται».
Η ρήση ανήκει στη
Δέσποινα Στυλιανοπούλου και απευθύνεται στον Νίκο Ρίζο, ο οποίος έπαιζε τον αρραβωνιαστικό της στην
ταινία της οποίας μου διαφεύγει το όνομα.
Περιγράφει όμως με σχετική ακρίβεια τη δημόσια
εκφορά του πολιτικού λόγου στην καθ’ ημάς Ανατολή, σχετική διότι κυκλοφορεί
ελεύθερα ώς το μεσονύκτιο περίπου, μετά δε, τη θέση του καταλαμβάνουν στις
ίδιες συχνότητες είτε ταινίες ερωτικού νατουραλισμού, απ’ αυτές που
συνοδεύονται με ένα Χ στο πάνω δεξιά της οθόνης, είτε τηλεπωλήσεις έργων του
Αριστοτέλη, ειδών κιγκαλερίας, ταπήτων, μαγειρικών σκευών και λοιπών ειδών
υγιεινής…
Δεν ξέρω αν σε κάποιο άλλο σημείο του πλανήτη ο
τηλεθεατής έχει τη δυνατότητα μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, χωρίς καν να
χρειαστεί να πατήσει το κουμπί του τηλεκοντρόλ, να απολαύσει αγορεύσεις για τη
σωτηρία της χώρας που συνήθως καταλήγουν σε κραυγές τις οποίες διαδέχονται οι
κραυγές ηδονής κυριών και κυρίων που απολαμβάνει ο ένας τις χάρες του άλλου
ενώπιον κοινού. Αναρωτιέμαι δε πώς είναι δυνατόν να απορούμε ακόμη για την
κατάσταση της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας όταν το βασικό όχημα κυκλοφορίας του
πολιτικού λόγου είναι μια απλή παρένθεση ανάμεσα στις τηλεπωλήσεις και τις
τσόντες.
Εκεί οι διάφοροι πολιτικοί ταγοί εκφράζουν τις
απόψεις τους, εκεί διαφωνούν και εκεί ανακοινώνουν τις μεγάλες αποφάσεις για το
μέλλον της χώρας.
Τις πήραν πριν, όσο ο τηλεπωλητής προσέφερε
σερβίτσια και στηθόδεσμους, χωρίς να αποκλείεται να τις αλλάξουν μετά, υπό το
κράτος των ηδονικών εναγκαλισμών των σταρ του είδους.
Οπως ο κύριος Μελάς για παράδειγμα, ο οποίος ψήφισε όπως ψήφισε στην πρώτη ψηφοφορία «για να μην νομισθεί».
Οπως ο κύριος Μελάς για παράδειγμα, ο οποίος ψήφισε όπως ψήφισε στην πρώτη ψηφοφορία «για να μην νομισθεί».
Τι να νομισθεί;
Να νομισθεί ότι εκβιάζεται, ότι φοβούται, ότι
πιέζεται, ότι κι εγώ δεν ξέρω τι άλλο. Και τώρα που δεν νομίσθηκε και το
παλικάρι αποδείχθηκε παλικάρι, θα ψηφίσει διαφορετικά στη δεύτερη ή την τρίτη
ψηφοφορία, αφού πλέον απέδειξε ότι δεν μπορεί να νομισθεί.
Το χειρότερο όμως στην περίπτωση δεν είναι αυτό.
Το χειρότερο είναι πως εμείς, οι υπόλοιποι, είμαστε αναγκασμένοι να ξέρουμε τι
σκέφτεται και πώς το σκέφτεται ο κ. Μελάς, διότι απ’ αυτό που σκέφτονται οι
Μελάδες του κόσμου τούτου εξαρτάται η τύχη της χώρας.
Και ναι μεν όταν διαπληκτίζονται στα κανάλια
μπορείς να πατήσεις το κουμπί και να δεις «CSI» περιμένοντας τις τηλεπωλήσεις ή
το άλλο με το Χ. Οταν όμως ψηφίζει στη Βουλή και τρέμει το φυλλοκάρδι σου;
Χειρότερο ακόμη είναι η διαπίστωση πως ο κ.
Μελάς δεν είναι η εξαίρεση, απλώς είναι μια ακραία εκδοχή του κανόνα.
Αφήστε δε και το άλλο, την αυταρέσκεια, τον
παραφουσκωμένο ναρκισσισμό όλων αυτών των κυριών και των κυρίων που τους είπαν
ότι ο κόσμος ολόκληρος κρέμεται από την ψήφο τους κι αυτοί που συνωστίζονταν
κάτω από την τέντα δεν ήταν τα φαντάσματα του Καντάφι αλλά ρεπόρτερ από όλον
τον κόσμο που περίμεναν να δουν με ποιον τρόπο θα ψηφίσει ο Μελάς.
Ευτυχώς μας στέλνουν ακόμη δημοσιογράφους μπας
και καταλάβουν τι μας συμβαίνει.
Τα πραγματικά προβλήματα θα αρχίσουν όταν
εμφανιστούν οι πρώτες αποστολές ανθρωπολόγων για να καταγράψουν τα ήθη και τα
έθιμα της χώρας που επαίρεται ότι γέννησε τη Δημοκρατία, εφηύρε τη φέτα και
γέννησε έναν Μελά.
Ο κ. Παντελής Οικονόμου διετύπωσε πάντως το κύριο πολιτικό αίτημα των ημερών: «Εχουμε δικαίωμα να έχουμε λίγο μυαλό».
Ο κ. Παντελής Οικονόμου διετύπωσε πάντως το κύριο πολιτικό αίτημα των ημερών: «Εχουμε δικαίωμα να έχουμε λίγο μυαλό».
Θα έλεγα πως το λίγο μυαλό είναι όντως κεκτημένο
δικαίωμα των πολιτικών μας, σαν την αποζημίωση του βουλευτή και τον νόμο περί
ευθύνης υπουργών.
Απλώς δεν πρέπει να γίνεται κατάχρηση.
Το είχε πει και ο Τσαρούχης σε μια ηθοποιό που
ελλείψει ταλέντου χτυπιόταν επί σκηνής: «Σε παρακαλώ μη βάλεις όλο σου το
ταλέντο. Ασε και λίγο για την επόμενη σκηνή».
Τάκης Θεοδωρόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου