Οι ΗΠΑ δεν έχουν πλέον την πολυτέλεια να αγνοούν
τη Ρωσία.
Για πρώτη φορά από τα μέσα των ‘80ς, η Ρωσία
αποτελεί ένα από τα πιο πιεστικά ζητήματα ασφάλειας, και οι υποψήφιοι για την αμερικανική
προεδρία θα πρέπει να ξέρουν πως θα την αντιμετωπίσουν.
Το μυαλό και η πολιτική του Πούτιν μπορούν να
αλλάξουν, αλλά όχι με γλυκόλογα.
Μόνο από έναν Λευκό Οίκο που θα είναι σταθερός
και επίμονος, αλλά παράλληλα ανοιχτόμυαλος και ευέλικτος.
Το πρώτο και το πιο σοβαρό: Η Ρωσία την οποία θα
έχει απέναντί του ο επόμενος πρόεδρος της Αμερικής θα είναι μια Ρωσία του
Πούτιν.
Έχοντας κλείσει τα 62 του χρόνια, και παρά τις περιοδικές
αρνήσεις του, ο Πούτιν προορίζεται για ισόβιος πρόεδρος, με ή χωρίς εκλογές.
Λέγεται ότι κολυμπά δυο ώρες κάθε πρωί, σηκώνει
βάρη, παίζει χόκεϊ, και άρα είναι σε τέλεια φυσική κατάσταση.
Ο έλεγχος που ασκεί επί της Ρωσίας είναι εφάμιλλος
αυτού που ασκούσε κάποτε ο Στάλιν.
Τι θέλει άραγε; Ποια είναι η μακροπρόθεσμη
ατζέντα του;
Τι ελπίζει για τη χώρα του και για τον εαυτό του
που και τα δυο είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μέσα στο μυαλό του;
Τι είναι αυτό που τον ωθεί;
Ο απώτατος
σκοπός του, αυτό που τον καθοδηγεί από τότε που ανέλαβε τη προεδρία πριν από 14
χρόνια, και αυτό το οποίο επιδιώκει με απαράμιλλη επιμονή, είναι να ξανακερδίσει
όλα εκείνα (πολιτικά, οικονομικά, και γεωστρατηγικά) που χάθηκαν με τη
κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Αυτό είναι το Δόγμα Πούτιν.
Μεταφρασμένο σε πολιτικές, το δόγμα αυτό
σημαίνει μια σταδιακή και ανυποχώρητη επαναφορά του κρατικού ελέγχου, ή της ιδιοκτησίας,
της εθνικής πολιτικής, των δικαστηρίων, των ΜΜΕ, και των εθνικών τηλεοπτικών σταθμών.
Παράλληλα σε αυτό το στόχο συμπεριλαμβάνονται
και οι θεσμοί της κοινωνίας.
Οικονομικά, το δόγμα θέλει την ανακατάληψη και
τον πλήρη έλεγχο αυτού που ο Λένιν κάποτε χαρακτήρισε ως την κορυφή της οικονομίας,
δηλαδή της πετρελαϊκής και ενεργειακής βιομηχανίας.
Στο εξωτερικό τα Δόγμα Πούτιν θέλει τον πλήρη έλεγχο δια του βέτο στα
κατά τόπους καθεστώτα, και στις αμυντικές κατευθύνσεις (και αυτές της εξωτερικής πολιτικής) όλων των
μετασοβιετικών χωρών, με ισχυρή πίεση που θα ασκείται σε όσες τολμούν να
αντισταθούν.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, το Δόγμα αυτό θέλει την
επαναφορά της Ρωσίας σε θέση υπερδύναμης, κυρίως απέναντι στις Ηνωμένες
Πολιτείες.
Τέλος, η Ρωσία θέλει να συνεχίσει να είναι η
ετέρα πυρηνική δύναμις του πλανήτη, κάτι που στο μυαλό του Πούτιν δεν είναι
συμβατό με την ευρωπαϊκή στρατηγική περί
αμυντικής πυραυλικής πολιτικής.
Σε όλα αυτά ο Πούτιν σημείωσε επιτυχία, και δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι θα συνεχίσει ως έχει.
Αυτοί λοιπόν είναι οι ακρογωνιαίοι λίθοι
οποιασδήποτε μελλοντικής διμερούς ατζέντας που θα πρέπει να αντιμετωπίσει ο
επόμενος πρόεδρος της Αμερικής.
Θα μπορεί όμως ο πρόεδρος αυτός να αλλάξει τους στόχους
του Πούτιν;
Σίγουρα όχι.
Αν και γενικά είναι αμετακίνητος και
ανυποχώρητος στους στόχους που βάζει, ο Πούτιν δεν είναι καλός στρατηγιστής.
Είναι όμως πονηρός τακτικιστής.
Το πάθος του είναι το τζούντο, στο οποίο νικάς
όταν παρακολουθείς στενά τον αντίπαλό σου, ψάχνοντας για μια αδυναμία του, έτσι
ώστε να τον πετύχεις εκτός ισορροπίας, και στη συνέχεια να του επιτεθείς με
αστραπιαία ταχύτητα και με όλες σου τις δυνάμεις.
Αν και είναι επικίνδυνος, μπορεί και
θανατηφόρος, ο Πούτιν δεν είναι ανίκητος.
Είναι πεισματάρης, αλλά δεν είναι τρελός.
Το μυαλό του και οι πολιτικές του μπορούν να
αλλάξουν.
Το πιο αποδοτικό μοντέλο για τον επόμενο πρόεδρο
θα ήταν αυτό που εκπροσωπούσε ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, όταν αντιμετώπιζε την ΕΣΣΔ: Ένας
συνδυασμός υπομονής και αποφασιστικότητας, ταυτόχρονα με ευελιξία και προσμονή
για μια ευκαιρία πιθανής συνεργασίας που
θα συντελούσε στη προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων.
Ο επόμενος Αμερικανός πρόεδρος θα πρέπει να
εμπνέεται από τη πίστη του Ρέιγκαν ότι ο μόνος τρόπος για να αλλάξει εκ
θεμελίων η ρωσική πολιτική είναι να της δοθούν
κίνητρα για εσωτερικές μεταρρυθμίσεις. Και αυτό
μπορεί να γίνει αυξάνοντας το κόστος της εσωτερικής καταπίεσης και της εξωτερικής
επιθετικότητας της Ρωσίας.
Την εποχή του Ρέιγκαν, αυτή η προσέγγιση είχε ως
αποτέλεσμα μια άνευ προηγουμένου κατάργηση
μια ολόκληρης κλάσης πυρηνικών όπλων (μεσαίου βεληνεκούς), στρώνοντας το δρόμο για
εξίσου πρωτοφανείς συμβατικές και
πυρηνικές μειώσεις, και για τη Σύνοδο της Μόσχας του 1988, που άλλαξε άρδην το
νόημα των ρωσοαμερικανικών σχέσεων επί
δυο σχεδόν δεκαετίες.
Κάτι τέτοιο όμως δεν θα είναι ούτε εύκολο ούτε
γρήγορο.
Όπως όμως με την ΕΣΣΔ, έτσι και τώρα ο χρόνος
είναι με το μέρος των μεταρρυθμίσεων, και άρα με το μέρος του ρωσικού λαού.
Το πετρέλαιο, που αποτελεί το αίμα της ρωσικής
οικονομίας, έπεσε κάτω από $80 το βαρέλι,
κάτι που σημαίνει σίγουρη ύφεση.
Η φυγή κεφαλαίων θα σπάσει ρεκόρ, αγγίζοντας τα
$100-$150 εκατομμύρια για φέτος.
Το ρούβλι βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό έναντι
του ευρώ και του δολαρίου, και ο πληθωρισμός αναμένεται να αγγίξει το 8%.
Από τον περασμένο Σεπτέμβριο, οι τιμές των
βασικών αγαθών, όπως το κρέας, ανέβηκαν κατά 19% και παραπάνω σε σχέση με τις αρχές
του έτους.
Το Κρεμλίνο αδυνατεί πλέον να προσφέρει «και
όπλα και βούτυρο». Τώρα ήρθε η ώρα του λογαριασμού για τη Novorossiya του
Πούτιν, τη Κριμαία, καθώς και για τον εκσυγχρονισμό των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων. Χώρια οι
οικονομικές κυρώσεις της Δύσης.
Η ρωσική κυβέρνηση δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε
αυτά τα κόστη χωρίς να κάνει περικοπές στην υγεία και στην παιδεία, παγώνοντας
μισθούς και συντάξεις. Άρα ο Πούτιν θα πρέπει να στραφεί εναντίον της εκλογικής
του βάσης, μειώνοντας το εισόδημα δεκάδων εκατομμυρίων δημοσίων υπαλλήλων και
συνταξιούχων.
Κάθε μέρα που περνάει, οι επιλογές του γίνονται
και πιο δύσκολες: Βαθιές, αποκεντρωτικές, φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις που θα
αλλάξουν δραστικά το επενδυτικό κλίμα;
Ή μήπως η επανα-σταλινοποίηση της Ρωσίας μέσα από
την μαζική εξαθλίωση και καταστολή, που αναπόφευκτα θα οδηγήσουν στη
κατάρρευση;
Leon Aron
Απόδοση: S.A.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου