8.2.15

Εσύ με ποιους είσαι ρε;



Σήμερα, αντί να απολογείται η κυβέρνηση για τις εξωπραγματικές προσδοκίες που καλλιέργησε για να πάρει την εξουσία, ενοχοποιούνται όσοι διαφωνούν με τους χειρισμούς της.
Με ποιους είσαι ρωτάνε, με την Ελλάδα ή με τη Γερμανία;




Η αντίληψη που λέει ότι πρέπει όλοι να υποστηρίζουμε την ελληνική κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση με τους ξένους στηρίζεται σε μία εθνικιστική παραδοχή, που θέλει ενωμένους τους Έλληνες σε ένα σώμα έναντι των ξένων.
Δημοκρατία σημαίνει διαφωνία και αντιπαράθεση, η οποία όμως δεν πρέπει να γίνεται εμφυλιοπολεμικά, με κατηγορίες για προδότες και δοσίλογους ή συνθήματα όπως το «ή εμείς οι αυτοί»...



Οι περισσότεροι πολίτες αποστρέφονται την ακραία αντιπαράθεση και ζητούν συναινέσεις, ακόμα και οικουμενικές κυβερνήσεις. Η συναίνεση και η συνεργασία, όμως, προϋποθέτουν μια ελάχιστη συμφωνία.
Διαφορετικά οδηγούμαστε στην παραλυσία και το αδιέξοδο.
Η δημοκρατία αναθέτει στην πλειοψηφία να κυβερνά και επιτρέπει στη μειοψηφία να διαφωνεί.
Για την παρούσα διαπραγμάτευση έχουμε δικαίωμα να συμφωνούμε και να διαφωνούμε, τόσο για το περιεχόμενοόσο και για την τακτική. Κατά τη γνώμη μου, συνοπτικά, θα πρέπει να υποστηρίξουμε την κυβέρνηση εφόσον:
• Ζητάει την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους με τρόπο που δεν μας φέρνει σε πλήρη σύγκρουση με τους υπόλοιπους λαούς της ευρωζώνης, η οποία θα ζημιώσει την Ελλάδα.
• Διεκδικεί μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων που απαιτούνται από τους δανειστές.
• Ζητάει από την ΕΕ χρηματοδότηση επενδύσεων που θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη της οικονομίας και τη μείωση της ανεργίας.
• Προτείνει φορολογικά μέτρα που καταργούν προνόμια και απαλλαγές, αποκαθιστούν τη δικαιοσύνη, χωρίς να οδηγούν σε φυγή κεφαλαίων και επιχειρήσεων.
• Ζητάει ειδικά προγράμματα ενίσχυσης των πραγματικών θυμάτων της κρίσης.
• Σέβεται το δικαίωμα των υπολοίπων λαών της ΕΕ να αποφασίζουν και εκείνοι δημοκρατικά για την πολιτική των χωρών τους, όπως εκείνοι την αντιλαμβάνονται.
• Δεν θα ρισκάρει τη θέση της χώρας στο ευρώ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αντίθετα θα πρέπει, πάντα κατά την γνώμη μου, να μην υποστηρίξουμε την κυβέρνηση όταν:
• Ζητάει, για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, η οποία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από τις κοινωνίες, τα κοινοβούλια και τα συνταγματικά δικαστήρια των χωρών που μας δάνεισαν. Έτσι ξοδεύει χρόνο και διαπραγματευτικό κεφάλαιο.
• Προσπαθεί να επαναφέρει ασφαλιστικά προνόμια, όπως οι συντάξεις στα 50, που φόρτωσαν το χρέος από το 2000 ως σήμερα με 200 δισ. ευρώ, τη στιγμή που η πλειονότητα των συνταξιούχων έπαιρνε συνάξεις φτώχειας.
• Αναιρεί ιδιωτικοποιήσεις, όπως η μακροχρόνια παραχώρηση επαρχιακών αεροδρομίων που θα απέφερε 1,4 δισ. (που θα μείωναν το χρέος) και νέες επενδύσεις. Δεν μπορείς να ζητάς από τους άλλους διαγραφή του χρέους και εσύ να μην θέλεις να δώσεις τίποτε γι’ αυτό.
• Προωθεί τη ματαίωση μεταρρυθμίσεων που έθιγαν το πελατειακό κρατικιστικό μοντέλο –το οποίο οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία– και ενίσχυαν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
• Ζητάει κλειστές αγορές και επαγγέλματα που βολεύουν συντεχνίες, αλλά βλάπτουν όλους τους υπόλοιπους και εμποδίζουν την ανάπτυξη.
Η σημερινή κυβέρνηση βρέθηκε στην εξουσία αρνούμενη πεισματικά να εξηγήσει το τι σκοπεύει να κάνει στην περίπτωση που οι δανειστές απορρίψουν τα αιτήματά της.
«Δεν υπάρχει ούτε μία στο εκατομμύριο να αρνηθεί η Μέρκελ» είχε υποστηρίξει προεκλογικά ο Αλέξης Τσίπρας. Με αυτή την τακτική κατόρθωσε να αποκρύψει από τους ψηφοφόρους τα ζητήματα της επόμενης μέρας.
Η επόμενη μέρα ήρθε και οι σύμμαχοι δεν εμφανίστηκαν. Αντίθετα όλοι, σε νότο και βορρά, απέρριψαν τα ελληνικές θέσεις. Απέτυχε το μέτωπο του νότου και στο μεταξύ εγκαταλείφτηκε η διάσκεψη για το χρέος που ακούγαμε καθημερινά για χρόνια.
Αντί οι εξελίξεις να προβληματίσουν τους υποστηρικτές της κυβέρνησης, είδαμε συλλαλητήρια υποστήριξης.
Τα μεγαλύτερα συλλαλητήρια της μεταπολίτευσης έγιναν για το «όνομα της Μακεδονίας» στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και εναντίον της μεταρρύθμισης Γιαννίτση στο ασφαλιστικό μια δεκαετία αργότερα. Η μαζικότητα των κινητοποιήσεων τότε εξαφάνισε τις φωνές που προειδοποιούσαν για την αυτοπαγίδευση σε αδιέξοδους δρόμους.




Κάποιοι από τους πρωταγωνιστές των ημερών διέπρεψαν στις ως ομιλητές στις πλατείες, όταν φούσκωναν τα μυαλά των «Αγανακτισμένων». Τότε ήταν της μόδας λέξεις όπως επαχθές και επονείδιστο χρέος, λογιστικός έλεγχος και το σύνθημα «δεν χρωστάμε, δεν πουλάμε, δεν πληρώνουμε».
Τώρα, που όλα αυτά εγκαταλείπονται και ακούμε ότι το 67% του μνημονίου είναι καλό, έχει μείνει η ζημιά που προκάλεσε το μίσος, η βία και η πολιτική αναταραχή στην οικονομία, τον τουρισμό, τις επενδύσεις.
Όλα αυτά –μαζί με τα μπρός πίσω των κυβερνήσεων– βάθυναν την κρίση. Τις μέρες αυτές, που η Ελλάδα αποσταθεροποιείται ξανά, η Ιρλανδία δανείζεται με μηδενικά επιτόκια και η Πορτογαλία ζητά να εξοφλήσει το χρέος στο ΔΝΤ με χαμηλότοκο δανεισμό από τις αγορές.
Σήμερα, αντί να απολογείται η κυβέρνηση για τις εξωπραγματικές προσδοκίες που καλλιέργησε για να πάρει την εξουσία, ενοχοποιούνται όσοι διαφωνούν με τους χειρισμούς της.
Με ποιους είσαι ρωτάνε, με την Ελλάδα ή με τη Γερμανία;
Θυμίζει μια ιστορία που ένας τύπος πρότεινε στο φίλο του να ληστέψουν την τράπεζα και όταν εκείνος του αντέτεινε «μα θα μας συλλάβουν» ο πρώτος τον ρώτησε «καλά, εσύ με την τράπεζα είσαι ή με μένα;».

Σπύρος Βλέτσας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου