Την τελευταία
πενταετία, αναμφισβήτητα, ζήσαμε πολλά πρωτόγνωρα πράγματα και βιώσαμε
αναρίθμητες παράδοξες καταστάσεις που με τα παλαιά μέτρα ήταν απολύτως
αδιανόητες.
Χωρίς ίσως μεγάλη δόση υπερβολής θα μπορούσε
βάσιμα να ισχυριστεί κάποιος ότι βιώσαμε μια γενικευμένη κατάρρευση αξιών που
επεκτάθηκε πολύ πέρα από την οικονομία.
Κουτσά – στραβά, ωστόσο, αυτά τα πέντε χρόνια η
χώρα πορεύτηκε. Με μεγάλα προβλήματα, σίγουρα. Με τρομακτικές δυσκολίες για την
πλειονότητα των πολιτών, δίχως άλλο.
Ήταν, άλλωστε, ακριβώς τα προβλήματα και οι
δυσκολίες που έκαναν τόσο πολύ κόσμο να καταψηφίσει όσους είχαν την ατυχία να
κυβερνούν την περίοδο της κατάρρευσης και να αναζητήσει τη σωτηρία σε δυνάμεις
που ούτε στην Ελλάδα ούτε πουθενά αλλού στον κόσμο θα μπορούσαν, υπό κανονικές
συνθήκες, να βρεθούν σε κυβερνητικά αξιώματα…
Καθώς, όμως, περνούν οι μέρες, οι εβδομάδες και οι μήνες, η αίσθηση που κυριαρχεί είναι ότι η χώρα σα να έπαψε να πορεύεται.
Τα περισσότερα από όσα συμβαίνουν γύρω μας
μοιάζουν σα να βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια φάρσα. Μια ανερμάτιστη
καρικατούρα διακυβέρνησης που αν της αφαιρέσει κάποιος το βόλεμα “ημετέρων”
είναι να αναρωτιέται τι άλλο μπορεί να θυμίζει οργανωμένο κράτος με ευρωπαϊκές
προδιαγραφές.
Τι να πρωτοσχολιάσει κανείς; Την προχειρότητα με την οποία ένας υπουργός Παιδείας χαρακτηρίζει “ρετσινιά” την αριστεία;
Τι να πρωτοσχολιάσει κανείς; Την προχειρότητα με την οποία ένας υπουργός Παιδείας χαρακτηρίζει “ρετσινιά” την αριστεία;
Την παραδοχή της αρμόδιας υπουργού ότι δεν
μπορεί να συντάξει τη φορολογική της δήλωση;
Την ευκολία με την οποία παραχωρούνται σε ξένες
δυνάμεις οι υδρογονάνθρακες του Αιγαίου;
Τις ανοησίες για την εξασφάλιση δωρεάν
οικονομικών πόρων από χώρες που δεν μπορούν να σταθούν στα πόδια τους; Και τόσα
άλλα που είναι ταυτόχρονα για γέλια και για κλάματα.
Το χειρότερο, πάντως, από όλα όσα μας συμβαίνουν αυτές τις πρώτες 110 μέρες της αριστεροδεξιάς κυβέρνησης είναι το πνεύμα της άρνηση της πραγματικότητας που αναδύεται από τις ακατάσχετες δηλώσεις στις οποίες επιδίδονται τα περισσότερα κυβερνητικά στελέχη.
Το χειρότερο, πάντως, από όλα όσα μας συμβαίνουν αυτές τις πρώτες 110 μέρες της αριστεροδεξιάς κυβέρνησης είναι το πνεύμα της άρνηση της πραγματικότητας που αναδύεται από τις ακατάσχετες δηλώσεις στις οποίες επιδίδονται τα περισσότερα κυβερνητικά στελέχη.
Είναι η αίσθηση ότι έχεις απέναντι σου πρόσωπα
που κινούνται σε άλλα σύμπαντα, πολιτικούς που δεν έχουν σχέση με την υπαρκτή
πραγματικότητα ή που, τέλος πάντων, δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν κάτι που
να αφορά τα γήινα και τα κοινώς παραδεκτά για μια -όσο άπειρη και αν είναι...-
ομάδα διακυβέρνησης.
Η άγνοια και η αδαημοσύνη ακόμη και για τα στοιχειώδη που χαρακτηρίζουν πολλούς από όσους βρέθηκαν σε υπεύθυνες θέσεις είναι μάλλον το μικρότερο κακό μπροστά στις φαντασιώσεις και τις αυταπάτες από τις οποίες διακατέχονται οι περισσότεροι, αλλά και τις ψευδαισθήσεις που καλλιεργούν με ένα μείγμα κινήτρων που συνδυάζει ιδεοληπτικές εμμονές με ιδιοτελή προδιάθεση.
Οι αντιφάσεις είναι τόσο κραυγαλέες που δεν προλαβαίνεις, διαβάζοντας ένα από τα non paper με τα οποία βομβαρδίζει η κυβέρνηση τα μέσα ενημέρωσης, να πεις “δόξα τω Θεώ” και έρχεται το επόμενο χτύπημα ενός κυβερνητικού αξιωματούχου που σε κάνει να αναφωνείς “βοήθα Παναγιά”.
Αφήνοντας, ίσως, κατά μέρος τις εντυπώσεις που δημιουργούνται στο εσωτερικό, θα είχε, νομίζω, μεγαλύτερη αξία να έκανε κάποιος από τους ιθύνοντες της κυβέρνησης έναν μίνι συγκριτικό απολογισμό για το πως υποδέχθηκαν διεθνώς στο τέλος του περασμένου Ιανουαρίου τον νέο πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και την κυβέρνησή του και ποια είναι τρεις μήνες μετά η εικόνα που αναδύεται από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης.
Πόσους, άραγε, φίλους κερδίσαμε αυτό το διάστημα; Οι “εχθροί” μας, οι “αντίπαλοί” μας και γενικά όσοι δεν μας συμπαθούν στον υπόλοιπο κόσμο είναι περισσότεροι ή λιγότεροι από όσοι ήταν μέχρι τον προηγούμενο χρόνο;
Η άγνοια και η αδαημοσύνη ακόμη και για τα στοιχειώδη που χαρακτηρίζουν πολλούς από όσους βρέθηκαν σε υπεύθυνες θέσεις είναι μάλλον το μικρότερο κακό μπροστά στις φαντασιώσεις και τις αυταπάτες από τις οποίες διακατέχονται οι περισσότεροι, αλλά και τις ψευδαισθήσεις που καλλιεργούν με ένα μείγμα κινήτρων που συνδυάζει ιδεοληπτικές εμμονές με ιδιοτελή προδιάθεση.
Οι αντιφάσεις είναι τόσο κραυγαλέες που δεν προλαβαίνεις, διαβάζοντας ένα από τα non paper με τα οποία βομβαρδίζει η κυβέρνηση τα μέσα ενημέρωσης, να πεις “δόξα τω Θεώ” και έρχεται το επόμενο χτύπημα ενός κυβερνητικού αξιωματούχου που σε κάνει να αναφωνείς “βοήθα Παναγιά”.
Αφήνοντας, ίσως, κατά μέρος τις εντυπώσεις που δημιουργούνται στο εσωτερικό, θα είχε, νομίζω, μεγαλύτερη αξία να έκανε κάποιος από τους ιθύνοντες της κυβέρνησης έναν μίνι συγκριτικό απολογισμό για το πως υποδέχθηκαν διεθνώς στο τέλος του περασμένου Ιανουαρίου τον νέο πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και την κυβέρνησή του και ποια είναι τρεις μήνες μετά η εικόνα που αναδύεται από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης.
Πόσους, άραγε, φίλους κερδίσαμε αυτό το διάστημα; Οι “εχθροί” μας, οι “αντίπαλοί” μας και γενικά όσοι δεν μας συμπαθούν στον υπόλοιπο κόσμο είναι περισσότεροι ή λιγότεροι από όσοι ήταν μέχρι τον προηγούμενο χρόνο;
Αλήθεια, θα κλάψει κανείς, αν από... ατύχημα
οδηγηθούμε στην απόλυτη χρεωκοπία ή εκτός ευρώ;
Υπάρχει, τέλος, κάποιος -στην υπόλοιπη, εκτός
Ε.Ε., ήπειρο μας ή οπουδήποτε αλλού στον πλανήτη- που να αντιλαμβάνεται τι
πραγματικά διαπραγματευόμαστε και να μας συνιστά να συνεχίσουμε στον ίδιο
δρόμο;
Είμαι εξ εκείνων που ήδη από την προεκλογική περίοδο ισχυρίζονταν ότι η ισχυρή βούληση του κ. Τσίπρα και ενός στενού πυρήνα γύρω του μπορούσε να τιθασεύσει τις άτακτες δυνάμεις που τους περιέβαλαν.
Είμαι εξ εκείνων που ήδη από την προεκλογική περίοδο ισχυρίζονταν ότι η ισχυρή βούληση του κ. Τσίπρα και ενός στενού πυρήνα γύρω του μπορούσε να τιθασεύσει τις άτακτες δυνάμεις που τους περιέβαλαν.
Εξακολουθώ να πιστεύω ότι το δύσκολο εγχείρημα
της προσαρμογής στη λογική ήθελε το χρόνο του για να μπορέσουν να απαλυνθούν οι
εντυπώσεις από τις υπερβολικές προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί. Πολύ φοβάμαι,
όμως, ότι ο χρόνος αυτός εξαντλείται πλέον επικίνδυνα.
Η συνεχής εναλλαγή ανάμεσα στo... “δόξα τω
Τσίπρα” και στο.... “βοήθα Λαφαζάνη” φαίνεται να έχει εκμετρήσει το ζην.
Σε βαθμό που οσονούπω δεν θα μας σώζει ούτε η...
θαυματουργός Αγία Βαρβάρα.
Γρηγόρης Τζιοβάρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου