14.11.15

Η αριστερά πέθανε, ζήτω η αριστερά…



Ο Μαρξ εξέφρασε με μοναδικό τρόπο τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της εποχής του και πρότεινε σκληρές λύσεις για την ισομερή κατανομή του πλούτου. Η θεωρία του, στηριγμένη στα δεδομένα της εποχής του (τέλη 19ου αιώνα), απέτυχε να λάβει υπόψη την εξέλιξη της κοινωνίας, τις επόμενες δεκαετίες, και τις ραγδαίες αλλαγές που θα ακολουθούσαν. Μη έχοντας το προφητικό ταλέντο του Γέροντα Παϊσίου, η πραγματικότητα, ήρθε να καταλύσει τη θεωρία του.




Ο Μαρξ, δεν κατάφερε να προβλέψει τις εξελίξεις που ακολούθησαν τη Βιομηχανική επανάσταση. Δεν έλαβε καθόλου υπόψη την επιχειρηματικότητα, τον ανταγωνισμό και κυρίως την παγκοσμιοποίηση. Τα «γουρουνάκια» της φάρμας του Όργουελ, δεν περίμεναν να γίνουν τα απαραίτητα «πειράματα στο εργαστήριο», βιάστηκαν, με αποτέλεσμα, υιοθετώντας τη θεωρία του, να οδηγήσουν τις χώρες τους σε αδιέξοδο, χειρότερο ίσως από εκείνο που νόμιζαν πως θα οδηγήσει ο καπιταλισμός…


Έτσι, κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα, πολλές χώρες με κομμουνιστικό καθεστώς, φάνταζαν σαν σαραβαλιασμένα σάπια πλοία σε φουρτουνιασμένη θάλασσα, που οι καπετάνιοι τους, φρόντιζαν να ασχολούνται με το απολύτως απαραίτητο συσσίτιο των επιβατών, κρατώντας μεγάλες μερίδες για τον εαυτό τους, αγνοώντας το ρήγμα στο κύτος του πλοίου που βυθιζόταν αργά.
Στην Ελλάδα το ΚΚΕ παραμένει αναλλοίωτο σε δομή, οργάνωση, συμπεριφορά. Βλέποντας γνήσιους κομμουνιστές νεαρής ηλικίας σήμερα, είναι σα να βλέπεις τις ίδιες φιγούρες του εξήντα και του εβδομήντα.
Ίδιο λεξιλόγιο, ίδια εμμονή με την πώληση της κομματικής εφημερίδας, ίδια κλισέ, ίδια παραίτηση για την ουσία της ζωής. Μόνο τα απαραίτητα για μια ρηχή ζωή στερημένη από «αλάτι». Άνοστη και άκρως βιοποριστική. Η ειρωνεία είναι πως ο μοναδικός θεσμός με παρόμοια εμμονή στη συντήρηση, στην Ελλάδα, είναι μόνο εκείνος της εκκλησίας, την οποία ο κομμουνισμός παραδοσιακά αποστρέφεται.
Η πλειοψηφία των Ελλήνων πάντα είχε μια φυσική απέχθεια στον κομμουνισμό. Στη χώρα μας οι γνήσιοι κομμουνιστές είναι σταθεροί σε ποσοστά, εδώ και δεκαετίες και η εκλογική τους δύναμη αυξομειώνεται ελάχιστα. Οι Έλληνες, άλλωστε, προτιμούν να στηρίξουν φασιστικά κόμματα, δίνοντας εκεί την ψήφο αποδοκιμασίας τους για το πολιτικό σύστημα, παρά να τη δώσουν στους παλιομοδίτες του ΚΚΕ. Οι τελευταίοι, δεν έδιναν στίγμα σε πορείες και διαμαρτυρίες, όταν αποκαλύπτονται μεγάλα σκάνδαλα, που γονατίζουν τη χώρα, ίσως γιατί ήθελαν την πλήρη αποσύνθεση για να δικαιωθούν. Σιωπούσαν προκλητικά και έκαναν την εμφάνισή τους, όταν το απόστημα είχε σπάσει πια και η δυσωδία ήταν αφόρητη. Όταν το αίμα είχε ήδη μολυνθεί και η γιατρειά ήταν πρακτικά μη αποτελεσματική. Τότε βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή του αγώνα, όπως άλλωστε έκαναν πάντοτε. Με απαράλλαχτες, αναποτελεσματικές πορείες, σχεδόν ρουτίνας, χωρίς καμία φαντασία, που τιμωρούν τον πολίτη και όχι το διεφθαρμένο αντίπαλο πολιτικό. Που δημιουργούν χάος στους δρόμους των πόλεων, χωρίς κανένα απολύτως ουσιαστικό αποτέλεσμα. Που συμμετέχουν όσοι νιώθουν το ιερό, αλλά και άσκοπο καθήκον και όχι την τρύπα στο νερό.
Άλλωστε ποτέ δεν τους ενδιέφερε η θεραπεία της χώρας, υπό καθεστώς καπιταλισμού, αλλά ο θάνατος. Η κατεδάφιση του Ναού του Σολομώντα και η αναστήλωση του ξανά, σε τρείς μέρες.
Στην Ελλάδα, ευδοκίμησαν αναπάντεχα οι «ντεμέκ» κομμουνιστές. Εκείνοι που δεν είχαν το στίγμα του αγροίκου που κόβει λαιμούς με κονσερβοκούτια, που δεν στερούν σπίτια και περιουσίες από τον κόσμο, που δεν καταπιέζουν το λαό στερώντας του ελευθερίες. 



Μετά το «μνημονιακό αδιέξοδο» , προτίμησαν να θεριέψουν αυτό το κόμμα με τη διαταραγμένη ιδεολογία κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους, που δεν άγγιζε τις αμαρτίες του γνήσιου Μαρξισμού. Αυτό το περίεργο αριστερό κατασκεύασμα, δεν ενδιαφέρεται για τα πραγματικά προβλήματα που καταδυναστεύουν και βασανίζουν το λαό. Βέβαια, οι αριστεροί (sic) ηγέτες που βρίσκονται στην εξουσία σήμερα, είναι αυτό που λέμε «τίμιοι που δεν ήξεραν τη δουλειά», και που πήραν την εξουσία από τους «ικανούς απατεώνες».
Η ατυχία είναι, όπως είναι αναμενόμενο, ότι, εκτός του ότι πληρώθηκαν ακριβά «δίδακτρα» για να αρχίσουν να μάθουν τη «δουλειά», μαθαίνουν τη διαφθορά πολύ πιο γρήγορα, όπως όλοι που βάζουν το δάχτυλο στο μέλι της εξουσίας. Οι ανεδαφικές και ουτοπιστικές προεκλογικές κορόνες που θώπευαν τα αυτιά του λαού, διαψεύδονται καθημερινά και η σκληρή πραγματικότητα τους ωθεί σε ανατριχιαστικούς αυτοσχεδιασμούς, δημιουργώντας, έτσι ένα ιδιότυπο πολιτικό καθεστώς που χρίζει κοινωνιολογικής μελέτης.
Το αριστερό μωσαϊκό στην Ελλάδα, αποτελείται από καλλιεργημένους (αλλά όχι ώριμους, όσον αφορά τα πεζά θέματα της οικονομίας) ανθρώπους της διανόησης, είτε από άτομα που δεν χαρακτηρίζονται ως επιχειρηματικά μυαλά, από καιροσκόπους Γκρούεζες που εποφθαλμιούν εύκολο και γρήγορο πλούτο και χιλιάδες λαού που νιώθει την αγανάκτηση(sic) να ξεχειλίζει καθώς τα αποτελέσματα της ίδιας της επιπολαιότητάς του, τού γύρισαν μπούμερανγκ, μέσα από ένα τσουνάμι διαφθοράς. Οι αριστεροί αυτοί ηγέτες, σήμερα, έχουν ήδη ή θα πλουτίσουν σύντομα. Τα παιδιά τους πάντα θα φοιτούν σε αμερικάνικα κολλέγια και ιδιωτικά σχολεία, θα νοσηλεύονται σε ακριβές ιδιωτικές κλινικές, θα περιφέρονται με φιλιππινέζες, θα ζουν στα βόρεια προάστια, θα χρησιμοποιούν off shore εταιρίες, και θα διαψεύδουν καθημερινά ακόμα και τις βασικές αρχές της αριστεράς, βαφτίζοντας κάθε είδους ψάρι σε κρέας, με περίσσιο θράσος.
Οι οπαδοί τους, οι πελάτες-ψηφοφόροι και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις, είτε δεν τους συμφέρει, είτε δε θέλουν είτε δεν μπορούν να κατανοήσουν τον παραλογισμό αυτό. Παίρνουν γραμμή από την ηγεσία, αφομοιώνοντας το παράλογο με απίστευτη άνεση και ταχύτητα.

Προεκλογικώς, εξόντωναν τους ανήθικους αντιπάλους τους με μακιαβελικό τρόπο, με άνανδρα χτυπήματα κάτω από τη μέση, ρίχνοντας λάσπες περί λιποθυμιών παιδιών από την πείνα, περί χιλιάδων αυτοκτονιών χρεοκοπημένων συμπολιτών μας και περί πνιγμών-δολοφονιών μεταναστών από λιμενικούς. Και που μετά τη ανάληψη των καθηκόντων από τους ίδιους και παρά την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης, όλα αυτά τα δεινά, εξέλειψαν ως δια μαγείας. Με τρόπο που θα ζήλευε και ο Γκαίμπελς, για την κατάκτηση της εξουσίας, δημιουργούσαν αρνητικές εντυπώσεις για τους αντιπάλους τους, με απίστευτη ευκολία, υποκινώντας διαδηλώσεις καθημερινά, φτάνοντας τους κατοίκους του κέντρου στα όριά τους.
Κατέστρεφαν τη χώρα με σαμποτάζ που μαράζωναν την οικονομία, έκλειναν αεροδρόμια και λιμάνια, κάνοντας τους τουρίστες να αναθεματίζουν την ώρα και τη στιγμή για την επιλογή της χώρας των διακοπών τους. Έκαιγαν μαγαζιά, δολοφονούσαν αθώους ανθρώπους, ηρωοποιούσαν οποιονδήποτε που θελημένα ή όχι, έτυχε να αμαυρώσει τη φήμη του αντιπάλου. Τυφλωμένοι με μίσος για το καπιταλιστικό σύστημα που «μάστιζε» τη χώρα, έφταναν στο σημείο να μισούν την ίδια τη χώρα. Αλλά δεν αντιλαμβάνονται πως η χημειοθεραπεία που θέλουν να κάνουν τον κόσμο να νομίζει πως θα αποβάλλει το καρκίνωμα του καπιταλισμού, βλάπτει πολύ περισσότερα υγιή κύτταρα της Ελλάδας η οποία οδηγείται στο θάνατο, χωρίς να το καταλαβαίνουν οι ίδιοι, χωρίς να τους νοιάζει.
Η ιδιορρυθμία της σημερινής «αριστερής» κυβέρνησης, είναι πως ουδέποτε ενδιαφέρθηκε για τον εργάτη παρά για τον πελάτη: το δημόσιο υπάλληλο.
Οι υπάλληλοι του ιδιωτικού τομέα, τους αφήνουν παγερά αδιάφορους. Δεν τους νοιάζει αν μένουν απλήρωτοι, αν απολύονται κατά χιλιάδες. Η Επιθεώρηση Εργασίας (επανδρωμένη από δημοσίους υπαλλήλους, πιστούς στην ηγεσία, που προτιμούν να ρίχνουν πασιέντζες), δεν πραγματοποιεί ουσιαστικούς ελέγχους για τη διασφάλιση του σωστού ωραρίου, τις υπερωρίες, τις ανθρώπινες συνθήκες εργασίας. Δεν τιμωρεί τον αδυσώπητο καπιταλιστή που ασκεί πραγματική εκμετάλλευση στο δυστυχή ιδιωτικό υπάλληλο που η τύχη δεν τον έριξε στις αγκαλιές του Δημοσίου.
Οι πελάτες-δημόσιοι υπάλληλοι, απολαμβάνουν τη μητρική και πατρική στοργή των εκπροσώπων αυτής της μεταλλαγμένης αριστεράς, που τους ταΐζει και τους φροντίζει, έναντι ανταλλαγμάτων ψήφου και αφοσίωσης. Που λειτουργεί με ένα τρόπο μίλια μακριά από εκείνον που οραματίστηκε ο Μαρξ. Όπου τα «κεκτημένα» αφορούν, ως επί το πλείστον, δημόσιους υπαλλήλους που μέσω απεργιών εκβιάζουν το κοινωνικό σύνολο.
Έτσι «κεκτημένο» θεωρείται το όσο το δυνατόν πιο μικρό ωράριο, οι δυσανάλογα ψηλοί μισθοί από τους υπόλοιπους εργαζόμενους, οι αλόγιστες προσλήψεις, η οκνηρία και η κακή συμπεριφορά και η καταβρόχθιση μεγάλου μέρους της «πίτας» μέσω εφάπαξ, πρόωρων συντάξεων.
Χρόνια πριν ήταν πολύ δημοφιλή κάποια μελαγχολικά τραγούδια, όπως εκείνα των αδελφών Κατσιμίχα. Τραγούδια που μιλούσαν για μεσόκοπους σαρανταπεντάρηδες που τέλειωνε η ζωή τους επειδή ένα δεκαοκτάρικο τσουλάκι δεν τους ήθελε, κορίτσια άσχημα που αυτοκτονούσαν επειδή δεν τα διακόρευαν δεύτερη φορά και δεκάδες άλλα τραγούδια απαισιοδοξίας, και εγκατάλειψης που σιγοψιθύριζε εκστατικά μεγάλη μερίδα νέων. 



Αυτά τα απαισιόδοξα ακούσματα, αντικατόπτριζαν μια παθητική στάση απέναντι στη ζωή, εξέφραζαν και εξακολουθούν να εκφράζουν χιλιάδες νέους, κυρίως. Η μοιρολατρία και η αυτοθυματοποίηση, ήταν απόδειξη μιας παθητικής στάσης απέναντι στη ζωή. Η έλλειψη αυτοπεποίθησης και μαχητικότητας για ζωή, τους οδήγησε στην αριστερά της ασφάλειας.
Οι δράκοι που τους απειλούσαν ήταν παντού: Δεξιές κυβερνήσεις, φαντάσματα του εμφυλίου, αμερικάνοι, αργότερα ευρωπαίοι, διεθνείς συνωμοσίες εναντίον μιας χώρας που όλοι εξακολουθούν να τη ζηλεύουν.
Η αριστερά, χάνοντας την αίγλη του παρελθόντος, μεταλλάχθηκε. Από χώρος ιδεολογίας κουλτούρας και προοδευτισμού, για να επιβιώσει έγινε η σχεδία του απελπισμένου. Η σχεδία που κουβαλάει ισχνούς ανθρώπους, ετοιμοθάνατους που αναζητούν την ελπίδα στο βάθος του ορίζοντα, όπως ο πίνακας του Theorore Gericault, “The raft of Medusa”.
Αντί να βελτιώσουμε τα αρνητικά στοιχεία των κομμάτων του μονόδρομου που λέγεται κοινωνικός φιλελευθερισμός, προτιμούμε να αναβιώσουμε ένα σύστημα που βρίσκεται σε αποσύνθεση. Και να γίνουμε σύγχρονοι Φρανκενστάιν. Να δώσουμε ζωή σε νεκρούς ιστούς.
Χωρίς να σκεφτόμαστε πως το τέρας που δημιουργούμε, θα στραφεί εναντίον μας.

Γιάννης Τζίτζης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου