10.1.16

Γοτθογραίκοι…



Έχω ασκηθεί στην σύζευξη, στην απορρόφηση, στην μίξη, στην καταλλαγή. Ιδίως εκεί όπου φαινομενικά,όλα δείχνουν  αδιέξοδα. Διότι χύθηκε αίμα, οι διαφορές έδειχναν αγεφύρωτες, οι απόψεις αδαμάντινες και η ρητορική πειστική και αρραγής.



Το «πλην Λακεδαιμονίων» δεν είναι κάποια εξαίρεση, αλλά ένδειξη πως η μια πλευρά πλευριτώθηκε, κράτησε τις αξίες της και επιμένει στην παλιά της δομή, όταν απομείνουν από αυτήν τρεις και ο κούκκος…


Οι Κέλτες όργωσαν με τις κακής ποιότητας σπάθες των την ανατολή για να καταλήξουν βολικοί γείτονες των Καππαδοκών, στην περιοχή της Άγκυρας και της τετρακωμίας τους. 
Οι οίκοι των Γιόρκ και των Λανκάστερ δεν έμελλε να κατοικήσουν το Μπάκινχαμ. 
Οι Ρωμαίοι έφριτταν με τις βαρβαρότητες του Αλάριχου και την προσβολή στην στωικότητά τους, ώσπου βρήκαν στους αγριωπούς μετανάστες καλούς διοικητές, που φόρεσαν τις τόγες τους και συνέχισαν την ψηφιδωτή τέχνη με τα αλαβάστρινα διάφανα παράθυρα των μαυσωλείων τους, ώσπου να γίνει «αγία» η αυτοκρατορία τους. 
Κι όταν οι Οίκοι, τα Κράτη, οι Πόλεις και οι Κοινωνίες, δεν κατάφερναν να ομονοήσουν, παρά τους αιώνες και τους ποταμούς αιμάτων που τους χώριζαν, μια Τρίτη δύναμη, από το πουθενά, τους χώνευε με ευκολία στο τεράστιο στομάχι της. 
Αυτά είναι ιστορικά διδάγματα που δεν παρουσιάζονται πάντοτε φανταχτερά και διαβόητα. Ο Χώρος και ο Χρόνος είναι γεμάτος «προδομένες επαναστάσεις», «αγωνιστές που παραμερίστηκαν», «ήθη και έθιμα που μεταβλήθηκαν σε γιορτές για τουρίστες», «έρωτες που έσβησαν μέσα στην τεκνογονία», «παιδιά που απείθησαν στους γονείς τους και ερωτεύτηκαν τον γόνο των εχθρών τους». 
Και προς Θεού, Σιθάσπιδες, μη λησμονείτε πως δεν συγχωνεύονται μόνον τα διάσημα, τα έντονα και τα χαρακτηριστικά. 
Συχνά, πολύ συχνά, οι έχθρες καταλήγουν σε προσποίηση, σε ιστορική γελοιογραφία, σε καρικατούρα δήθεν διαφωνιών, ώσπου τις περιμένει μια κοινή τράπεζα, μεθοδεύσεις που ακολουθούν κατά συνθήκη ψεύδη. 
Ο Μέλλων είναι ο απόλυτος αντίπαλος του Παρόντος και ο σιχαμένος εχθρός του Παρελθόντος. Οι μονόφθαλμοι, κοψονούρηδες γάτοι, θα συνυπάρχουν πάντοτε με τα γλυκύτατα κατσούλια που κοιμούνται στην κοιλιά των αφεντικών τους, στολισμένα με φιόγκους, που φοβούνται πάντως τα ποντίκια. 
Κι όλα αυτά, τα λησμονούμε, διότι ο βίος είναι βραχύς και η Τέχνη μακρά. Στο σινεμά, στη λογοτεχνία και στην μουσική,ανταύγειες της αρχαίας βίας και της άσκοπης αιματοχυσίας, γίνονται σύμβολα των εποχών που παρήλθαν και σε πείσμα των επιστημονικών εργαλείων, παραμένουν ακατανόητες. 
Οι γέροντες πεθαίνουν εμβρόντητοι, οι νέοι δικαίως τους απεχθάνονται, επειδή και ο σεβασμός είναι μια μορφή απόρριψης. 
Στις μέρες που ζούμε σε αυτήν την ρημαδοχώρα, βιώνουμε μια τέτοια συνένωση των Οίκων. Για την ακρίβεια, την συναλλαγή των οπαδών τους. 
Η βία ασφαλώς είναι η μαμμή της Ιστορίας, αλλά το τέκνο της συνήθως το βαφτίζει ένας τρελός λαγός. Και πουθενά οι μεγάλοι φιλόσοφοι δεν ασχολούνται με το ποιός γκάστρωσε την Ιστορία. 
Ίσως επειδή κανένας κηφήνας που πρόλαβε την βασίλισσα των μελισσών, δεν έζησε, μήτε ο ίδιος μήτε η γενιά του, να αφηγηθεί τις εντυπώσεις του. 
Μετά από τέτοιες γκαγκάν σκέψεις, μπορεί να φαίνεται ξεκούδουνο και τραγελαφικό να παρατήσω τις γενικότητες και να χωρέσω σε μια καταληκτική παράγραφο την Ένωση των αντιμαχομένων Οίκων της Ελλάδας, να ενώσω τον άντρα της Καφαντάρη, τον Βασίλη Λεβέντη, το ασφαλιστικό, τον Κυριάκο και τον Βαγγέλα, τα ζόμπι που παίρνουν στα σοβαρά τον Καλύβα και τον Μαραντζίδη, τα μνημόσυνα των ανταρτών που δημοσιεύονται στον «Ριζοσπάστη» και το τραγούδι «σε συνάντησα στην πλαζ και φορούσες τυρκουάζ, στο λαιμό μαντίλι». 
Διότι άλλα διδαχτήκαμε, αλλιώς ζήσαμε, αλλούτερα επάθαμε, κακώς γεννηθήκαμε, λανθασμένα θα αποθάνουμε, κάκιστα διαλέξαμε μια χαράδρα για να νοικοκυρευτούμε. 
Από τους γκρεμνούς που μας τριγύριζαν, ήρθαν ανίδρωτοι φορτηγατζήδες και ρίχνουν μπάζα συνεχώς, για να μας θάψουνε στα κρημνίσματα. Δεν το κάνουν άσκοπα: κάποιο φράγμα έσπασε και πρέπει να σφραγίσουν τις πιθανές εξόδους του προς τον κάμπο, χωρίς να ψιλολογούνε αν η χαράδρα είναι κατοικημένη. 
Των οικιών ημών εμπιμπραμένων, ημείς άδομεν. 
Δηλαδή τι έπρεπε να κάνουμε; Να πάρουμε το φτυάρι; Το πήραν άλλοι.
Να χτίσουμε αλλού; Δεν προλαβαίνουμε.
Να διαμαρτυρηθούμε; Μάλλον αυτό κάνουμε.
Αλλά το τραγούδι, τραγούδι. Άλλος με το «επέσατε θύματα» κι άλλος με το «Γρίβα μ΄σε θέλει ο βασιλιάς».

Πάνος Θεοδωρίδης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου