Σήμερα σύντροφοι και συντρόφισσες θα σας πω μια
ιστορία πολύ παλιά, από τότες που δεν υπήρχανε τα κομπιούτερς. Τότες λοιπόν,
ήτανε ένα παιδάκι που απ’ όταν έμαθε να μιλά του άρεζε να ρωτά τον μπαμπά του
και τη μαμά του για όλα. Όλη μέρα, κι αν μπορούσε κι όλη νύχτα, θα ρώταγε για
ό,τι δεν ήξερε, ό,τι του έκανε εντύπωση, ό,τι του φαινότανε παράξενο κι
αταίριαστο.
Έτσι, πριν καλά-καλά κλείσει τα τέσσερα είχε
μάθει τους περισσότερους αστερισμούς, όλες τις μάρκες των αυτοκινήτων, τα
περισσότερα κράτη με τις πρωτεύουσές τους, τι ακριβώς έβγαζε ο αχλαδόκαμπος και
ακόμα όσα έλεγαν ο μπαμπάς κι η μαμά με τους φίλους τους για τους μαλάκες τους
πολιτικούς. Αλλά ενώ είχε καταλάβει μέσες άκρες τι πήγαινε να πει πολιτικοί,
του ξέφευγε πολύ τι πήγαινε να πει μαλάκες…
Όταν έκλεισε τα δώδεκα, είχε μάθει για τη
μουσική, την αρχιτεκτονική, τη γεωγραφία, τον αχλαδόκαμπο και το διάστημα πιο
πολλά κι από τη μαμά και τον μπαμπά του και τότες εκατάλαβε πως πια δεν άξιζε
να τους ρωτά γιατί δεν είχανε άλλες απαντήσεις. Έψαξε λοιπόν άλλονε τρόπο να
βρίσκει εξηγήσεις στις ατέλειωτες απορίες του και τι λέτε πως ανακάλυψε; Τα
βιβλίααααα!
Έγινε κυριολεκτικά βιβλιοφάγος αφού μ’ αυτά
χόρταινε τη γιγάντια πείνα του να μαθαίνει για ό, τι δεν ήξερε, ό,τι του έκανε
εντύπωση, ό,τι του φαινότανε παράξενο κι αταίριαστο, αλλά πράμα παράξενο κι
αυτό, συνέχιζε να του ξεφεύγει τι πήγαινε να πει η λέξη μαλάκες. Λεξικά,
ετυμολογίες, ιστορία, συζητήσεις με φίλους, ερωτήσεις προς την καθοδήγηση και
ό,τι άλλη προσπάθεια έκανε, όλο και πρόσθετε κάτι στη γνώση του για τους
μαλάκες, αλλά έλα που ένοιωθε ότι πάντα κάτι άλλο έμενε ακόμα να μάθει για να
πει πως, ναι είχε τελειώσει την έρευνά του και τίποτα νέο πια δεν του ‘μενε να
μάθει γι’ αυτούς.
Εδώ πρέπει να σας αποκαλύψω πως όταν ήτανε στην
τρυφερή ηλικία των οχτώ και είχε πάει μια φορά στην Αθήνα με τον μπαμπά του,
σταθήκανε μπροστά στη βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου και εκεί, στο κέντρο της
βιτρίνας, ήτανε στολισμένα δύο βιβλία, το ένα με ένα αστραφτερό πολύχρωμο
εξώφυλλο που έγραφε «Ο Πήτερ Παν στη χώρα του ποτέ» και το άλλο πολύ μικρότερο,
καθόλου φανταχτερό, με ένα εξώφυλλο άτονο κι αδιάφορο όπου με δυσκολία διάβασε
τον τίτλο του βιβλίου που έλεγε: «Το πάθος του αυνανισμού υπό το φως της
επιστήμης». (1)
Κι αφού ήξερε ήδη τα πάντα για τον Πήτερ Παν
ρώτησε τον μπαμπά του τι θα πει αυνανισμός και εισέπραξε την απάντηση ότι το
βιβλίο αυτό μίλαγε για τους μαλάκες. Του γύρεψε να του το αγοράσει και ένοιωσε
τεράστια έκπληξη και απορία όταν εισέπραξε από τον μπαμπά του μια σβουριχτή
σφαλιάρα όπου για λίγα δευτερόλεπτα έχασε το φώς του. Τότες λοιπόν, στα οχτώ
του μέσα από την σωματική αυτήν εμπειρία, ίσως ασυνείδητα, εθεμελιώθηκεν στο
μυαλό του η ιδέα πως η μαλακία βαρά εις το κεφάλι και ίσως κιόλας να οδηγεί εις
τύφλωση, όπως τους έλεγεν και ο παππαΝικόλας εις το κατηχητικό. Και τα χρόνια
συνέχισαν να περνούν…
Το παιδί εμεγάλωσε και έγινε άντρας πια. Και σαν
άντρας άρχισε λοιπόν να ασχολιέται με την πολιτική που (όπως και ο πόλεμος) από
τα αρχαία χρόνια ήτανε δουλειά των αντρώνε. Οι απορίες του ήτανε πια
περισσότερες και οι απαντήσεις όλο και πιο δύσκολες όλο και πιο βαθιά κρυμμένες
σε κάποιο κεφάλαιο, κάποιου βιβλίου, που έπρεπε μόνος του ν’ ανακαλύψει. Και το
πιο παράξενο:
Μόλις το εδιάβαζε και του λυνότανε μια απορία,
μια καινούργια παρουσιαζότανε και έπρεπε άλλο βιβλίο να ψάχνει πάλι και-το
χειρότερο-ήτανε μερικές φορές που στο επόμενο βιβλίο εύρισκε άλλη, διαφορετική
απάντηση στην απορία που είχε λύσει με το προηγούμενο, αλλά πάντα έμενε να του
ξεφεύγει κάτι για να συμπληρώσει τη γνώση του για τους μαλάκες.
Τότες λοιπόν που άρχισε σαν άντρας ν΄ασχολιέται
με την πολιτική, δεκαοχτώ θάτανε δε θάτανε, ήτανε της μόδας ένα life style που
λεγότανε μαρξισμός-λενινισμός και είχεν κάμει κάτι σαν ευαγγέλιο ή Ταλμούδ (το
ίδιον είναι) τα γραφτά ενός σπουδαίου επιστήμονα του παλιού καιρού που ελεγότανε
Κάρολος Μαρξ. Και υπήρχανε αμέτρητα βιβλία που μπορούσες να μάθεις γι’
αυτήνανε. Έπεσε λοιπόν με τα μούτρα σ’ αυτά τα βιβλία έμαθε τη διαφορά υλισμού
και ιδεαλισμού και τότες ήτανε που μπερδεύτηκε ακόμα περισσότερο η εξήγηση για
το τι πήγαινε να πει «μαλάκες», αφού όπως έγραφε και ο Λένιν (κορυφαίος
ιεράρχης) στο «Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός» ούτε η καθημερινή εμπειρία
ήτανε αρκετή για να εξηγήσει το πάθος του αυνανισμού, μα ούτε και μπορούσαμε να
δεχτούμε τη μαλακία ως άϋλη έννοια ξεκομμένη από την υλική πραγματικότητα. Θα
ήτανε εντελώς αντιεπιστημονικό.
Και τα χρόνια συνέχισαν να περνούν…
Και τότες, με γκρίζα κι αραιά μαλλιά πια,
έχοντας πατήσει τα εξήντα έγινε στη χώρα του πρωθυπουργός κάποιος Τσίπρας
και υπουργοί κάτι άλλοι, ένας Τσακαλώτος, ένας Σκουρλέτης κι ένας
Ζουράρις. Αυτούς τους τέσσερεις τους ξεχώριζε από τους άλλους γιατί σύμφωνα με
το μαρξισμό-λενινισμό αυτοί ήτανε πιο προλετάριοι από το Σταθάκη, τον
Κατρούγκαλο, τον Παππά και τον Φλαμπουράρη κι είχανε από παιδιά νοιώσει στο πετσί
τους την ταξική καταπίεση σε συνθήκες μονοπωλιακού καπιταλισμού. Αλλά με όλην
αυτή την καταπίεση δεν είχανε μπορέσει-όπως αυτός- να μορφωθούνε αργά και
σταθερά κι έτσι όταν εμεγαλώσανε βιαστήκανε να μάθουνε πιο γρήγορα το
μαρξισμό-λενινισμό και ίσως-ίσως να βρούνε κι αυτοί την απάντηση στο μέγα
ερώτημα, «τι πα να πει μαλάκες». Και τι εκάμανε λοιπόν;
Έ να, τι να κάνουνε, επαίζανε όλη μέρα με το
πουλί των κι είχανε και στο νου τους τίποτα γκομενάκια (πρωταρχική ιδέα), άλλος
την Επανάσταση, άλλος τη Ρωμιοσύνη κι άλλος το Στάλιν και μέσα από την εμπειρία
(πρωταρχική γνώση) προσεγγίσανε την έννοια της μαλακίας και αργότερα μπορέσανε
να θεμελιώσουνε και θεωρητικά τη γνώση τους για το πάθος του αυνανισμού, υπό το
φως της επιστήμης του ιστορικού υλισμού. Κι έτσι εγίνανε το λοιπόν
κομμουνιστέεεεεες.
Αλλά τότες, αρχές του ’15 ήτανε, άρχισεν έξαφνα
η ταξική πάλη να βαθαίνει και να πλαταίνει και ν’ αποκτά νέα χαρακτηριστικά και
η κατάσταση να γίνεται πολύπλοκη και αντιφατική τροφοδοτώντας αυτούς τους
κομμουνιστές με διάφορες αυταπάτες και εις αυτή την ατμόσφαιρα κάποιος Μηλιός,
έγραψε ένα πρόγραμμα στη Θεσσαλονίκη γεμάτο αυταπάτες και ο λαός επίστεψεν εις
τις αυταπάτες, το εψήφισε και έκαμε κυβέρνηση τους κομμουνιστές που συνέχιζαν
να παίζουν καθημερινώς με το πουλί των ακόμα και μέσα εις την αίθουσα του
Γιούρογκρουπ εν ώρα συνεδρίασης, ντυμένοι σαν κλαρινόγαμπροι χωρίς γραβάτα.
Και τότες επιτέλους (στα εξηνταπέντε του πια)
εκατάλαβε κι αυτός τι είναι οι μαλάκες: Τότες εκατάλαβε ότι δημιουργούνται,
όπως του είχεν μάθει ο μαρξισμός-λενινισμός, όταν ωριμάζουνε οι συνθήκες
α) παρατεταμένης μαλακίας, β) επιθετικότητας του ιμπεριαλισμού, γ) κυριαρχίας
του χρηματιστικού κεφαλαίου και του νεοφιλελευθερισμού και δ) βαθαίματος της
ταξικής πάλης.
Ήτανε τότες που η μαλακία είχεν πια εγκατασταθεί
μέχρι και στην Επίδαυρο και αυτό διακρινόταν εις την αύρα κορυφαίων τραγωδών,
κωμωδών αλλά και άλλων πνευματικών ανθρώπων, λίγων μα την αλήθεια.
Ήτανε τότες που το τέρας του νεοφιλελευθερισμού
ήτον έτοιμο να αφήσει την τελευταία του πνοή κάτω από τα τρομερά χτυπήματα του
νέου προστάτη του Ευρωπαϊκού κεκτημένου, ενός Πάκη καλή του ώρα.
Ήτανε τότες που οι νέες συνθήκες επέβαλλαν στο
προλεταριακό κόμμα νέου τύπου τη συνύπαρξη του σφυροδρέπανου στην pochette του
Κατρούγκαλου, με την ακροδεξιά στολή παραλλαγής του Καμένου και την
ψευτορωμέικη φουστανέλα της ακατάσχετης μπουρδολαγνείας του Ζουράρι, συνιδρυτή
της παρακρατικής ακροδεξιάς οργάνωσης, Δίκτυο 21.
Συντρόφισσες και σύντροφοι: Μία ολότελα νέα
εποχή ανατέλλει από εδώ ίσαμε τη χώρα του Ντόναλντ του Τραμπ και του Μίκυ του
Μάους. Μία εποχή πολύ κατάλληλη για συμπεράσματα σχετικά με το πάθος του
αυνανισμού υπό το φως της επιστήμης, με την προϋπόθεση να τα προλάβουμε πριν
καταλήξουμε όλοι μαζί εις το σκότος και το έρεβος της ναρκοκουλτούρας του
μαρξισμού λενινισμού.
Hasta la vista babies.
Θεόδωρος Ζαρέτος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου