Μου έλαχε τις προάλλες να κάτσω για λίγο δίπλα
στον ξερόλα του γυμναστηρίου. Γύρω στα 50, γυμνασμένος, πρώην αθλητής μάλλον, ο
τύπος του ανθρώπου που μαζεύει κοινό όπου κι αν πάει, γιατί πάντα έχει
συμβουλές να δώσει. Συνοικιακός opinion leader. Το πηγαδάκι του, αποτελούμενο
από 4-5 άτομα, μιλούσε συνωμοτικά, αλλά όχι και χαμηλόφωνα. Ιδιωτική συνομιλία,
αλλά δεν το πείραζε να ακουστεί παραέξω – ίσως και να το επεδίωκε.
Μέσα σε λίγα λεπτά, ο τύπος έκανε κάμποσες
πρόχειρες διαλέξεις με το κοινό να τον κοιτάει εκστασιασμένο, να συμφωνεί σε
όλα και να προσθέτει και τα δικά του όπου ήταν δυνατό. Μίλησε για τα εμβόλια (τα
οποία είναι κακά γιατί προκαλούν σκλήρυνση κατά πλάκας!), για τις ουσίες που
ρίχνουν στο γάλα για να μας δηλητηριάσουν κρυφά (ποιοι άραγε;), για τον
βελονισμό, για τους γιατρούς που δεν ξέρουν την τύφλα τους, και έκανε κι ένα
πέρασμα απ’ την πολιτική, για να καταλήξουν άπαντες ομόφωνα στο ότι “όλοι είναι
πράκτορες και τα πάντα είναι μιλημένα”. Μα πού τα ’χαν διαβάσει όλα αυτά;
Ο μεγάλος πειρασμός σ’ αυτές τις περιπτώσεις
είναι, αφού γελάσεις (ή κλάψεις), να γενικεύσεις, να χλευάσεις το κατάντημα της
χώρας σου, και να διαχωρίσεις τη θέση σου (νοερά κυρίως) απ’ ό,τι συνιστά την
πλειοψηφία της. Επίσης, αντανακλαστική αντίδραση στον παραλογισμό είναι να
ψάξεις τα αίτιά του ιστορικά για να τον εκλογικεύσεις. Τι στέρησε απ’ τους
συμπολίτες σου τη γνώση, τι την στέρησε απ’ τους γονείς τους, γιατί η ενημέρωση
και η εκπαίδευση είναι τόσο ανεπαρκείς, με ποιες ενέργειες μπορεί να ανατραπεί
η κατάσταση, -μια ορθολογική προσπάθεια κατανόησης ενός ανθρωπολογικού
φαινομένου. Όμως το αφήγημα χωλαίνει γιατί το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό.
Στην Αμερική εξελέγη ο Τραμπ, στην Ευρώπη καλπάζει η ακροδεξιά, οι εκλεγμένοι
Πούτιν και Ερντογάν βυθίζουν μέρα με τη μέρα τις χώρες τους στο σκότος. Το
παράλογο αναδεικνύεται σε κρατούσα ιδεολογική τάση διεθνώς. Η κουλτούρα του
‘πουλάω τρέλα’ είναι ευρεία και κερδίζει συνεχώς έδαφος.
Σιγά σιγά, άρχισα να συνειδητοποιώ κάτι που δεν
ήθελα καθόλου να παραδεχτώ, γιατί ως σκέτη παραδοχή μοιάζει με κλισέ σύνθημα
και δεν διαφέρει και πολύ απ’ ό,τι συνήθως απορρίπτω ως κινδυνολογική
συνωμοσιολογία. Η παγκοσμιοποίηση έχει
γεννήσει ένα πολύ χαρισματικό μα επικίνδυνο παιδί. Το ίντερνετ. Το όργανο που ένωσε όλες τις γωνιές του
κόσμου κι έκανε τη γνώση κοινό τόπο, εκδήλωσε το κλασικό ψεγάδι όλων των
δημοκρατικών μέσων: Έδωσε φωνή στον βλάκα. Κι έπειτα, συσπείρωση στους βλάκες.
Το ίντερνετ, όπως κάθε επαναστατικό μέσο, από το
βιβλίο μέχρι την ατμομηχανή, από μόνο του δεν κάνει τίποτα. Αν δεν ξέρεις πώς
να το χρησιμοποιήσεις δεν σου εγγυάται καμία προσωπική πρόοδο, γι’ αυτό και η
αυταξία που του αποδίδουμε είναι σε μεγάλο βαθμό ένα ρομαντικό ψέμα.
Εκτός, λοιπόν, από αυτούς που το χρησιμοποιούν
ως μέσο επικοινωνίας και πληροφόρησης, τηρώντας παράλληλα στοιχειώδεις
μεθοδολογικούς κανόνες, υπάρχουν κι εκείνοι που χρησιμοποιούν το ίντερνετ για
να κάνουν ό,τι γινόταν παλιά σε μικρότερη κλίμακα και στη γειτονίτσα τους:
Κουτσομπολιό, ράδιο αρβύλα, χαλασμένο τηλέφωνο, παραπληροφόρηση από βλακεία ή
δόλο, μυθοπλασία, διασπορά ανοησίας και κακοήθειας. Αυτό γινόταν κατά κόρον και
μέσω τηλεόρασης, αλλά το ίντερνετ είναι το πρώτο μέσο που όπλισε τη μάζα,
δίνοντάς της τη δυνατότητα να ενεργήσει μόνη της. Πλέον οι βλάκες δεν είναι μόνο αποδέκτες βλακείας, έχουν τη δύναμη να
την πλάθουν και μόνοι τους, να τη μεγεθύνουν και να την κατευθύνουν όπου αυτοί
νομίζουν. Παράλληλα, ο ένας βλάκας με τον άλλο αρχίζουν να συνδέονται και να
αποκηρύσσουν την απομόνωση που κάποτε τους ανάγκαζε να κρατάνε τα προσχήματα.
Τι αποκάλυψη! Είναι πολλοί και είναι παντού! Η άλλοτε άκακη αγραμματοσύνη
απελευθερώθηκε απ’ το κουτάκι της, γιγαντώνεται και τιμωρεί το σύμπαν
παντοδύναμη.
Ανοησία υπήρχε ανέκαθεν στον κόσμο, ωστόσο τώρα
είναι η πρώτη φορά στα χρονικά που οι φορείς της συνειδητοποιούν ότι έχουν το
πάνω χέρι. Ακραίοι εθνικιστές, ρατσιστές, θρησκόληπτοι, αρνητές του δυτικού
πολιτισμού, της προόδου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πολέμιοι των εμβολίων,
ψεκασμένοι, φιλοπόλεμοι οπαδοί της βίας και του χάους, ένας ολόκληρος
αντικοινωνικός συρφετός απλώνεται στη δημόσια σφαίρα και τη μολύνει. Σε
ταραχώδεις περιόδους η λογική χάνει το γόητρό της, η αμάθεια απενοχοποιείται
και σου τρίβεται στη μούρη σα να σου λέει “Και τι κατάλαβες με τους άλλους;
Ακολούθα εμένα!”. Το τρικ πιάνει, ολοένα και περισσότερος κόσμος προσχωρεί στη
νοοτροπία του παλαβού και το ίντερνετ είναι η πιο πειστική ένδειξη του πόσο στραβά
κινείται ο σύγχρονος πολιτισμός. Eκτός από ένδειξη, όμως, είναι και αιτία.
“Και τι σε νοιάζει αν υπάρχουν άνθρωποι με
λανθασμένες κι επικίνδυνες απόψεις; Ακόμα κι αν πλειοψηφούν, εσύ έχεις τις
δικές σου, δεν σου το απαγόρευσε κανείς”, θα έλεγε κάποιος ανυποψίαστος περί
την πρακτική διάσταση του ίντερνετ. Και θα έκανε λάθος. Ο λόγος, με τις
διατυπώσεις και τις επαναλήψεις του, έχει επιτελεστική ισχύ, διαμορφώνει
καταστάσεις, δίνει υπόσταση σε ανθρώπους, αντιλήψεις και ιδέες, γυρνάει σελίδες
στην ιστορία. Ακόμα και το ανύπαρκτο, ο λόγος το κάνει υπαρκτό. Το ίντερνετ
είναι το κατ’εξοχήν μέσο διάδοσης του λόγου σήμερα, και μάλιστα δεν του
επιβάλλει κανέναν περιορισμό ή έλεγχο. Όλοι μπορούν δυνητικά να διαβαστούν απ’
όλους.
Στο μεταξύ, στο ξέφραγο σύμπαν του διαδικτύου,
τα πάντα έχουν την ίδια αξία τυπικά. Οι κοινωνικοί διαχωρισμοί που ισχύουν στην
κανονική ζωή, εδώ δεν έχουν απόλυτη ισχύ (μάλλον παραπαίουν αυθαίρετα
σχετικοποιημένοι). Η άποψη του ακαδημαϊκού δεν διακρίνεται από εκείνη του
ταξιτζή, το ποιοτικό κριτήριο έχει υποχωρήσει μπροστά στο διαπιστευτήριο του
like. “Και τι ξέρει μωρέ αυτός; Τα
είδαμε και τα χαΐρια των μορφωμένων… Προτιμώ τον άλλο, που τα λέει χύμα και
τσουβαλάτα”.
Παλιά μπορεί να σε επηρέαζε η δημόσια τοποθέτηση
ενός πανεπιστημιακού -που ασφαλώς δεν ήταν βέβαιο ότι θα ήταν σωστή, είχε όμως
τις περισσότερες πιθανότητες να είναι- ενώ τώρα η επιδραστικότητα είναι θέμα
δημοτικότητας. Οι τάσεις δεν διαμορφώνονται από το αντικειμενικά καλό πρότυπο
(με τα πολλά ψεγάδια του) αλλά από το συμπαθές. Και το συμπαθές που γίνεται
τέτοιο επίτηδες, είναι το αντιπρότυπο του χρήσιμου κι επιμορφωτικού. Είναι η
κολακεία της αγαθοσύνης, η επιβράβευση του χαζού και μέτριου, το εμπορικά
επικερδές. Ό,τι δεν απαιτεί κόπο κι απλώς υπάρχει για να χαϊδεύει τη μικρόνοιά
μας.
Οι μαγικές κρέμες, οι προφητείες, οι
βλαχομεσσίες, οι ψεκασμοί και όλα τα σχετικά (με τις διάφορες παραλλαγές τους),
δεν είναι καινούργια φαινόμενα. Οντολογικά είναι όσο παλιά είναι και η
χαζομάρα, και εξίσου διαχρονικά. Θα συνεχίσουν να υπάρχουν δηλαδή. Το πρόβλημα,
όμως, δεν είναι η ύπαρξή τους, -κανείς δεν έχει την αξίωση να εξαλειφθεί η
βλακεία από τον κόσμο. Το πρόβλημα είναι η σταδιακή κανονικοποίησή τους, όχι το
ότι τα βλέπουμε, αλλά ότι τα βλέπουμε και σιγά σιγά θεωρούμε πως είναι ok να υπάρχουν
κι ότι μάλιστα ενέχουν δόσεις αλήθειας, ακρίβειας, κύρους. Βαθμιαία, η
εγκληματική αφέλεια εξελίσσεται σε μια εναλλακτική εκδοχή του κανονικού,
εσχάτως έχει αρχίσει και να το εκτοπίζει, γίνεται κυριολεξία στη θέση της
κυριολεξίας.
Έξι
γραφικοί τύποι που πιστεύουν ότι δεν χρωστάνε τίποτα στην εφορία γιατί ένας
Πατρινός μάγκας έχει 600 δις και θα τα διαθέσει για τη σωτηρία τους, δεν
αποτελούν κίνδυνο. Όταν, όμως, οι γραφικοί τύποι είναι έξι χιλιάδες και ο
ρυθμός αύξησής τους είναι τέτοιος που πλέον δημιουργούν προβλήματα στις εφορίες
και μας φτάνουν στο σημείο να συζητάμε σοβαρά τα αιτήματά τους, το πράγμα
αλλάζει. Το αυτονόητο απονομιμοποιείται και τα προϊόντα της ακραιφνούς ευήθειας
παίρνουν θέση στην πραγματικότητα. Τα συζητάμε, τα διαπραγματευόμαστε, άρα
υπάρχουν.
Σε τελική ανάλυση, δεν έχει περάσει πολύς καιρός
από τότε που ένα ολόκληρο κόμμα θεμελιώθηκε και εξελέγη στη βάση της
φαντασίωσης και του παραλογισμού, και παρ’ότι το κόμμα σήμερα παρακμάζει, η
ιδεολογική προσήλωση στο μη ρεαλιστικό κρατάει γερά κι ακόμα αναπτύσσεται.
Συμπερασματικά: Όσο εμείς πλοηγούμαστε στο ίντερνετ και ανακαλύπτουμε τον
κόσμο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι παραδίπλα μας πλοηγούνται οι οπαδοί του Σώρρα
που ανακαλύπτουν ο ένας τον άλλο, κι αύριο-μεθαύριο μπορεί και να μας κυβερνάνε.
Υπάρχει για όλο αυτό ένα είδος αντιμετώπισης,
κάτι σαν αυτοπροστασία που μπορεί και να ’χει ευρύτερο αποτέλεσμα κάποια
στιγμή. Δεν είναι η καταστολή, ο καθένας ας γράφει κι ας διαβάζει ό,τι θέλει,
ακόμα κι αν αυτό είναι ψευδές, υβριστικό ή επικίνδυνο. Είναι η αυστηροποίηση
του προσωπικού κριτηρίου. Δεν διαβάζουμε βλακείες, δεν τις αναμεταδίδουμε, δεν
τους επιτρέπουμε να εισέλθουν στον δικό μας χώρο. Βάζουμε την παράνοια σε
καραντίνα, περιορίζουμε τη μόλυνση όσο περνάει απ’ το χέρι μας και απέχουμε συνειδητά
απ’ τους “μολυσμένους” για όσο χρειαστεί.
Άρης Αλεξανδρής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου