Από το τέλος του Β’ΠΠ και μετά η Μεγάλη
Βρετανία, αλλοτινή παντοκράτωρ, κατέληξε μια ακόμη προβληματική χώρα χρωστώντας
τα μαλλιοκέφαλά της στους Αμερικανούς, πασχίζοντας με κάθε τρόπο να περισώσει
ότι μπορούσε από την έως τότε αυτοκρατορία της.
Μάλιστα, το 1976 αναγκάστηκε να «διασωθεί» από
το μισητό ΔΝΤ, εισπράττοντας κάπου δυόμιση εκατομμύρια στερλίνες μπας και
μπορέσει να καλύψει τρύπες. Ήταν τόση η ταπείνωση της ξεπεσμένης αυτής
αριστοκράτισσας που μέχρι και ο Χένρι Κίσινγκερ, υπουργός Εξωτερικών τότε των
ΗΠΑ, την χαρακτήρισε ως «χώρα τραγωδία»…
Από τότε όμως και μετά πολλά μεσολάβησαν. Καλά
και κακά. Με χαρακτηριστικότερη περίοδο εκείνη της Θάτσερ, που σημαδεύτηκε από
ύφεση, ανεργία, λουκέτα και όλα αυτά που ζει η δική μας χώρα σήμερα. Επειδή
όμως η Βρετανία δεν είναι Ελλάδα, μερικά χρόνια αργότερα συνήλθε, και έτσι στα
τέλη περίπου των ‘80ς το Λονδίνο μεταμορφώθηκε σε οικονομικό κέντρο της
Ευρώπης. Κάτι στο οποίο βοήθησε τα μάλα η ενιαία ευρωπαϊκή αγορά (ΕΟΚ). Το 2013
η Βρετανία αποτελούσε την πιο ραγδαία αναπτυσσόμενη οικονομία στα πλαίσια των
G7, ενώ μερικά χρόνια αργότερα η μόνη χώρα που την ξεπερνούσε σε ανάπτυξη ήταν
οι ΗΠΑ. Και μετά ήρθε η βουτιά στο κενό ή αλλιώς το Brexit. Μια
απονενοημένη κίνηση που μας θύμισε ότι κατά βάθος όλοι οι λαοί διαθέτουν
ανισόρροπους, τόσο ηγέτες όσο και ψηφοφόρους.
Έτσι, πλησιάζοντας στο 2018 η Βρετανία βάζει
οικειοθελώς ένα τέλος στην ανάπτυξη και μπαίνει και αυτή στο κλαμπ των «ασθενών
της Ευρώπης», δηλαδή της Ιταλίας, της Πορτογαλίας, της Ισπανίας και της
συνήθους υπόπτου… της Ελλάδας μας. Και αυτό διότι όπως όλα δείχνουν το
δημοψήφισμα με το οποίο οι Βρετανοί αποφάσισαν να φύγουν από την ΕΕ άρχισε ήδη
να προκαλεί οικονομικές ζημιές. Που να φύγουν κιόλας δηλαδή; Ζημιές που
οφείλονται στην οικονομική αβεβαιότητα, η οποία με την σειρά της αποτρέπει τις
επενδύσεις, άρα στρώνει τον δρόμο για ύφεση και όλα τα συμπαρομαρτούντα της.
Σήμερα, όπως έχουν τα πράγματα, η βρετανική
οικονομία σέρνεται, ενώ χαρακτηρίζεται και από το μεγαλύτερο ποσοστό
πληθωρισμού ανάμεσα στις δέκα ισχυρότερες χώρες της ΕΕ. Οι δε χώρες της
ευρωζώνης σημειώνουν κατά μέσο όρο διπλάσιο ποσοστό ανάπτυξης από αυτήν της
Βρετανίας, όπου οι τιμές ανεβαίνουν, τα μεροκάματα πέφτουν, η παραγωγικότητα
παραπαίει, ο πληθωρισμός θεριεύει και όλα κατατείνουν σε μια ακόμη «σκληρή
περίοδο» αλά ‘70ς και ‘80ς για τους Βρετανούς… οι οποίοι ήθελαν να
«απελευθερωθούν» από την κακιά ΕΕ.
Το βασικό πρόβλημα της Βρετανίας είναι ότι η
οικονομία της εξαρτάται από τις τιμές των ακινήτων, την κατανάλωση και το
χρηματοπιστωτικό σύστημα. Κοινώς εξαρτάται από την τραπεζική και όχι μόνο
πίστωση. Τι σημαίνει αυτό; Ότι μακριά από την ΕΕ τα πράγματα θα είναι πολύ
δύσκολα. Και όχι μόνο επέλεξαν οι Βρετανοί να φύγουν από το γραφειοκρατικό
πολιτικό κομμάτι της ΕΕ, αλλά και από την ενιαία αγορά, από την πολιτική των
ανοιχτών για το εμπόριο συνόρων, και παράλληλα να επαναφέρουν τους δασμούς και
άλλα τέτοια τελωνειακά εμπόδια. Όταν και αν ολοκληρωθεί αυτό το άλμα στο κενό,
τότε η αβεβαιότητα θα γίνει βεβαιότητα, με τις επιχειρήσεις αλλά και τους
καταναλωτές να έχουν να αντιμετωπίσουν αυξημένες τιμές λόγω δασμών, ενώ οι
πρώτες θα χάσουν το σημερινό δικαίωμά τους να πουλάνε τα προϊόντα τους ελεύθερα
σε όλη την Ευρώπη.
Εύκολα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς πως και γιατί
οι Βρετανοί, έστω με μικρή διαφορά, αποφάσισαν να αυτοκτονήσουν. Ο βασικός
λόγος και εδώ ήταν και είναι η αθρόα μαζική μετανάστευση, στην βρετανική
περίπτωση όχι μόνο από χώρες της Μ. Ανατολής και της Β. Αφρικής, αλλά κυρίως
από την ανατολική Ευρώπη. Μια μετανάστευση που τροφοδότησε την ξενοφοβία και
αύξησε τις ψήφους των αντίστοιχων κομμάτων. Βέβαια, αν ψάξει κανείς τα
πραγματικά οικονομικά στοιχεία (όχι μόνο τα κοινωνικά), τότε θα δει ότι οι
μετανάστες συνεισέφεραν μέσω της εργασίας τους σε αυξημένα φορολογικά έσοδα,
πολύ περισσότερα από ότι κόστισαν σε επιδόματα κλπ. Σήμερα, με την αβεβαιότητα
που λέγαμε, η μετανάστευση μειώθηκε σημαντικά και σε αυτό συντελεί η μείωση των
ημερομισθίων που προέκυψε, η υποτίμηση της στερλίνας, καθώς και ο φόβος πως
όταν ολοκληρωθούν οι διαδικασίες εξόδου από την ΕΕ, δεν θα υπάρχει καμιά
εγγύηση παραμονής και εργασίας ακόμη και για τους «εσωτερικούς» μετανάστες,
τους πολίτες δηλαδή της Ένωσης.
Από την άλλη, οι οπαδοί της εξόδου πανηγυρίζουν
ήδη, αφού κατ’ αυτούς η υποτίμηση της στερλίνας βοηθάει στις εξαγωγές, άρα
αποτελεί ένεση στην βρετανική οικονομία. Άσχετα αν αυτό δεν ισχύει, μιας και
αργά ή γρήγορα το μόνο που θα κερδίσει η χώρα είναι να αυξηθούν μεν η παραγωγή
και οι υπηρεσίες, αλλά να χαθεί η χρηματοπιστωτική εξειδίκευση στην οποία
βασίζονταν η μέχρι τώρα ανάπτυξη της Βρετανίας.
Πως αντιμετωπίζουν το αβέβαιο μέλλον οι
υποστηρικτές του Brexit; Μαλώνοντας μεταξύ τους κατηγορώντας το δημόσιο, την
Τράπεζα της Αγγλίας και τις επιχειρήσεις, ότι σαμποτάρουν την έξοδο. Με μόνιμο
αφήγημά τους ότι μόλις μπει το νερό στο αυλάκι, η οικονομία θα εκτοξευθεί στα ύψη.
Δικαιολογώντας αυτήν τους την αισιοδοξία με την ελπίδα πως μόλις η χώρα τους
απελευθερωθεί από τα δεσμά των Βρυξελλών θα είναι ανοιχτή σε εμπορικές και
άλλες συμφωνίες με τρίτες χώρες, χωρίς να δεσμεύεται από αυστηρές ρυθμίσεις και
περιορισμούς, συναλλασσόμενη απευθείας με τις τεράστιες οικονομίες των ΗΠΑ, της
Ινδίας, της Κίνας, κ.ά. Αυτό βέβαια που αποφεύγουν να πουν είναι ότι σήμερα το
45% των βρετανικών εξαγωγών κατευθύνονται προς χώρες της ΕΕ.
Τέλος πάντων, ο κύβος ερρίφθη και μετά την
απομάκρυνση από την κάλπη δεν υπάρχει γυρισμός. Και μπορεί η Βρετανία να
κερδίσει ένα βαθμό εθνικής κυριαρχίας, αυτοδιάθεσης, να γλιτώσει από τις
«ορδές» των μεταναστών, αλλά μέχρι εκεί. Οικονομικά μάλλον θα βγει χαμένη. Και
όχι μόνο λόγω της νέας μορφής οικονομίας που θα προκύψει και των αχαρτογράφητων
εμπορικών υδάτων στα οποία θα πλέει, αλλά ακόμη και με την «χρηματική ποινή»
που θα κληθεί να καταβάλλει στην ΕΕ για το Brexit. Μια ποινή που θα αγγίξει τα
15 εκατομμύρια λίρες στα επόμενα δυο χρόνια, κάπου 300 εκατομμύρια δηλαδή την
εβδομάδα, τα οποία θα βγουν από τα κρατικά ταμεία, δηλαδή από τις τσέπες του
Βρετανού φορολογούμενου.
Αν ισχύουν όλα αυτά, τότε πως θα μειωθούν οι
φόροι όπως υπόσχονται οι υπέρμαχοι της εξόδου; Κανείς δεν ξέρει. Μάλλον φούμαρα
είναι, αφού αν όντως το επιχειρήσει, τότε η Βρετανία θα αναγκαστεί να εφαρμόσει
αυστηρή λιτότητα, να μειώσει σημαντικά τις κρατικές δαπάνες και υπηρεσίες, και
στο φινάλε να αρχίσει πάλι να δανείζεται από παντού. Ίσως χρειαστεί στο εγγύς
μέλλον να «δανειστεί» πάλι από το ΔΝΤ, επιστρέφοντας στις μαύρες εποχές της
εθνικής της κατρακύλας.
Εν κατακλείδι η απόφαση των Βρετανών για έξοδο
από την ΕΕ, μπορεί να δικαιολογείται λόγω της κοινωνικής δυσαρέσκειας που
προέκυψε εξαιτίας της δημογραφικής αλλοίωσης του πληθυσμού, της οικονομικής και
κοινωνικής ανισότητας, της νοσταλγίας για το παλιό αυτοκρατορικό παρελθόν, της
γενικότερης αποξένωσης και του ευρωσκεπτικισμού που κυριάρχησαν τα τελευταία
χρόνια, όμως οικονομικά η χώρα μάλλον θα βγει χαμένη. Όχι μόνο βραχυπρόθεσμα...
Strange Attractor
Η περίοδος της Θάτσερ δεν ήταν αρνητική όπως την χαρακτηρίζετε αλλά η βάση πάνω στην οποία δούλεψε το ...”British Dream” δηλαδή η ραγδαία ανάπτυξη, που αναφέρετε παρακάτω. Καλό θα ήταν να είχαμε μια Θάτσερ και εδώ ...
ΑπάντησηΔιαγραφή