Είναι δύσκολο να μείνεις ασυγκίνητος όταν
βλέπεις έναν τόσο νέον άνθρωπο τόσο προβληματισμένο. Οταν τον παρακολουθείς να
περιφέρεται στην ερημιά της καμένης γης, σαν λαγωνικό που θέλει να οσφρανθεί
την τραγωδία. Κάθε τόσο στέκει. Υψώνει το χέρι του, δείχνει ένα σημείο και κάτι
λέει. Τι να λέει άραγε;
Δεν ακούμε τι λέει. Η ευειδής κυρία του
υπουργείου Υποδομών τού εξηγεί ότι η παραλία σε πολλά σημεία δεν έχει πρόσβαση.
Συνοφρυώνεται ακόμη περισσότερο και κουνάει σκεπτικά το κεφάλι του.
Τι να τον βασανίζει άραγε; Μήπως η αποκάλυψη ότι
το Μάτι δεν έχει τη ρυμοτομία του Μανχάταν και γι’ αυτό εγκλωβίστηκαν τόσα
αυτοκίνητα και τόσοι άνθρωποι στα στενά δρομάκια και τα αδιέξοδα; Αν ήμασταν
στο Μανχάταν, τώρα δεν θα θρηνούσαμε θύματα. Αυτός όμως είχε την ατυχία να
είναι πρωθυπουργός στο Μάτι και όχι στο Μανχάταν…
Δεν είναι ζωή αυτή. Είπαμε να γίνω πρωθυπουργός,
αλλά όχι κι έτσι. Αλλοι στην ηλικία μου τέτοια εποχή κάνουν διακοπές με την
οικογένειά τους.
Λίγο πιο κάτω συναντάει στρατιώτες και
πυροσβέστες. Τους χαιρετάει έναν έναν και συνεχίζει την επιμόρφωσή του.
«Πόσες ώρες συμπλήρωσες;» « Εβδομήντα δύο», του
απαντάει ο άλλος. «Πω πω, εμένα 17 ώρες με είχαν στο Γιούρογκρουπ και έβγαλα
έρπη. Η γυναίκα μου το θυμάται ακόμη και βάζει τα κλάματα κάθε χρόνο τέτοια
μέρα».
Οι συνήθεις καχύποπτοι, κακόβουλοι, κακόπιστοι
και εν πάση περιπτώσει άνθρωποι με την ψυχή μαύρη από κακία, υποστηρίζουν ότι
πήγε αξημέρωτα στα καμένα για να μην έρθει αντιμέτωπος με την οργή των κατοίκων
που ακόμη ψάχνουν τους νεκρούς τους στα ερείπια των σπιτιών τους.
Κρίνουν εξ ιδίων. Δεν πιστεύουν στην άδολη
αθωότητα ενός νέου μόλις 44 ετών, ο οποίος διψάει για μάθηση. Θέλει να μάθει τι
είναι αυτό το περίεργο μέρος που λέγεται Μάτι και αρπάζει με το παραμικρό
φωτιά; Και γι’ αυτό χρειάζεται την ησυχία του. Δεν μπορεί να απαντά συγχρόνως
στις ερωτήσεις των κατοίκων και να μαθαίνει τον κόσμο.
Ο άνθρωπος είναι σοβαρός. Για να αναγνωρίσει ότι
όντως είναι νεκρό ένα σώμα που επιπλέει στη θάλασσα καρβουνιασμένο χρειάζεται
έκθεση ιατροδικαστή.
Τις ημέρες αυτές σκεφτόμαστε όλοι τις οικογένειες
που θρηνούν τους δικούς τους. Πρέπει όμως να σκεφτούμε και το δράμα αυτού του
44χρονου νέου που ανέλαβε την πολιτική ευθύνη.
Πόσες ώρες συνομίλησε με τη συνείδησή του,
ρωτώντας την αν αντέχει να σηκώσει το βάρος της πολιτικής ευθύνης;
Πόση ψυχική δύναμη, πόσο θάρρος του χρειάστηκε
για να εκστομίσει αυτές τις τρομερές λέξεις που τον συνέδεσαν οριστικά και
αμετάκλητα με την Ιστορία;
Ενδυματολογικές λεπτομέρειες, που όμως δείχνουν
την ευαισθησία του 44χρονου νέου. Οταν ανέλαβε την πολιτική ευθύνη, φορούσε
πουκάμισο λευκό σαν τη συνείδησή του. Στο Μάτι, όταν ανακάλυπτε τον κόσμο, το
πουκάμισό του ήταν γαλάζιο.
Πώς αλλιώς να δείξει ότι μας σκέφτεται;
Τάκης Θεοδωρόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου