15.10.12

Η περίεργη περίπτωση ενός νοσταλγού «παιδήλικα»


Θυμάμαι πιο παλιά, τότε που η Ελλάδα ήταν κάπως πιο «πρωτόγονη», με δυο μόνο  ασπρόμαυρα τηλεοπτικά κανάλια, με δεκάδες ασπρόμαυρες εφημερίδες, και με κάποια λίγα εβδομαδιαία περιοδικά ποικίλης ύλης, που μεσουρανούσε κάποιος περίεργος τύπος, πραγματικά εκτός τόπου και χρόνου.
Μιλάω για τον συμπαθέστατο Ζάχο Χατζηφωτίου, ή αλλιώς Ίακχο, που όποτε τον διάβαζα ή τον έβλεπα (στο τηλεοπτικό του πεντάλεπτο), μου έφτιαχνε την ημέρα!


Σε εποχές όπου κυριαρχούσε η «σοσιαλιστική» ρητορική, και η «σοσιαλιστική» μεταμόρφωση της κοινωνίας μας, και όπου όλοι σχεδόν οι νέοι φορούσαν στρατιωτικά τζάκετ, άκουγαν Σαββόπουλο και ροκ, και «πάλευαν» για το δίκιο του εργάτη, ο Ίακχος ήταν εκεί για να μας μιλήσει για τις παλιές χρυσές εποχές των δεξιώσεων στο παλάτι, για την χρυσή νεολαία της Μυκόνου, για τις χρυσές κυρίες της Αθήνας, για τις χρυσές Μαζεράτι, και γενικά για τον (χαμένο) χρυσό της Ελλάδας, που ίσως μόνο αυτός, και κάποιοι ελάχιστοι ομοϊδεάτες του έβλεπαν,  και θαύμαζαν.

Για μένα, ο Ίακχος ήταν μια γραφική μορφή, κάτι σαν λείψανο από μια άλλη εποχή, που συμβόλιζε την νοσταλγία των χαμένων μεγαλοαστικών μεγαλείων, που αμφιβάλω αν υπήρξαν ποτέ, και που αν όντως υπήρξαν ήταν περιορισμένα σε δυο τρία τετράγωνα του Κολωνακίου, το οποίο καθημερινά εξυμνούσε μέσα από τα γραπτά του.
Να μην ξεχνάμε πως ο εν λόγω ελιτιστής σχολιαστής ήταν και ένα είδος ακούσιου προδρόμου της σημερινής Χρυσής Αυγής, που για εντελώς διαφορετικούς λόγους, καθιέρωσε τότε το σύνθημα «Έξω οι βλάχοι από την Αθήνα», που θυμίζει κάπως το ανάλογο σημερινό «Έξω οι ξένοι από την Ελλάδα».
Τα χρόνια πέρασαν, η Ελλάδα «αναπτύχθηκε», και στην Μύκονο δεν συχνάζει πλέον μόνο η εκάστοτε χρυσή νεολαία, αλλά και ο κάθε μπατίρης, που μπορεί να αγοράσει ένα εισιτήριο πλοίου, για να ζήσει το (ξεφτισμένο) όνειρο του.
Για το Κολωνάκι δε, ας μην μιλήσω….
Και με τον καιρό, ο Ίακχος αποτραβήχτηκε διακριτικά από τα φώτα της δημοσιότητας.
Εμένα πάντως μου λείπει, διότι μπορεί να τον θεωρούσα εκτός τόπου και χρόνου, αλλά σήμερα συνειδητοποιώ, ότι σε πολλά απ αυτά που έλεγε, ήταν μπροστά από τον χρόνο…. όπως και πολλοί άλλοι, που στην αλαζονεία της νιότης μου απέρριπτα με συνοπτικές διαδικασίες.
Όπως όμως τα πάντα επαναλαμβάνονται, και όπως είχε πει νομίζω ο Ηράκλειτος, ότι «ουδέν καινόν υπό τον ήλιον», έτσι και τα τελευταία χρόνια έχουμε ένα κακέκτυπο του Ίακχου, που μέσα στην γενικότερη παραζάλη, αυτός νοσταλγεί επίμονα βασιλικές άμαξες, παϊτόνια, σταβλάρχες, λάβαρα, στέμματα, και λοιπά βασιλικά παραφερνάλια.
Μιλάω για τον «δημοσιογράφο» Χρήστο Ζαμπούνη, που έγραψε, λέει, την αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Ιστορίες ενός Παιδήλικα».
Η περίπτωση του Ζαμπούνη είναι εξίσου ενδιαφέρουσα για εμένα με αυτήν του Χατζηφωτίου, αφού και οι δυο εκφράζουν τον όρο sans nobilite, ονειρευόμενοι τίτλους ευγενείας, σε μια χώρα η οποία επίσημα τους απαγορεύει δια ροπάλου!
Παρόμοιες περιπτώσεις μεν, με μια μεγάλη διαφορά δε.
Ο Ίακχος ήταν γέννημα θρέμμα της παλιάς αστικής Αθήνας, πολεμιστής στη Μ. Ανατολή, θαμώνας του κέντρου του πυρήνα της Ελλάδας (Κολωνάκι), και γενικά ένα είδος (το λέω με επιφύλαξη) Έλληνα αριστοκράτη, αν μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο.
Ο Ζαμπούνης όμως;
Που έγραψε κάποτε και βιβλίο για το … savoir vivre;
Πως μπορεί να λατρεύει τον κόσμο που αυτός λατρεύει, όντας γιος ιδεολόγου αριστερού, όπως λέει, και απόγονος(!) του Ρήγα Φεραίου;
Πως μπορεί να διαφημίζει το savoir vivre και να συναγελάζεται με κοντέσες, όντας φανατικός Παοκτζής;
Να δω τον φίλο του τον Ντεγκρέτσια, να χοροπηδάει ημίγυμνος στη θύρα 4 της Τούμπας, φωνάζοντας ΜΠΑΟΚΑΡΑ Ολέ, και να κλείσω τα μάτια μου…..
Πως γίνεται ένας άνθρωπος με ταπεινή λαϊκή καταγωγή, που δούλεψε ως μοντέλο, ως πορτιέρης, και ως σερβιτόρος, και που καμία σχέση δεν είχε με παλάτια, να εξελιχθεί στο σύμβολο της φιλομοναρχίας στη χώρα μας, και να είναι και μέλος της περίκλειστης και αποκλειστικής «Αθηναϊκής Λέσχης»;
Πως από ατίθασο νιάτο, που σπούδαζε στη Βιομηχανική Σχολή του Πειραιά, κατέληξε να γίνει bon vivant στο Παρίσι;
Πως;
Τι παίζει άραγε μέσα στο μυαλό του;
Θα ήθελα πολύ να ξέρω, και από ότι κατάλαβα, το βιβλίο του δεν μας τα εξηγεί όλα.
Όπως και νάχει, η περίπτωσή του είναι κι αυτή ενδιαφέρουσα, αν μη τι άλλο, αφού μας θυμίζει το περίφημο «που είσαι βρε νιότη πού`λεγες πως θα γινόμουν άλλος…».
Και μέσα στην γενική δυστυχία, και την απαισιοδοξία που μας δέρνει όλους, καλά είναι να υπάρχουν και τέτοιες φωνές, όπως παλιά υπήρχαν στα παλάτια ( έτσι δεν είναι κε Ζαμπούνη;) και οι ανάλογοι γελωτοποιοί.

Strange Attractor

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου