Θυμάμαι όταν ήμουν 12-13 ετών και ήρθε η πολυπόθητη μεταπολίτευση, πως ρουφούσα
τα άπειρα τότε αποκαλυπτικά δημοσιεύματα και ρεπορτάζ για τα απάνθρωπα
βασανιστήρια των κρατούμενων αντιστασιακών στα σκοτεινά μπουντρούμια της ΕΑΤ/ΕΣΑ
και αλλού.
Επίσης θυμάμαι το επαναστατικό κλίμα και την ατμόσφαιρα
ελευθερίας και δημοκρατίας που επικρατούσε παντού.
Ο κόσμος φορούσε στρατιωτικά τζάκετ και ζιβάγκο, οι
άνδρες άφηναν γένια, οι γυναίκες δεν ξύριζαν τις μασχάλες τους, τα ραδιόφωνα
έπαιζαν ολημερίς αντάρτικα, και τα τραγούδια του Μάνου Λοίζου ήταν στα χείλη
ολονών.
Ήταν μια άλλη, πιο ένδοξη εποχή.
Μετά από επτά χρόνια στο γύψο, η Ελλάδα προσπαθούσε
ασμένως να κάνει catch up και να προλάβει όλα αυτά τα κοσμοϊστορικά που είχε χάσει
λόγω χούντας. Τον Μάη του `68, το φοιτητικό
και το αντιπολεμικό κίνημα, την ροκ, τα λουλούδια, τους χίπιδες, κλπ.
Στο σχεδόν παιδικό μου μυαλό οι εικόνες από τα
βασανιστήρια των ηρώων, για τα οποία διάβαζα στις εφημερίδες, ή περιγράφονταν
στις δίκες των χουντικών, είχαν
αποκτήσει μια δική τους σχεδόν υπερανθρώπινη διάσταση.
Ακόμη θυμάμαι τις λεπτομερείς περιγραφές για πυρακτωμένες
βελόνες που έχωναν κάποιοι «αρμόδιοι» στην ουρήθρα του Παναγούλη και άλλων.
Και ακόμη θυμάμαι τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη για τα βάρβαρα
βασανιστήρια του Αντρέα Λεντάκη στο πλυσταριό, με την ζωστήρα να σφυρίζει…
Η τότε χούντα έπεσε τελικά, οι πρώην κρατούμενοι έγιναν
ήρωες και πολιτικοί, και φτάσαμε στο σήμερα όπου επιβεβαιώνεται η περίφημη ρήση
του Μαρξ ότι η ιστορία πάντα
επαναλαμβάνεται … ως φάρσα.
Και επαναλαμβάνεται υπό την έννοια ότι κατά πολλούς εξ
ημών «έχουμε και πάλι χούντα»!
Αυτό διατυμπανίζει ωρυόμενος από το πρωί μέχρι το βράδυ ο
σύγχρονος αντιστασιακός κήνσορας Τράγκας, και συμφωνούν ουκ ολίγοι.
Και αφού έχουμε χούντα, έχουμε και πολιτικούς
κρατούμενους.
Δεν αναφέρομαι στη παρέα του Κουφοντίνα, ούτε στους
Πυρήνες της Σαχλαμάρας.
Αναφέρομαι στους σύγχρονους Παναγούληδες που βιώνουν το
δικό τους μαρτύριο στα σύγχρονα κολαστήρια του Κορυδαλλού.
Όπως π.χ. τον Άκη, τον Λαυρέντη, και τον μεγάλο εκείνο
φασιονίστα (που η Μύκονος του χρωστά τα πάντα) Λάκη Γαβαλά.
Ο σύγχρονος λοιπόν αυτός Κόμης Μοντεχρίστο, το poster child του
κινήματος ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ-ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ βιώνει τα πάθη του Χριστού φυλακισμένος εδώ
και δέκα μήνες, προσπαθώντας καθημερινά να μαζέψει τα κομμάτια του και να
παραμείνει όρθιος, δυνατός και αξιοπρεπής (όπως ήταν πάντα).
Και όπως περιγράφει ο ίδιος, σε συνέντευξή του στη Real News, αρνείται να
σκύψει το κεφάλι, ενώ η καθημερινότητά του είναι «σκληρή και γεμάτη πόνο».
Μάλιστα, ξεδιπλώνει και ένα κρυφό ως τώρα λογοτεχνικό
ταλέντο, περιγράφοντας ψήγματα από την πέτρινη ζωή του πίσω από τα υγρά
ντουβάρια ως εξής:
«Κρακ κρακ!
Το άνοιγμα της βαριάς σιδερένιας πόρτας του θαλάμου. Σημάδι ότι είναι 7.15 το
πρωί. Ακούω τα βήματα του δεσμοφύλακα να απομακρύνονται προς επόμενο θάλαμο. Κρακ
κρακ! Το ξύπνημα είναι απότομο και κάθε πρωί, πιο οδυνηρό. Δεν μπορώ να το
συνηθίσω αυτό το κρακ-κρακ. Δέκα μήνες και ακόμα δεν το αντέχω. Θεέ μου, που
είμαι; Η πρώτη σκέψη κάθε πρωινό… Η τουαλέτα ήδη κατειλημμένη. Ανοίγω την
τηλεόραση που είναι στην άκρη του σιδερένιου κρεβατιού. Γειτόνισσα με τις
πατούσες μου. Λίγο μαύρο. Και αμέσως μετά φως. Οι πρωινές δημοσιογραφικές
εκπομπές. Κάνω ζάπινγκ… Υπολογίζοντας την εξέλιξη του καιρού που θα κάνει
σήμερα, διαλέγω βιαστικά τα κατάλληλα ρούχα. Σέρνω τη βαριά πόρτα του θαλάμου
και βγαίνω στο διάδρομο. Περπατάω, όπως πάντα, γρήγορα. Με ελαφρύ στομάχι, αφού
δεν έφαγα πρωινό. Που να βρεις την όρεξη στη φυλακή».
Μέσα στο παραπάνω απόσπασμα κρύβεται πόνος και οδύνη.
Κρύβεται οργή.
Κρύβεται ανθρωπιά…
Η κατάθεση αυτή ψυχής αποτελεί από μόνη της το πιο σκληρό κατηγορητήριο ενάντια
στο μνημόνιο, στη τρόικα, στη χούντα της συγκυβέρνησης, και στον ίδιο τον
καπιταλισμό που μετατρέπει τον άνθρωπο σε άψυχο αντικείμενο.
Και τα λέει τόσο καλά ο Λάκης, που ούτε δέκα Τράγκες δεν
θα μπορούσαν να τον ξεπεράσουν σε οίστρο.
Και συνεχίζει….
«8.10 π.μ.
Λέω μια χαμογελαστή καλημέρα στον δεσμοφύλακα που είναι στο κιγκλίδωμα «Στην
ώρα σου Λάκη» μου λέει με ευγένεια. «Γράψε ότι κατεβαίνω για δουλειά»
αποκρίνομαι. Στο τεράστιο ασήκωτο βιβλίο που είναι μπροστά του, πρέπει να
σημειώσει την ώρα που μπαίνει και βγαίνει από την πτέρυγα κάθε κρατούμενος… Βγαίνω
στον κήπο. Ευτυχώς δεν βρέχει. Συναντιέμαι με τους άλλους τέσσερις κηπουρούς… Λίγη
δουλειά ακόμα και η ωρα πήγε 11.30. Πάμε για φαγητό, μεσημεριανό. Τρίτη-Πέμπτη
μακαρόνια, θυμάμαι το φυλακόβιο λαϊκό τραγούδι του Πρόδρομου Τσαουσάκη. Θεέ μου
τι παιχνίδια παίζει το μυαλό; Τρώω μόνος μου στο θάλαμο. Λίγα μακαρόνια χωρίς
τη σάλτσα…».
Μακαρόνια χωρίς τη σάλτσα…. Αν είναι δυνατόν!
Εκεί έφτασε η χούντα;
Γιατί τόσο μίσος στον Λάκη;
Γιατί τόσος πόνος, τόση πίκρα….;
Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω πως αντέχει ακόμη.
Μα τι κάνουν οι δικηγόροι του;
Τι κάνει ο Κουράκης;
Τι κάνουν οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων;
Τι κάνει το δημοτικό συμβούλιο της Μυκόνου;
Τι κάνει ο ΟΗΕ;
Εδώ για ψύλλου πήδημα, και επειδή πειράχτηκαν κάποιοι
ταλιμπάνηδες στο Γκουαντάναμο έγινε ο κακός (διεθνής) χαμός.
Τώρα που δίπλα στη πόρτα μας θρυμματίζεται ο Λάκης, δεν μιλάει κανείς;
Γιατί αυτή η συνομωσία της σιωπής;
Τι συμφέροντα παίζονται πίσω από τη πλάτη της
δημοκρατίας;
Ποιους βολεύει η βιολογική εξόντωση του Λάκη Γαβαλά;
Γιατί δεν γυρίζεται κάποια ταινία;
Που κρύβεται ο Oliver Stone;
Που είναι ο, κατά τα άλλα λαλίστατος, Μίκης Θεοδωράκης να
κάνει τραγούδι την περιπέτειά του;
Ή έστω ο Μιλιόκας, ή ο Νίνο;
Η ακόμη κι ο
Ρουβάς, που θα μπορούσε κάλλιστα να μελοποιήσει το μαρτύριο με τα μακαρόνια
χωρίς τη σάλτσα!
Γιατί δεν μιλάει κανείς;
Ε κε Στρατούλη;
Σας συμφέρει άραγε η σύνθλιψη του ονείρου;
Αλλά ας τα πει καλύτερα ο ίδιος ο Λάκης:
«Η κατσαριδούλα που αναποφάσιστα περπατά πάνω στην κουβέρτα
μου θυμίζει πως δεν είμαι στις φυλακές για να σωφρονιστώ, αλλά για να τιμωρηθώ.
Με το τελευταίο τεύχος της Vogue τη σπρώχνω από την κουβέρτα. Αλλά
μια κατσαρίδα που περπατάει πλάι μου στον τοίχο δεν γλιτώνει. Κλατς! Η Vogue την σκότωσε…
Γυρίζω πλάγια στον τοίχο. Κουλουριάζομαι και κλαίω. Ήμουν ο Λάκης Γαβαλάς της
μόδας και του γκλάμουρ… Το φως του θαλάμου σβήνει. Με άκουσαν που κλαίω…
Κουλουριάζομαι πιο πολύ με την κουβέρτα. Ξέρω τι έκανα να λέει η
κοινωνία για μένα: «Άσε τον π…η να σαπίσει στη φυλακή»… Θα ονειρευτώ. Ότι
ξαναζώ. Και ας ξέρω ότι το πρωί καραδοκεί ξανά. Εφιάλτης! Κρακ κρακ!».
Δεν αντέχω άλλο. Λύγισα….
Αύριο λέω να του στείλω ένα κουτί με Baygon
κατσαριδοκτόνο, και δυο τρία πακέτα αντικουνουπικές ταμπλέτες… έρχεται βλέπετε
και το καλοκαίρι.
Χώρια που το ανάλγητο κράτος του Σαμαρά σφράγισε και την
πισίνα που είχαν φτιάξει κάποιοι πονόψυχοι σωφρονιστικοί υπάλληλοι για να δροσίζει
τη μοναξιά του ο Λάκης (και ο Λαυρέντης).
Δεν λειτουργεί και το σολάριουμ…
Περικοπές τάχα!
Καλά! Σας πιστέψαμε.
Αλί και τρισαλί!
Αλλά μη φοβάσαι Λάκη: Χούντα είναι και θα περάσει.
Το λέει και ο Σκουρλέτης!
Strange Attractor
ΥΓ- Από αύριο ξεκινάω προσπάθεια συγκέντρωσης υπογραφών
με ένα μόνο αίτημα:
Να γράψει ποίημα για το δράμα του Λάκη ο Κουράκης, να το
μελοποιήσει ο Καρβέλας, και να το ερμηνεύσει ο Τσαλίκης.
Και στη συνέχεια να το ανεβάσω στο Youtube, μπας και
διαδοθεί, και μπας και συγκινηθεί επιτέλους καμιά Διεθνής Αμνηστία, καμιά Greenpeace, και μπει
ένα τέλος στο μαρτύριο του αγνού αυτού
ανθρώπου, που το σύστημα κατάντησε αποδιοπομπαίο τράγο για να καλύψει τις δικές
του αμαρτίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου