9.4.13

Η Ευρώπη στο κρεβάτι του Προκρούστη.


Η πολιτική που ακολουθεί η ΕΕ για να σώσει το ευρώ πάση θυσία, είναι αρκετή για να εγγυηθεί την βιωσιμότητά του.
Η διατήρηση όμως της τακτικής του «ενός μεγέθους για όλους» έχει κόστος την ανταγωνιστικότητα της ευρωζώνης, και πιθανώς την αλληλεγγύη της Ευρώπης.




Η ενιαία αγορά που ξεκίνησε το 1992, και όχι το ευρώ επτά χρόνια αργότερα, ήταν αυτή που έφερε το ελεύθερο εμπόριο, την αυξημένη ανταγωνιστικότητα, και τον πλούτο στην Ευρώπη.
Η δε νομισματική ένωση κατάντησε πολιτικός και οικονομικός εφιάλτης, με ύφεση, ρεκόρ ανεργίας, κοινωνική αναστάτωση, και έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών.



Ακόμη όμως και την ώρα που οι πολιτικοί και οικονομολόγοι έχουν εξαντλήσει κάθε επιχείρημα υπέρ του ευρώ, ελάχιστοι είναι αυτοί που τολμούν να αμφισβητήσουν την δομή του, πόσο δε μάλλον να προτείνουν εναλλακτικές λύσεις.
Για να ξεφύγουν από την κρίση, οι ηγέτες της ΕΕ θα πρέπει επιτέλους να αναγνωρίσουν τα ελαττώματα της μονοδιάστατης δομής της ευρωζώνης, και να αναπτύξουν ένα σύστημα πιο κατάλληλο να διαχειριστεί την πολυπρόσωπη νομισματική ένωση.
Η υπερβολική επικέντρωση και εναρμόνιση πλήττουν την ανταγωνιστικότητα που είναι απαραίτητη για τις ευρωπαϊκές οικονομίες, καθώς η κοινωνικοποίηση του χρέους υπονομεύει την λογοδοσία των ασθενέστερων οικονομιών.
Επιπλέον, το κλείσιμο των χασμάτων της ανταγωνιστικότητας, που είναι απαραίτητο για την επιβίωση του ευρώ, δεν απαιτεί μόνο από τις πιο αδύναμες χώρες να δυναμώσουν, και να γίνουν πιο παραγωγικές, αλλά και από τις ισχυρές (π.χ. Γερμανία) να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο να γίνουν λιγότερο αποδοτικές, μειώνοντας όμως έτσι την γενική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο.
Και όλα αυτά την  ώρα που η ευρωκρίση γεννάει καχυποψία, ανταγωνισμό, και προκαλεί την διαίρεση εντός της ευρωζώνης.
Κάποτε, η γερμανο-γαλλική φιλία αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά σήμερα οι σχέσεις των δυο χωρών είναι στο ναδίρ.
Παράλληλα, οι άνεργοι νέοι της Ελλάδας, της Ισπανίας, και της Πορτογαλίας διαδηλώνουν συστηματικά κατά της γερμανικής κυριαρχίας.
Το χάσμα μεταξύ των 17 χωρών μελών της ευρωζώνης και των άλλων δέκα χωρών της ΕΕ αυξάνεται κι αυτό.
Μάλιστα, το Η.Β. ψάχνει τρόπους να επαναδιαπραγματευτεί τους όρους της συμμετοχής του στην ΕΕ, με δημοψήφισμα, το αποτέλεσμα του οποίου θα κρίνει την παραμονή του στην ένωση.
Τα ιστορικά προηγούμενα μας δείχνουν ότι η αναγκαστική ένωση διαφορετικών χωρών για χάρη μιας ιδέας (κομμουνισμός στην ΕΣΣΔ, σοσιαλισμός στη Γιουγκοσλαβία, ενιαίο νόμισμα στην ΕΕ), γεννά φυγόκεντρες δυνάμεις που μπορεί να προκαλέσουν την κατάρρευση της ευρωζώνης.
Η προσέγγιση του τύπου «ένα μέγεθος για όλους» για να επιτευχθεί η ολοκλήρωση, δεν περπατάει.
Η ευρωζώνη όμως, όχι μόνο επαναλαμβάνει τα λάθη των άλλων ενώσεων, αλλά επαναλαμβάνει και τα δικά της.
Μπορεί τα 25 από τα 27 μέλη της ΕΕ να συμφώνησαν στο «δημοσιονομικό σύμφωνο», που θέλει να φέρει την δημοσιονομική πειθαρχία στα μέλη, αλλά κανείς δεν εγγυάται πως οι κυβερνήσεις δεν θα παραβιάσουν τους κανόνες, όπως παραβίασαν και αυτούς της συνθήκης Μάαστριχτ.
Αν και η προσέγγιση αυτή συνεισέφερε στην υπερχρέωση της Ελλάδας, και στη φούσκα ακινήτων της Ισπανίας, οι ηγέτες της ευρωζώνης συνεχίζουν να προσαρμόζουν τα επιτόκια, αναγκάζοντας για παράδειγμα τους κατόχους ελληνικού χρέους να υποστούν κούρεμα.
Το αποτέλεσμα όμως είναι περιορισμένο αφού σε μια νομισματική ένωση δεν μπορεί να υπάρξει υποτίμηση.
Μπορεί οι εταίροι της Ελλάδας να είναι σε θέση να τη στηρίζουν μ’ αυτόν τον τρόπο επί δεκαετίες, και ίσως να σώσουν και την Ισπανία, αλλά αν υπάρξει ανάγκη και για μια πιο ισχυρή οικονομία να σωθεί, το σύστημα θα καταρρεύσει.
Και μια τέτοια οικονομία είναι η Γαλλία.
Το 2011, η αναλογία του χρέους προς το ΑΕΠ της Γαλλίας ήταν τρεις φορές μεγαλύτερη από την αντίστοιχη της Γερμανίας, με τον δημόσιο τομέα της να είναι υπεύθυνος για το 56% του  εθνικού εισοδήματος.
Σήμερα το 9% των Γάλλων είναι δημόσιοι υπάλληλοι, όπως και το 5% των Γερμανών.
Η ανεργία ξεπερνάει το 10%, μα την ανεργία των νέων γύρω στα 25%.  
Αν και μερικές από τις μεγάλες γαλλικές επιχειρήσεις (Michelin, LVMH, και Air Liquide) συνεχίζουν την επιτυχία τους, δεν μπορούν να καλύψουν την βασική έλλειψη μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη χώρα.
Το αποτέλεσμα είναι να μειώνεται συνεχώς η γαλλική ανταγωνιστικότητα. Στην παγκόσμια κατάταξη βάσει του δείκτη Global Competitiveness του παγκόσμιου οικονομικού φόρουμ, η Γαλλία έπεσε στην 21η θέση από την 18η στην οποία ήταν πέρσι. Η Γερμανία παραμένει σταθερά  έκτη και φέτος.
Οι πρόσφατες κινήσεις του François Hollande, να αυξήσει τον κατώτατο μισθό, να αυξήσει τους φόρους των επιχειρήσεων, και να μειώσει το όριο συνταξιοδότησης κάποιων κατηγοριών, απειλούν να μεγεθύνουν το πρόβλημα της γαλλικής οικονομίας. Για αυτό και δεν αποτελεί έκπληξη η πρόσφατη υποβάθμιση της Γαλλίας από την Moodys.
Τώρα, η Γαλλία έχει περιορισμένες επιλογές.
Τα προγράμματα λιτότητας αποδείχθηκαν αντιπαραγωγικά, προκαλώντας βίαιους κύκλους αργής ή μηδενικής ανάπτυξης, λουκέτων, ανεργίας, και διάβρωσης της φορολογικής βάσης.
Το αποτέλεσμα είναι οι δημοσιονομικά σταθερές χώρες της ευρωζώνης να ζητούνται συνεχώς να αλλάξουν τις προσεκτικές δημοσιονομικές πολιτικές τους για να χρηματοδοτούν ατελείωτες διασώσεις.
Η κατάσταση δεν είναι πια βιώσιμη.
Τώρα, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να επιδιώξουν μια ελεγχόμενη διαβάθμιση της ευρωζώνης, στην οποία οι πιο ανταγωνιστικές χώρες (Αυστρία, Φιλανδία, Γερμανία, και Ολλανδία), θα υιοθετήσουν ένα νέο νόμισμα, το «βόρειο ευρώ».
Αυτή η νέα νομισματική ένωση θα διαχειρίζεται μέσα από την αρχική συνθήκη του Μάαστριχτ, με μια πραγματικά ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα αρμόδια για τον καθορισμό και έλεγχο της ισοτιμίας του βόρειου ευρώ έναντι του κανονικού, που θα το διατηρήσουν οι λιγότερο ανταγωνιστικές οικονομίες.
Η ασθενής ισοτιμία του παλιού ευρώ θα οδηγήσει σε οικονομική ανάπτυξη, δημιουργία απασχόλησης, και μια πιο ισχυρή φορολογική βάση στην Νότια Ευρώπη.
Αρχικά, και για μειωθούν τα χρέη, οι ομολογιούχοι θα πρέπει να υποστούν ένα ακόμη κούρεμα.
Οι χώρες που θα πάνε στο βόρειο ευρώ θα πρέπει να κάνουν μια μοναδική συνεισφορά στην προσπάθεια αυτή της μείωσης του χρέους.
Ένα ευέλικτο σύστημα συμμετοχής θα βοηθούσε τις χώρες να ενταχθούν στο βόρειο ευρώ όταν οι οικονομικές και δημοσιονομικές τους συνθήκες ενισχυθούν.
Οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες θα πρέπει να πάψουν να βλέπουν την ευρωζώνη ως μια ομοιογενή οντότητα, επιβάλλοντας την πολιτική του ενός μεγέθους για όλους σε πολύ διαφορετικά μεταξύ τους κράτη.
Οι  δομές της ευρωζώνης θα πρέπει να προσαρμοστούν έτσι ώστε να ταιριάζουν στις σημερινές οικονομικές και δημοσιονομικές πραγματικότητες, και όχι το αντίθετο.

Απόδοση S.A.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου