«Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για φοροδιαφυγή στα μικρά
νησιά», δήλωσε ο δήμαρχος Σύμης, προβάλλοντας ως επιχείρημα για την
παραβατικότητα των καταστηματαρχών τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει το
ακριτικό νησί στις υποδομές του.
Η αντίδραση του δημάρχου στο ΣΔΟΕ και κατ’ επέκταση στους
πολιτικούς προϊσταμένους του είναι βέβαιο ότι θα βρει πολλούς χειροκροτητές.
Διαβάζω αναγνώστες της «Καθημερινής», που σχολιάζουν
αρθρογραφία για τη φοροδιαφυγή, να υποστηρίζουν πως «είναι απαραίτητη για να
επιβιώσουν οι φτωχοί και μη έχοντες» ή ότι δεν έχει νόημα να εκδίδει κανείς
αποδείξεις, γιατί «τα παίρνουν οι ημέτεροι».
Από τη μία, λοιπόν, υπάρχει το αναξιόπιστο κράτος, το
οποίο δεκαετίες τώρα ξόδευε κατά το δοκούν για την αναπαραγωγή του,
καλλιεργώντας την «υπέρ πάρτης» συναλλαγή· και από την άλλη, η διευρυμένη
αντίληψη του «δεν πληρώνω» ως τιμωρία στο φαύλο σύστημα.
Κάπως έτσι. Οπότε;
Να εφαρμόσει ο καθένας τον δικό του φορομετρικό κανόνα,
υπολογίζοντας βάσει μιας προσωπικής αξιοκρατικής και αξιολογικής κλίμακας;
Να καταβάλλει ή να μην καταβάλλει την εισφορά του, να
δηλώνει ή να μη δηλώνει τα εισοδήματά του ανάλογα με το αν, κατά τη γνώμη του,
φορολογούνται επαρκώς ή όχι οι offshore εταιρείες, για παράδειγμα;
Να θεσμοθετηθεί δηλαδή μια διευρυμένη φορολογική ανομία
ως «απάντηση» σε ένα διεφθαρμένο και ανάλγητο πολιτικό προσωπικό (όπως βολεύει
να ισοπεδώνουμε).
Αν αυτό δεν είναι ο ορισμός μιας κοινωνίας σε κρίση, τότε
τι είναι;
Αν αυτό δεν είναι γενικευμένη κοινωνική υποκρισία, τότε
τι είναι;
Αν (και) αυτό δεν είναι ασθένεια που σιγότρωγε και
εξακολουθεί να σιγοτρώει τα θεμέλια της δημοκρατίας, τότε τι είναι;
Πώς να αντιδράσει μετά ο επιχειρηματίας που είναι τυπικός
και συνεπής στις φοροϋποχρεώσεις του ή ο μισθωτός και συνταξιούχος που κανένας
δήμαρχος Σύμης δεν μπορεί να «καλύψει»;
Ασφαλώς και το επίσημο κράτος (μέρος του οποίου είναι και
η Τοπική Αυτοδιοίκηση) αγνόησε επιδεικτικά τις υποδομές στη νησιωτική –και όχι
μόνο– Ελλάδα, κατασπαταλώντας κοινοτικά κονδύλια σε πελατειακές διευθετήσεις ή
άχρηστα έργα επίδειξης.
Ομως, αντί αυτό να
αποτελέσει επιχείρημα για την αλλαγή συμπεριφοράς και αντίληψης,
χρησιμοποιείται ως όπλο για να εδραιωθεί η ανομία.
Και το χειρότερο: θεωρητικοποιείται και συνοδεύεται από
ιδεολογικό πρόσημο.
Μαρία Κατσουνάκη
Ακούσαμε την είδηση να παίζεται στα κανάλια, στις εφημερίδες στα social media ότι στην Σύμη, στην Αμοργό και στους Παξούς η παραβατικότητα φτάνει στο 100%.
ΑπάντησηΔιαγραφήΒέβαια αν αθροίσουμε τους τζίρους των μαγαζιών και των τριών αυτών νησιών (κατα την καλοκαιρινή περίοδο) ίσως να πιάσουμε τον τζίρο μιας βραδιάς του μαγαζιού στην Μύκονο που ανοίγουν σαμπάνιες οι Σαουδάραβες.
Μου θυμίζει λίγο την είδηση για την υπερβολική τιμή της αμόλυβδης στην ΙΘΑΚΗ. Λες και η τιμή της αμόλυβδης στην Ιθάκη έχει βαρύνουσα σημασία για να βγάλεις συμπέρασμα ότι στην Ελλάδα είναι ακριβή η βενζίνη.
Αντίστοιχη σημασία έχει και το 100% της παραβατικότητας των 3 αυτών νησιών και η συνολική τους φοροδιαφυγή να είναι μόνο ένα απειροελάχιστο κλάσμα της φοροδιαφυγής της Μυκόνου (ή οποιουδήποτε άλλου μεγάλου κοσμοπολίτικου προορισμού).
Στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής μεγαλύτερη σημασία έχει να ακούσουμε το ποσοστό παραβατικότητας της Μυκόνου και της Σαντορίνης από του Παξούς και την Αμοργό.