Ο άνθρωπος θέλει να πιστεύει ότι έχει πάντα το δικαίωμα
επιλογής καθώς και ότι η επιλογή που εν τέλει κάνει είναι προϊόν της γνήσιας
και ανόθευτης ελεύθερης βούλησής του.
Πολλά μπορούν να ειπωθούν σε φιλοσοφικό, και τώρα πια και
σε επιστημονικό επίπεδο, για αυτή την περιβόητη «ελεύθερη βούληση» του καθενός,
αλλά δε θα μας φτάσουν ούτε κανά 100αριά άρθρα για να ασχοληθούμε με αυτό.
Χώρια που δεν έχω καν αυτή την πρόθεσή αλλά σκοπεύω να
καταπιαστώ με κάτι πολύ πιο πεζό.
Ωστόσο και επί του φιλοσοφικού ζητήματος, νομίζω ότι
είναι απολύτως κατανοητό γιατί το ον «άνθρωπος» έχει αυτή τη νοοτροπία.
Πρόκειται για στοιχειώδη ματαιοδοξία (ή αν προτιμήσουμε
έναν θετικό όρο για στοιχειώδη αυτοσεβασμό) του κατεξοχήν «λογικού» όντος που
περπατά στον πλανήτη Γη.
Για το πω αλλιώς, αλίμονο του αν ο άνθρωπος δεν πίστευε
(ασχέτως πόσο αληθές είναι αυτό) ότι οι επιλογές του είναι πράγματι ελεύθερες
και συνειδητές – θα αυτοκαταργούνταν η υπόστασή του ως νοήμων…
Ένα τέτοιο ζώο (το «ζώο» με την ευρεία έννοια, για να μην
παρεξηγιούνται οι Χριστιανοί φίλοι μου που δυσκολεύονται να κατατάξουν το
ανθρώπινο είδος δίπλα στα υπόλοιπα μέλη του ζωικού βασιλείου) λοιπόν, όπως ο
άνθρωπος, λογικό είναι να αντιπαθεί και τον καταναγκασμό όταν χρειάζεται να
κάνει επιλογές.
Και αντιπαθεί ιδιαιτέρως όταν από αυτούς τους καταναγκασμούς
προκύπτουν διάφοροι «μονόδρομοι» που στην ουσία συνίστανται στο ότι μόνο μία
επιλογή είναι λογική και εύλογη με βάση τις γενικές συνθήκες.
Είναι μάλιστα τέτοια η αντιπάθεια στους μονοδρόμους αυτούς
που πολλοί άνθρωποι τείνουν να κάνουν απολύτως καταστροφικές επιλογές
στηριζόμενοι σε απίθανες ελπίδες ή ακόμα ούτε καν σε αυτές, μόνο και μόνο από
αντίδραση στον καταναγκασμό που υποδηλώνει ο κάθε μονόδρομος.
Δε χρειάζεται να πάμε μακριά για να δούμε τέτοιες
συμπεριφορές, είτε καθαρά αντιδραστικές πλην όμως άκρως επικίνδυνες, είτε
απρόθυμης συμμόρφωσης με τους καταναγκασμούς της εποχής.
Τις ζούμε στην εξωτική μας χώρα καθημερινά απ’ το 2010
και μετά, όλοι τις ξέρουμε και είναι περιττό να τις επαναλάβουμε.
Ο Αντώνης Σαμαράς ως πρωθυπουργός αποτέλεσε στα μέσα του
2012 έναν τέτοιο μονόδρομο όχι μόνο για να κυβερνηθεί η χώρα (πρωθυπουργοί
βρίσκονται εύκολα, ΙΚΑΝΟΙ πρωθυπουργοί είναι άκρως δυσεύρετοι), αλλά για να
αποφευχθεί η καταστροφή που μας απειλούσε και ήταν προ του θυρών.
Όχι πολεμική (που θα την αντιλαμβάνονταν οι πάντες) αλλά
οικονομική με πιθανά αποτελέσματα εξίσου καταστροφικά.
Έστω κι αν αυτό αρκετοί δεν μπορούσαν να το αντιληφθούν
παρά μόνο διαισθητικά και ορισμένοι ούτε καν σε αυτό το επίπεδο.
Είναι περιττό να επαναλάβω το πώς και το γιατί.
Τους λόγους αυτής της εκτίμησης τους ξέρουν όλοι, άλλο αν
δε συμφωνούν άπαντες. Δημοκρατία έχουμε – ευτυχώς – δεν είμαστε υποχρεωμένοι να
συμφωνούμε σε όλα.
Σήμερα φτάσαμε αισίως στο τέλος του 2013 και το ερώτημα
που παραμένει σε σχέση με τον Αντώνη Σαμαρά ως πρωθυπουργό είναι αν παραμένει
και σήμερα μονόδρομος. Ή για να το πούμε διαφορετικά, αν πέτυχε τον απόλυτο
στόχο του, δηλαδή να καταστήσει τον εαυτό του αντικαταστήσιμο.
Ή για να ακριβολογούμε, αντικαταστήσιμο (καθώς όπως
είπαμε και δεν είναι καθόλου δεδομένο δημοκρατία έχουμε, άρα ουδείς αναντικατάστατος)
χωρίς αυτή η αντικατάσταση να επιφέρει καταστροφές.
Λοιπόν, η απάντηση είναι πως ακόμα δεν φτάσαμε εκεί.
Στους τελευταίους 18 μήνες έγιναν πολλά, μπορούσαν να
γίνουν ίσως περισσότερα, αλλά τουλάχιστον η καταστροφή δεν ήρθε.
Απομακρύνθηκε, προσωρινά όμως μόνο.
Διότι πολύ απλά η ελληνική οικονομία και κοινωνία δεν
έχουν ακόμα ανακάμψει/δυναμώσει ούτως ώστε να στέκονται στα πόδια τους από μόνα
τους χωρίς να έχουν την ανάγκη από έναν κυβερνήτη-πατέρα των πάντων που θα
ασχολείται ο ίδιος προσωπικά σχεδόν με όλα, παλεύοντας καθημερινά με τα θηρία
και όντας σχεδόν ΜΟΝΟΣ του σε αυτό.
Διότι, ας μην
αμφιβάλλουμε: Ο Αντώνης Σαμαράς αυτούς τους 18 μήνες ήταν περισσότερο αυτό: Όχι
απλώς ο κυβερνήτης ενός συνόλου ΠΟΛΙΤΩΝ, αλλά περισσότερο ο πατέρας ενός έθνους
ΑΝΗΛΙΚΩΝ κάθε ηλικίας (όπως ευφυώς είχε πει κάποτε ο Τζίμης Πανούσης).
Είχε και έχει να παλέψει ένα δικό του κόμμα μικρών και
μεγάλων μαυρογιαλούρων αποτελούμενο από «παράγοντες» διαφόρων διαμετρημάτων και
εντελώς ανίκανων να παράξουν έστω και ένα ίχνος αληθινής πολιτικής, μια
αξιωματική αντιπολίτευση έξαλλη και εντός των ορίων του γελοίου (για μην πούμε
καν για την ελάσσονα, κατά κύριο λόγο ψεκασμένη ως και ναζιστική) και έχοντας
για κυβερνητικούς εταίρους το κατεξοχήν παραγοντίστικο κόμμα της Ελλάδας που
παλεύει πλέον για την επιβίωση του και μέχρι πριν από 6 μήνες το μόνο αριστερό
κόμμα που αυτοπλασάρονταν ως «υπεύθυνο», ωστόσο απέτυχε να το δείξει στην πράξη
και εν τέλει αποχώρησε από την κυβέρνηση για μια γελοία αφορμή.
Είχε και έχει να κάνει με έναν απόλυτα ξεχαρβαλωμένο
κρατικό μηχανισμό, διεφθαρμένο και αναξιόπιστο (που κακά τα ψέματα, είναι
αδύνατο να διορθωθεί «εν λειτουργία», χρειάζεται συθέμελο γκρέμισμα και
επανασύσταση), μία εγχώρια επιχειρηματική τάξη που ως επί το πλείστον στηρίχτηκε
σε κρατικά χρήματα και προστατευτισμό (άρα ανίκανη να σταθεί στα πόδια της με
τις δικές της δυνάμεις) και ένα «απλό» λαό απολύτως μπερδεμένο και λειτουργικά
αναλφάβητο, παρά τα πτυχία που επιδεικνύει περήφανα δεξιά κι αριστερά.
Έναν λαό (για να πω μόνο αυτό) που αδυνατεί (και σε
μεγάλο βαθμό δε θέλει) να κατανοήσει το στοιχειώδες.
Ότι τα δημοσιονομικά ενός κράτους λειτουργούν με την ίδια
αρχή που λειτουργεί κι ο καθένας από μας στον οικογενειακό του προϋπολογισμό:
Με έσοδα εναντίον εξόδων.
Δεν έλυσε λοιπόν εντελώς μέσα σε 18 μήνες τη μεγαλύτερη
οικονομική και παραγωγική (και πλέον θεσμική – βλ. τις παρεκτροπές της ΧΑ και
των λοιπών μπαχαλάκηδων) κρίση που αντιμετώπισε η χώρα τα τελευταία 70 χρόνια ο
Σαμαράς. Να τον κατηγορήσουμε γι’ αυτό;
Μαζί σας και γω, ας τον κατηγορήσουμε.
Κι ας είναι σα να κατηγορούμε κάποιον επειδή δεν
περπάτησε στα νερά ή δε μετέτρεψε το νερό σε κρασί.
Η ουσία είναι ότι ΑΚΟΜΑ δεν κυκλοφορεί κάτι καλύτερο σε
πρωθυπουργό στη χώρα μας.
Ούτε ΑΚΟΜΑ φτάσαμε στο σημείο να αντέχουμε έναν ακόμα τυχάρπαστο
ή κοινό απατεώνα στην πρωθυπουργική καρέκλα.
Εξάλλου μία σειρά από δαύτους μας έφερε ως εδώ.
Μονόδρομος
λοιπόν ακόμα ο Σαμαράς.
Κι ας κάνει ότι μπορεί για να πάψει να είναι τέτοιος.
Αν αποφασίσουμε τώρα μετά τα όσα περάσαμε να κάνουμε
κάποια επιλογή ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ επειδή σιχαινόμαστε τους μονοδρόμους γενικά και
βαρεθήκαμε τον συγκεκριμένο, ας το κάνουμε.
Δικαίωμά μας είναι, κατανοητό εν μέρει είναι αλλά δε θα
πάψει να είναι ΜΕΓΙΣΤΗ ΑΝΟΗΣΙΑ.
Και γι’ αυτήν θα πρέπει να απολογηθούμε στα παιδιά μας.
Που, να το πω κι αυτό, ήδη έχουμε να απολογηθούμε για
πολλά, για ΠΑΡΑ ΠΟΛΛΑ – ας έχουμε ένα λιγότερο.
Ο
Παραβάτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου