Με το παρόν άρθρο, κλείνει ο κύκλος μιας σειράς
από κείμενα, τα οποία προσπάθησαν να καταδείξουν ότι ο θόρυβος των κοινωνικών
δικτύων με σημαία την ξεπερασμένη συνθηματολογία κατά πάντων, είναι περισσότερο
φαντασιωσικός ψυχαναγκασμός για σεχταριστές αέργους.
Είναι εντυπωσιακό ωστόσο, πώς απουσία θεσμικών
οργάνων και Δημοκρατικής λογοδότησης, οποιοσδήποτε παρίας μεγαλωμένος με
κνίτικο υπόλειμμα, βυζαντινό κατακάθι και ψυχολογία Νεότουρκου, νομίζει ότι
υποκαθιστά επιτυχώς το περιβαλλοντικό ανάγλυφο της κοινωνίας επειδή μπερδεύει
τον θυμό του, την σιγουριά του θέσει θύματος και την ιστορική απεραντολόγα
ιστορία κωδικοποιημένη με τα κατάδικά του φίλτρα ερμηνείας, σε μονόδρομη ατραπό
αντικρατικού ρύπου.
Φασίστες και κομμουνιστές, βυσσοδομούν εναντίον
του πολιτισμού με άλλοθι τον μονοπωλιακό καπιταλισμό του 20ου αιώνα.
Ευτυχώς, ο μαρξιστής ιστορικός Eric Hobsbawm,
ξεκαθαρίζει άπαξ, το αυτονόητο: ο φασισμός ουδέποτε εξέφρασε την καραμέλα του
εγχώριου κομμουνιστικού κόμματος και των τηλεκατευθυνόμενων αποβρασμάτων που
εξανίστανται ψηφιακά λόγω λόξας.
Η πικετοφορία, οι μαύροι μαρκαδόροι, η
αφισοκόλληση κωδικέλλων με αέναη ισχύ στους τοίχους των Εξαρχείων, η βωμολοχία,
ο αντισημιτισμός κεκαλυμμένος με αντιαμερικανικό φρόνημα στην Λωρίδα της Γάζας,
η δημοσιοποίηση απόψεων και φιρμανιών, η καθημερινή παρουσία στα κοινωνικά
δίκτυα, αναρτώντας αντιαισθητική εκμετάλλευση εντυπώσεων για την διατράνωση του
τοτέμ της δυστυχίας και του κατατρεγμού, προδίδουν το εξής: μια πλειοψηφία η οποία
λαμβάνει μέρος άκουσα στο μεταπολιτευτικό παραμύθι μιας σαχλής Αριστεράς,
έχοντας τα πάντα αλλά πράττοντας συνδικαλιστικά καθότι πεπεισμένη ότι εξ απαλών
ονύχων οφείλει να κράζει, να λοιδορεί και να αρνιέται την πραγματικότητα,
επειδή νομίζει ότι θα προδώσει το φαιοκόκκινο φρόνημα. Θαρρείς και ζει στην
Αλγερία των πολιτικών κινημάτων για να δικαιολογήσει το μίσος της, στην
σταλινική μισανθρωπία που ζητά τον λόγο απ’τους πιονιέρους της, στην Ινδοκίνα
της γαλλικής πίεσης.
Εν Ελλάδι, το αίσθημα εκτονώνεται επιτυχώς με
βαρύτονες αιτιατικές ελλείψει οράματος.
Ουδείς ομολογεί την αλήθεια αφού άπαντες παίζουν
την τυφλόμυγα· για να μην χάσουν την πολυπόθητη ανεξαρτησία των ανάπηρων
λεκτικών πεδίων του 19ου αιώνα.
Η πεποίθηση ότι ο Λένιν έγραψε τα χαοτικά του
κείμενα για να τα εγχειρίσει στους Ρωμιούς του 21ου αιώνα, αποτελεί ανισόρροπο
επινόημα χαριέντων ποπολάρων.
Αυτό που συμβαίνει στην ημεδαπή, επικυρώνει τον
οθωμανικό συμβολισμό της νηπιακής αποχαύνωσης, της απαξίας των κανόνων, της
οιδιπόδειας αλληγορίας που μπερδεύει το τώρα με το επέκεινα.
Δεν φταίει το μνημόνιο για την σαχλή φιλολογία
των παρορμητικών αντιρρησιών. Φταίει η εντύπωση ότι έστω αρνούμενοι τις τωρινές
συνθήκες, κάπου γράφεται στο ενστικτώδες πάνθεον, το δικό μας όνομα για τους
απογόνους.
Η πολιτική όμως δεν γράφεται στους δρόμους, στα
πλακάτ και στις εκπομπές ασφαλιτών στο διαδίκτυο αλλά στο Κοινοβούλιο της
Δημοκρατίας.
Ό,τι γράφεται, λέγεται, υπογραμμίζεται,
συνοψίζεται, αιτιολογείται και επεξηγείται, ανήκει στην ψυχωτική δοξασία του
ιοβόλου εχθρού που επιβουλεύεται το ελλαδικό εκκοσμικευμένο φως.
Τουτέστιν τα τσίπουρα, την ευχάριστη φαγούρα
στ’αχαμνά σε κάποιο νησί, ένα κομμάτι κρεμμυδιού με απειροελάχιστο μαϊντανό,
ξεχασμένο σε κάποια κουφάλα δοντιού, ένας γάμος σε ξωκλήσι.
Εντέλει, θυμάμαι κάτι που είπε η κ. Αρβελέρ για
τον Μάιο του ’68, «ο οποίος έγινε από τα πλουσιόπαιδα· τα οποία τα
είχαν όλα εκτός από την ευτυχία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου