«Σημειό...», είπε πρώτα ο πρόεδρος.
«Σημασιό...», δοκίμασε αμέσως μετά.
Είδε ότι δεν του έβγαινε κανένα από τα δύο, ίσως γιατί
δεν ήξερε ακριβώς τι σημαίνει «σημειολογία» και τι «σημασιολογία»· οπότε, το
έπιασε από την αρχή: «Δευτερεύουσες γεγονότα», είπε και συνέχισε.
Κατάλαβε άραγε την ασυμφωνία γένους μετοχής και
ουσιαστικού;
Μήπως κατάλαβε, αλλά έκρινε ότι δεν είχε σημασία να
διορθώσει το λάθος του;
Και τι από τα δύο άραγε θα ήταν το χειρότερο: η άγνοια
των κανόνων της γλώσσας ή μήπως η περιφρόνησή του γι’ αυτούς;
Στο «σχολειό» από το οποίο πέρασε ο Αλέξης Τσίπρας
τέτοιου τύπου διακρίσεις μάλλον δεν τον απασχόλησαν ιδιαιτέρως - ίσως και ποτέ.
Αυτός δεν διάβαζε. Αγωνιζόταν...
Το σαρδάμ του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η πιο αξιόλογη
στιγμή του στη συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ, νομίζω, διότι ήταν η πιο αυθεντική
του.
Η αυθόρμητη ασυναρτησία του ήταν η εικόνα αυτού που είναι
πραγματικά. Ένα γνήσιο τέκνο της Μεταπολίτευσης, με λειψή γλωσσική παιδεία, που
«γουστάρει και καλά» χαϊλίκια (ταξίδια στο εξωτερικό, σινιέ ρούχα κ.λπ.) και
την ίδια ώρα παίρνει στα σοβαρά (και υποτίθεται ότι μελετά...) τους «κλασικούς
του μαρξισμού». Προσκολλημένος στη θεολογία της Αριστεράς και, επομένως, σε
πλήρη σύγχυση, αφού η πραγματικότητα την έχει προ πολλού διαψεύσει.
Κινούμενος, κατά βάσιν, από τη φιλοδοξία του «να έλθει
στα πράγματα», χωρίς απαραιτήτως να ξέρει τι θα πρέπει να κάνει με αυτά.
Μήπως θα είναι ο πρώτος που θα βρεθεί σε αυτήν τη θέση,
για να αυτοσχεδιάσει;
Όχι, βέβαια.
Η διαφορά με κάποιους από τους προκατόχους του, όμως,
είναι ότι αυτός, ακόμη και σε σύγκριση με τον Γεώργιο Β΄ τον Άπαικτο (ο οποίος,
ει μη τι άλλο λόγω κοινωνικής προέλευσης είχε μια γνώση του ευρύτερου κόσμου),
δεν καταλαβαίνει γρυ έξω από τον ελληνικό μικρόκοσμο της πολιτικής εξουσίας.
Το μόνο που έχει είναι η φιλοδοξία του και η τύφλα του.
Ο κυνισμός
συναντά την αγραμματοσύνη.
Ο συνδυασμός των δύο τού επιτρέπει να συγκεντρώνεται στον
στόχο και να μην υπολογίζει τους κινδύνους, επειδή δεν τους καταλαβαίνει.
Με τους δικούς του όρους, ένας «βλαχοδήμαρχος» είναι κι
αυτός.
Δογματικός, φιλόδοξος, απαίδευτος, παθιασμένος για
εξουσία.
Ως κατά βάθος νεοκομμουνιστής, ο Τσίπρας δεν ερευνά, αλλά
πιστεύει και αυτό του φτάνει και του περισσεύει. (Πίστευε και μη ερεύνα...)
Για τον λόγο αυτόν, του αρκεί η τακτική: πώς θα ρίξει την
κυβέρνηση.
Δεν χρειάστηκε να περιμένουμε τη συνέντευξη στη ΔΕΘ για
να το καταλάβουμε.
Ήδη από τις 3 του μηνός είχε διατυπωθεί στην απόφαση της
Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ: «Επίσης, ό,τι μέχρι σήμερα αποτελούσε
μερική ήττα για την κοινωνία και τα κινήματα (μείωση εισοδημάτων, ανεργία,
διάλυση ή καταστολή μεγαλειωδών κινητοποιήσεων, ατελέσφοροι αγώνες) από αύριο θα
μπορούσε να σημαίνει κατάρρευση της συλλογικής συνείδησης, αποδοχή των
τετελεσμένων και στροφή προς ατομικές συντηρητικές λύσεις. Απέναντι σε αυτή τη
νέα κατάσταση ο ΣΥΡΙΖΑ θέτει ως κεντρικό κοινό στόχο όλων των κινητοποιήσεων
και των αγώνων σε όλους τους τομείς και για όλα τα ζητήματα την πτώση της
κυβέρνησης υπό το βάρος της λαϊκής πίεσης».
Για τα υπόλοιπα; Αφού θα έχουν πάρει την εξουσία, «έχει ο
Θεός» - δηλαδή, η θεωρία-θεολογία.
Διότι νεοκομμουνιστές και παλαιοκομμουνιστές δεν
διαφέρουν επί της ουσίας - έστω και αν οι τελευταίοι φρίττουν και μόνο με την
ιδέα. (Επειδή διαφέρουν όσο οι παλαιοημερολογίτες από τους άλλους, αλλά, όπως
και οι παλαιοημερολογίτες έτσι και οι παλαιοκομμουνιστές αδυνατούν να
καταλάβουν την ασημαντότητα της διαφοράς...) Επ’ αυτού, για όποιον δηλαδή
ενδιαφέρεται να συγκρίνει τη σημερινή νεφελώδη ασάφεια των νεοκομμουνιστών με
το παρελθόν από το οποίο εμπνέονται, υπάρχει το εξαιρετικό βιβλίο της
βραβευμένης με Πούλιτζερ Αμερικανίδας Αν Απλμπομ, «Iron Curtain - The Crushing
of Eastern Europe, 1944-1956», το οποίο δυστυχώς δεν έχει ακόμη μεταφρασθεί στα
ελληνικά.
Εκεί, εξιστορείται πόσο δύσκολη διαδικασία ήταν η επιβολή
του κομμουνισμού σε χώρες με βαθιά αστική παράδοση, όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία,
η Γερμανία, αλλά εντέλει και πόσο τυφλή.
Διότι στα βασικά ερωτήματα, που προέκυψαν από τις απαρχές
της επιβολής του κομμουνιστικού καθεστώτος, όπως λ.χ. πώς επιτυγχάνεται η
οικονομική ανάπτυξη, αυτά τα καθεστώτα μόνο μία απάντηση είχαν: περισσότερη
ιδεολογική διαφώτιση.
Να το πούμε διαφορετικά; Περισσότερη κατήχηση - διότι
πίστευε και μη ερεύνα, που λέγαμε...
Με την κατάσταση της κοινωνίας στη Ελλάδα σήμερα, ο
κρίσιμος παράγοντας στο πολιτικό παιγνίδι είναι πια ο χρόνος.
Εν αντιθέσει με την κατάσταση της Ανατολικής Ευρώπης προ
εβδομηκονταετίας περίπου, στην Ελλάδα οι «αλήθειες» της Αριστεράς είναι, έπειτα
από τριάντα χρόνια κατήχησης, σχεδόν ορθοδοξία για ένα σημαντικό κομμάτι της
κοινωνίας.
Επομένως, όλο κι όλο που έχουν να κάνουν ο Τσίπρας και οι
νεοκομμουνιστές του είναι να σπρώξουν προς την κατάρρευση.
Γι’ αυτό και δεν διστάζουν να βάζουν μπροστά τους μαθητές
των σχολείων.
Την ίδια στιγμή, όμως, ο χρόνος τρέχει εις βάρος τους,
όπως αφήνεται να εννοηθεί στην απόφαση της ΚΠΕ.
Διότι η παράταση της ισχύουσας κατάστασης επιτρέπει στην
οργή να καταλαγιάσει και στο μυαλό να αρχίσει να σκέπτεται.
Έτσι, δίνεται ο χρόνος ώστε ο «απλούς άνθρωπος» (καβαφική
έκφραση, την οποία λατρεύω, με την άδειά σας), πρώτον, να αρχίσει να
αναρωτιέται αν οι βλακείες που υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πραγματοποιήσιμες και,
δεύτερον, να αρχίσει να συμφιλιώνεται με μια κυβέρνηση η οποία κάνει το μόνο
που μπορεί να γίνει, εφόσον βέβαια το κάνει δίκαια.
Αυτό το απλό ο νεοκομμουνιστής Τσίπρας (παρά την τύφλα
του...) το ξέρει.
Το ερώτημα είναι αν το ξέρει ο Σαμαράς ή κάθεται και ακούει
τους διάφορους παλαβωμένους ακροδεξιούς στο περιβάλλον του, που σπρώχνουν προς
τις πρόωρες εκλογές...
Στέφανος Κασιμάτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου