Πόσο μοιάζουν ή πόσο διαφέρουν τα τρία εθνικά μας ποτά;
Γιατί, για να είμαστε ειλικρινείς, ενώ μερικοί από εμάς
μπορεί να έχουν καταναλώσει εκατοντάδες κιλά απ’ το καθένα, γνωρίζουμε λίγα έως
ελάχιστα πράγματα για τον τρόπο παραγωγής και τις ιδιαιτερότητές τους.
Ας πούμε, η βασική διαφορά ανάμεσα στο ούζο και στα άλλα
δύο βρίσκεται στην πρώτη ύλη.
Ενώ το τσίπουρο και η τσικουδιά προέρχονται από την
απόσταξη των υπολειμμάτων της οινοποίησης, δηλαδή αποκλειστικά από σταφύλια,
για το ούζο χρησιμοποιείται καθαρή αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, που μπορεί να
προέρχεται από μελάσα (ζαχαροκάλαμο), τεύτλα, δημητριακά ή οτιδήποτε άλλο…
Τούτο σημαίνει πως το τσίπουρο και η τσικουδιά
«κουβαλάνε» τα χαρακτηριστικά του σταφυλιού και του τόπου απ’ όπου προέρχεται,
σε αντίθεση με το ούζο, που αποκτά γευστική ταυτότητα με τον αρωματισμό του.
Από την άλλη, η περιεκτικότητα του ούζου σε μεθανόλη
είναι σχεδόν μηδενική, ενώ της τσικουδιάς, ειδικά της χύμα, η οποία είναι
συνήθως προϊόν μονής απόσταξης, η περιεκτικότητα αυτή είναι σημαντικά αυξημένη.
Η μεθανόλη, γνωστή και ως ξυλόπνευμα, είναι μια αλκοόλη
που προέρχεται κυρίως από τα ξυλώδη τμήματα του σταφυλιού, τα κουκούτσια και
τους βοστρύχους και που σε μεγάλες συγκεντρώσεις μπορεί να γίνει επικίνδυνη.
Στην περίπτωση βέβαια των εμφιαλωμένων επώνυμων
προϊόντων, που υφίστανται ελέγχους, τα όρια της μεθανόλης κινούνται μέσα στο
πλαίσιο που θέτει ο νόμος.
Ύστερα, διαφέρει η διαδικασία παραγωγής τους.
Η κρητική τσικουδιά, που η ονομασία της παραπέμπει
ακριβώς στα τσίκουδα, δηλαδή στα στέμφυλα, δεν αρωματίζεται ποτέ.
Το τσίπουρο, ανάλογα με την παράδοση κάθε περιοχής,
μπορεί να είναι σκέτο ή να αρωματίζεται με γλυκάνισο, που συνήθως προστίθεται
στη δεύτερη απόσταξη. Αντιθέτως, το ούζο εξ ορισμού ανήκει στη μεγάλη ομάδα των
αλκοολούχων ποτών που αρωματίζονται με γλυκάνισο, αλλά ο τρόπος του αρωματισμού
ποικίλει ανάλογα με την ποιοτική κατηγορία του.
Από τα φθηνά ούζα της… μπανιέρας όπου απλώς
αναμειγνύονται αλκοόλη, νερό και άρωμα γλυκάνισου, μια διαδικασία θεωρητικώς μη
επιτρεπόμενη, μέχρι τα έξοχα ούζα του Πλωμαρίου, με τις αυστηρές προδιαγραφές,
όπου το σύνολο της αλκοόλης αποστάζεται, συνήθως δύο φορές, μαζί με τα αρωματικά,
οι διαφορές τόσο στην ποιότητα όσο και στην τιμή είναι πολλές.
Τελικά, όμως, τι διαλέγουμε από τα τρία;
Καθένα, νομίζω, έχει τη χάρη του και τη στιγμή του.
Τίποτα καλύτερο από το ούζο Μυτιλήνης με τις μαγικές
σαρδέλες Καλλονής, παπαλίνες τις λένε, μόλις παστωμένες, καλοκαιράκι, να
κοιτάζεις το Αιγαίο.
Ή την εξαιρετική τσικουδιά Varvaki, από τη Σητεία, με κοφτή
πατάτα, παστές ελιές και φρέσκια αγριαγκινάρα, άνοιξη, στο οροπέδιο του
Λασιθίου.
Και ακόμη, το μακεδονίτικο τσίπουρο με τσούσκα πιπεριά,
χειμώνα στο Βελβεντό. Όλα όμορφα, αρκεί να μας παρέχουν και εγγυήσεις
ασφάλειας.
Κι εμείς θα επιμένουμε ότι τέτοιες εγγυήσεις προσφέρει
μόνο το επώνυμο εμφιαλωμένο προϊόν!
Α.Ν. Ανδουλινδάκης
ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΕ,με ξεσήκωσες και είναι ακόμα 12.00
ΑπάντησηΔιαγραφή