Συνταξιούχοι τζόβενα…
Η έκθεση του ΚΕΠΕ για το ασφαλιστικό η οποία δημοσιεύθηκε
πριν λίγες ημέρες στο Βήμα, επιβεβαιώνει ότι το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα
έχει δυο κατηγορίες πολίτες:
- τους προνομιούχους του συστήματος δημοσίους υπαλλήλους που μεσοσταθμικά συνταξιοδοτούνται στην ηλικία των 57 ετών, και τους ένστολους που μεσοσταθμικά συνταξιοδοτούνται στα 53 τους.
- τους αυτοαπασχολούμενους του ΟΑΕΕ/ΤΣΜΕΔΕ/ΤΣΑΥ/ΕΤΑΑ και των άλλων Ταμείων αυτασφάλισης και τους ιδιωτικούς υπαλλήλους, ασφαλισμένους στο ΙΚΑ, οι οποίοι συνταξιοδοτούνται σε ηλικία μεγαλύτερη των 60 ετών.
- τους προνομιούχους του συστήματος δημοσίους υπαλλήλους που μεσοσταθμικά συνταξιοδοτούνται στην ηλικία των 57 ετών, και τους ένστολους που μεσοσταθμικά συνταξιοδοτούνται στα 53 τους.
- τους αυτοαπασχολούμενους του ΟΑΕΕ/ΤΣΜΕΔΕ/ΤΣΑΥ/ΕΤΑΑ και των άλλων Ταμείων αυτασφάλισης και τους ιδιωτικούς υπαλλήλους, ασφαλισμένους στο ΙΚΑ, οι οποίοι συνταξιοδοτούνται σε ηλικία μεγαλύτερη των 60 ετών.
Δυστυχώς με μερικούς πρόχειρους υπολογισμούς, η αλήθεια αποκαλύπτεται ζοφερότερη…
Ποτέ τη Κυριακή…
Ξεκινώντας το άρθρο
αυτό πρέπει
να ξεκαθαρίσω πως δεν έχω ποτέ εργαστεί ως υπάλληλος σε κατάστημα ούτε φυσικά
έχω υπάρξει ο ίδιος μαγαζάτορας.
Μιλάω ως απλώς σκεπτόμενος (λέμε τώρα) πολίτης,
αλλά και ως καταναλωτής.
Τις τελευταίες δύο Κυριακές η κυβέρνηση
αποφάσισε να παραμένουν ανοικτά τα μαγαζιά όλες τις Κυριακές του χρόνο σε δέκα
περιοχές της χώρας οι οποίες χαρακτηρίστηκαν «τουριστικές».
Έχουμε πει πολλές φορές πως είμαστε υπέρ των
μεταρρυθμίσεων.
Έχουμε γράψει πως η Αγορά πρέπει να «κινηθεί»
πως είναι αναγκαίο να προστατευθούν οι θέσεις εργασίας.
Δεν είναι όμως δυνατό να θυσιάζεις τα πάντα στο
όνομα της «ανάπτυξης» και του «τζίρου»…
Πολιτική σκακιέρα με φόντο ένα αεροπλάνο…
Τον περασμένο Μάρτιο η παγκόσμια κοινή γνώμη
έμεινε καθηλωμένη σε οθόνες τηλεοράσεων και υπολογιστών επί εβδομάδες.
Αιτία, η χιτσκοκική εξέλιξη της θολής ιστορίας
γύρω από την πτήση MH370 των Μαλαισιακών αερογραμμών, η οποία -ανεξήγητα
μέχρι και σήμερα- χάθηκε από τα ραντάρ καθώς εκτελούσε τη διαδρομή Κουάλα
Λουμπούρ-Πεκίνο.
Θεωρίες συνωμοσίας
έδωσαν και πήραν για το πώς ήταν δυνατόν να εξαφανιστεί ένα ολόκληρο Boeing
δίχως να αφήσει πίσω του κανένα ίχνος που θα καθιστούσε εφικτό τον εντοπισμό του.
Επιτρέπεται να συγχαρείς την Αστυνομία;
Επιτρέπεται να συγχαρείς την Αστυνομία;
Μη στοιχηματίζετε την απάντηση.
Πάντα είχα την αίσθηση ότι το να συγχαρείς σε
τούτον τον τόπο την Αστυνομία ξεφεύγει από τα ήθη και έθιμά μας.
Αυτόματα θεωρείσαι από «ύποπτος» έως εξαιρετικά
«αθώος».
Πιο εύκολο το έχουμε να πιάσουμε ένα κουβάρι
καχυποψίας, και καλά να το ξεμπλέξουμε, να μπούμε σε δαίδαλους διαδρομών από
«ίσως», «λες;», «Σιγά μην...».
Να φερθούμε δυσκοίλια.
Να συγκρατήσουμε επαίνους.
Δύο αντίθετοι κόσμοι…
Ο Τόμας Πίερς, επιτετραμμένος της πρεσβείας των
ΗΠΑ στην Αθήνα, διαμαρτυρήθηκε για την πρόσφατη παρουσίαση του βιβλίου του
Κουφοντίνα σε αίθουσα του Πανεπιστημίου Αθηνών, με επιστολή που απηύθυνε στις 3
του μηνός προς τον Μ. Σπουρδαλάκη, κοσμήτορα της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του
Πανεπιστημίου Αθηνών.
«Δεν είναι θέμα ακαδημαϊκής ελευθερίας»,
σημειώνει ο Αμερικανός διπλωμάτης, «αλλά υιοθέτησης εκ μέρους της σχολής της
προσπάθειας ενός καταδικασμένου δολοφόνου να βγάλει χρήματα από τις πωλήσεις
του βιβλίου».
Η σύντομη επιστολή καταλήγει με τη δήλωση ότι η
αμερικανική πρεσβεία δεν «προσβλέπει σε οιαδήποτε μελλοντική συνεργασία με τη
Σχολή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών».
Δημόσιο και … αξιολόγηση.
Για να πούμε επιτέλους τα πράγματα με το όνομά
τους και με αφορμή την αξιολόγηση στον δημόσιο τομέα που μοιάζει να
καρκινοβατεί μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, η μαύρη αλήθεια είναι πως ο σημερινός
δημόσιος τομέας δεν είναι δυνατόν να διορθωθεί, να βελτιωθεί, ή έστω απλώς και
μόνο να διοικηθεί στοιχειωδώς σοβαρά, αν πρώτα δεν αναδομηθεί εκ βάθρων.
Το ελληνικό δημόσιο είναι εδώ και δεκαετίες ένα
κουβάρι ποικίλων διαπλεκομένων συμφερόντων, τόσο πυκνό και αξεδιάλυτο, που
αποτελεί απλώς χίμαιρα και ευσεβή πόθο ρομαντικού, κάθε απόπειρα εμβαλωματικού
τύπου, προς την κατεύθυνση της οργάνωσής του, της κινητοποίησής του, της
βελτίωσης της λειτουργίας του, της αύξησης της αποδοτικότητάς του, του
περιορισμού της σπατάλης, της επιβολής οποιασδήποτε μορφής αξιολόγησης.