2.12.15

Έχει πια η Ευρώπη σημασία;



Γεννήθηκε μέσα στις στάχτες του Β’ ΠΠ και αναπτύχθηκε ταχύτατα στη διάρκεια της περιόδου Les Trente Glorieuses, των 30 χρόνων οικονομικής ανάπτυξης που διαδέχτηκαν τον πόλεμο.
Τότε ήταν που ωρίμασε, επεκτάθηκε, και απέκτησε νόμισμα και σεβασμό.
Στις αρχές του 21ου αιώνα θεωρούνταν σύμβολο διεθνούς συνεργασίας. Το 2015 όμως θα μείνει στη μνήμη ως η χρονιά που οι θεσμοί της ΕΕ άρχισαν να διαλύονται… που ο κόσμος, ακόμη και οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι, άρχισε να βλέπει την Ένωση ως αδύναμη και ανίκανη…




Η ειρωνεία είναι ότι η Ευρώπη έπεσε θύμα της επιτυχίας της. Οι ιδρυτικές αρχές του ευρωπαϊκού οράματος ήταν να έρθει επιτέλους η ειρήνη σε μια ήπειρο κατεστραμμένη από τους πολέμους, να συσταθεί μια κοινή αγορά, και να επανενωθούν η δυτική με την ανατολική Ευρώπη…



Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 αυτοί οι στόχοι επιτεύχθηκαν. Ο μισός όμως αιώνας ειρήνης και ευημερίας που μεσολάβησε δημιούργησε κλίμα εφησυχασμού.
Η Ευρώπη κατέστη τόσο σταθερή, που αποφάσισε ότι δεν χρειάζεται εξωτερική πολιτική, ούτε αμυντική στρατηγική, και ότι θα μπορούσε να αγνοήσει ή να απορροφήσει τα κόστη των λαθών των πιο ανεύθυνων οικονομικά μελών της, και ότι δεν χρειάζεται να ανησυχεί για κάποια δυσλειτουργικά κράτη στην νότια και ανατολική περιφέρειά της.
Αυτές οι αποφάσεις οδήγησαν άμεσα ή έμμεσα σε κάποια από τα πιο αξιομνημόνευτα ρεπορτάζ του 2015: Η πολιτική και οικονομική κρίση της Ελλάδας, η χειρότερη προσφυγική κρίση των τελευταίων 70 χρόνων, η ρωσική επέμβαση στη Συρία, ο εμφύλιος πόλεμος της Συρίας, και βεβαίως οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, που η Συρία ενέπνευσε.
Τα προβλήματα της ΕΕ οφείλονται κατά πολλούς σε αυτό που είχε πει κάποτε η Θάτσερ, στα «απατηλά» όνειρα δηλαδή της Ευρώπης να μετατραπεί σε Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης.
Φέτος όμως, έγινε ξεκάθαρο ότι οι περισσότερες αποτυχίες της οφείλονται στην άρνηση των κρατών μελών της να μοιραστούν πόρους και εθνική κυριαρχία, να συμπεριφερθούν δηλαδή σαν μια πραγματική ένωση ή σαν μια ομάδα κρατών με κοινά συμφέροντα ασφάλειας και οικονομίας.
Η ευρωκρίση θα μπορούσε να αποφευχθεί, για παράδειγμα, αν τα μέλη της ΟΝΕ είχαν αποφασίσει να απαιτήσουν τον συντονισμό των δημοσιονομικών και τραπεζικών πολιτικών πριν ενταχθεί ένα νέο μέλος σε αυτήν. Η ευρωζώνη θα είχε βεβαίως λιγότερα μέλη, αλλά η Ελλάδα θα είχε αποφύγει την χρεοκοπία, ενώ η Ισπανία, η Πορτογαλία, και η Ιταλία, θα βρίσκονταν σε καλύτερη κατάσταση σήμερα.
Παράλληλα, η Ευρώπη θα είχε αναχαιτίσει την προσφυγική κρίση αν οι ηγέτες της αποφάσιζαν (τότε που ξεκινούσε η συνθήκη Σένγκεν) να ενισχύσουν τα αδύναμα σύνορα, να περιπολούν στη Μεσόγειο με μια μεγάλη μόνιμη δύναμη, και να επιβάλλουν σαφείς κοινούς κανόνες όσον αφορά στη χορήγηση πολιτικού ασύλου, οι οποίοι θα ήταν αυστηροί τόσο ώστε να αποτρέπουν αυτούς που δεν το δικαιούνται από το να ρισκάρουν ένα επικίνδυνο ταξίδι. Αντ’ αυτού, τα κράτη αφέθηκαν μόνα τους, με τα δυσβάσταχτα βάρη να πέφτουν στις πλάτες της Ελλάδας και της Ιταλίας, και τελευταία της Ουγγαρίας.
Βέβαια, οι πρόσφυγες μπορεί να μην πλημμύριζαν καν την Ευρώπη αν η ΕΕ είχε αποφασίσει έγκαιρα να προσπαθήσει ειλικρινά να προάγει μια ομαλή πολιτική μετάβαση στην μετεπαναστατική Λιβύη, η στη Συρία πριν από τον εμφύλιο. Κάτι τέτοιο όμως ήταν αδύνατο να γίνει, αφού η ΕΕ στερείται των μέσων για την προβολή επιρροής. Θεωρητικά διαθέτει ένα «υπουργείο Εξωτερικών» με διπλωμάτες και πρεσβείες (European External Action Service), όμως στην πράξη η θέση του «υπουργού» έχει δοθεί δυο φορές σε ανθρώπους χωρίς καμιά διεθνή εμπειρία ή κύρος, οι οποίοι εν πολλοίς αγνοήθηκαν.
Έχουν υπάρξει και κάποιες επιτυχίες της ΕΕ, όπως η παντελώς άγνωστη ναυτική επιχείρηση που τερμάτισε την πειρατεία στις σομαλικές ακτές. Τις περισσότερες όμως φορές, η ΕΕ καθυστερούσε να δράσει, μέχρι που ήταν πια πολύ αργά, ή δεν δρούσε καθόλου. Μόνο όταν η σύρραξη της Συρίας έφτασε στο Παρίσι, μόνο τότε οι Γάλλοι συνειδητοποίησαν ότι η Μέση Ανατολή δεν απέχει τελικά απ αυτούς τόσο όσο νόμιζαν.
Πριν από 20 χρόνια, όταν το Η.Β. και η Γαλλία διατηρούσαν ακόμη κάποιες φιλοδοξίες σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής (και διέθεταν πραγματικούς στρατούς), η απουσία ενός εργαλείου λήψης κοινών αποφάσεων δεν είχε τόση σημασία. Σε περιόδους κρίσεων τα μεγάλα κράτη μπορούσαν να συνεργαστούν μεταξύ τους, ή με τις ΗΠΑ, ακόμη και αν δεν μπορούσε η ΕΕ. Σήμερα όμως, η Γαλλία έχει τον πιο αδύναμο πρόεδρο των τελευταίων χρόνων, ενώ η Βρετανία εστιάζει αποκλειστικά στα δικά της εσωτερικά ζητήματα. Εν τω μεταξύ, η Γερμανία, αν και η οικονομική ηγέτιδα της Ευρώπης, δυσκολεύεται για ιστορικούς λόγους να επιβάλλει το οτιδήποτε αφορά σε πολιτική ασφάλειας.




Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχει ένα κενό πολιτικής στην Ευρώπη, το οποίο προθυμοποιείται τώρα να καλύψει η Ρωσία, την οποία η ΕΕ θεωρούσε μέχρι πρότινος αμελητέα ποσότητα. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στην περίπτωση της Συρίας, όπου αφού απουσιάζει οποιαδήποτε συγκροτημένη δυτική στρατηγική, ο Πούτιν αποφάσισε να υπερασπιστεί τον πρόεδρο Άσαντ, Στην δε Ουκρανία το Κρεμλίνο προπαγανδίζει κατά της Ευρώπης, και χρησιμοποιεί στρατιωτικά και οικονομικά εργαλεία για να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση. Μέσα στην ΕΕ, το Κρεμλίνο χρησιμοποιεί τα ΜΜΕ και δαπανά πολλά χρήματα στο να στηρίζει τα ευρωσκεπτικά κόμματα και την αντίστοιχη ιδεολογία, χρηματοδοτώντας  την ακροδεξιά της Ουγγαρίας και της Γαλλίας, και παρέχοντας ηθική στήριξη στην ακροαριστερά (όπως ο ΣΥΡΙΖΑ της Ελλάδας). Και βέβαια, ακόμη να δούμε κάποια πανευρωπαϊκή αντίδραση σε αυτή την παρεμβατικότητα της Μόσχας.
Όλη αυτή η σιγή φαίνεται παράξενη, αφού αν και καμιά από τις ευρωπαϊκές χώρες δεν μετρά πλέον ως παγκόσμια δύναμη, η ΕΕ ως σύνολο αποτελεί την Νο 1 σε μέγεθος και πλούτο οικονομία του πλανήτη. Ένας πραγματικός δηλαδή εταίρος των ΗΠΑ και της Κίνας.
Αν οι Ευρωπαίοι ηγέτες θέλουν να εκμεταλλευτούν αυτήν την πραγματικότητα, και να αντιστρέψουν τις καταστροφές του 2015, να ασκήσουν επιρροή, και να ξανακερδίσουν τον σεβασμό των πολιτών τους, τότε θα πρέπει να ενισχύσουν τους θεσμούς τους, και να προβάλλουν τις ευρωπαϊκές αξίες στους κοντινούς τους γεωγραφικούς γείτονες.
Αν η ΕΕ θέλει να διατηρήσει την ειρήνη και την ευημερία που απολαμβάνει τόσο καιρό, τότε θα πρέπει να γίνει πιο φιλόδοξη, τόσο μέσα στην Ευρώπη, όσο και έξω από αυτήν…

Foreign Policy
Απόδοση: S.A.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου