29.7.13

Αφιερωμένο στα θύματα του καύσωνα...

Sailing, Chris Cross...






Ναι, είμαι ρατσιστής!



Η καταγγελία κάποιου ως ρατσιστή, ιδιαίτερα στην χώρα μας, όπου οι αυτοαποκαλούμενοι «προοδευτικοί» την προσάπτουν εναντίον οποιουδήποτε έχει αντίθετη άποψη με την δική τους για πολλά θέματα, είναι ιδιαίτερα εύκολη υπόθεση. Από πλευράς προπαγανδιστικής τεχνικής, αυτό αποβλέπει στο να φέρει σε θέση σε άμυνας τον οποιονδήποτε αντίπαλο, να επηρεάσει το φρόνημά του για αντίσταση σε ένα θέμα και να τον παρουσιάσει στην κοινωνία ως ένα άτομο μειωμένου ηθικού κύρους.



Η προώθηση της τεχνικής αυτής, στο πλαίσιο κυρίως του προβλήματος των λαθρομεταναστών, έχει φτάσει στο σημείο να μη μπορεί να ανοίξει κανείς το στόμα του σε δημόσιο διάλογο, χωρίς να απολογηθεί εκ των προτέρων, με το γνωστό «δεν είμαι ρατσιστής, αλλά…».
Μία πλασματική κατάσταση αλλάζει, όμως, όταν έρχεται σε προφανή αντίθεση με την πραγματικότητα. Και αυτό, εκτός από αρκετές άλλες χώρες, ισχύει σήμερα περισσότερο για την Αγγλία, την χώρα με την πλέον φιλική μεταναστευτική πολιτική, όπου η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο.


Το «ιρλανδικό θαύμα», οι τραπεζίτες, και η χαμένη ηθική.



Τον τελευταίο μήνα η Ιρλανδία συνταράσσεται από τις καταγραφές κάποιων τραπεζιτών του 2008, οι οποίοι συζητούσαν μεταξύ τους για το πώς θα πουν ψέματα στη κυβέρνηση για το ύψος των δανείων που θα χρειαστούν, και για το πώς ήταν σίγουροι πως δεν υπήρχε περίπτωση να μπορέσουν ποτέ να τα αποπληρώσουν.
Τα δάνεια αυτά ήταν το πρώτο βήμα σε μια αλληλουχία κινήσεων που κατέληξε στην ολική κατάρρευση της ιρλανδικής οικονομίας.



Ο κόσμος δεν εξοργίστηκε τόσο με την δράση των τραπεζιτών, για τους οποίους δεν είχε καμιά αμφιβολία ούτως ή άλλως, αλλά για την ανηθικότητα που προέκυψε από τις μαγνητοφωνημένες συζητήσεις τους, που δημοσιεύτηκαν από την εφημερίδα Irish Independent.

Τουρλουμπούκι …. σε λέω!



Έχει πλάκα τελικά η κατάσταση.
Κι αν τα πράγματα δεν ήταν τόσο σοβαρά, ίσως και να γελούσα με αυτά που βλέπω…
Όπως έχουν όμως, απλά τρέμω.
Για όλα αυτά που έρχονται… με γοργά βήματα.



Μιλάω για το γενικό αλαλούμ που ζούμε.
Το τουρλουμπούκι της σημερινής Ελλάδας.
Που θυμίζει λίγο από Ρώμη, στην εποχή της απόλυτης παρακμής της.
Τότε που οι αυτοκράτορες έχριζαν διαδόχους, ή θεοποιούσαν τα … άλογά τους.

Σόι αλλοπαρμένο (κι’ άλλο).





Mια απίστευτη ιστορία, που αναδεικνύει το δαιμόνιο της φυλής και αποδεικνύει ότι κανένα μνημόνιο, κανένας εκσυγχρονισμός των δομών της δημόσιας διοίκησης και κανένα πακέτο μέτρων όσο σιδερόφρακτα και ηλεκτρονικά διπλο-τσεκαρισμένα και αν είναι, δεν μπορούν να κρατήσουν τον Ελληνα-χουντίνι δεμένο με νόμους, κανονισμούς και πρωτόκολλα.



Η υπόθεση εκτυλίσσεται σε χωριό της Αρκαδίας με πρωταγωνιστή οικονομικό «προύχοντα» του τόπου, χήρο με τέσσερα παιδιά μεγάλης ηλικίας.
Προνοητικός γαρ ο ήρωας του ρεπορτάζ μας, θορυβήθηκε από το μέτρο απογραφής των συνταξιούχων αφού όπως φαίνεται σχεδίαζε να «κληροδοτήσει» τη σύνταξη του στα ενήλικα παιδιά του μετά τον θάνατο του με την γνωστή μέθοδο της μη δήλωσης αποθανόντος συνταξιούχου.


Και να’ ταν ο μοναδικός;




Η πρώτη απόλυση «φευγάτου» υπαλλήλου της Βουλής είναι γεγονός, καθώς, ο εν λόγω εργαζόμενος είχε να εμφανιστεί στο κτίριο περίπου έξι μήνες και, μάλιστα, όταν τον ενημέρωσαν και ζήτησαν να επιστρέψει εκείνος δεν έδειξε να συγκινείται.



Όπως αναφέρει το «Εθνος της Κυριακής», ο εν υπάλληλος εργαζόταν στο κεντρικό κτίριο του Κοινοβουλίου, αλλά οι συνάδελφοί του είχαν ξεχάσει ακόμη και το... πρόσωπό του καθώς είχε να φανεί περίπου ένα εξάμηνο.



Ο Γερμανός δημοσιογράφος και ο Αλέξης…



Το κωμικοτραγικό επεισόδιο με τον Γερμανό δημοσιογράφο που προκάλεσε ο κ. Τσίπρας μου θύμισε τον αείμνηστο.
Εκείνος λοιπόν, κατά κόσμον Ανδρέας Παπανδρέου, στην προεκλογική εκστρατεία του 1981 ενθουσίαζε τα πλήθη υποσχόμενος την έξοδο της χώρας από την ΕΟΚ.
Όταν επιτέλους εξελέγη με το ύφος του σοσιαλιστή ηγεμόνα που μάγευε τον λαό απεκάλυψε ότι έκανε τους απαραίτητους λογαριασμούς και διεπίστωσε ότι το κόστος της εξόδου ήταν μεγαλύτερο από το κόστος της παραμονής.



Ως εκ τούτου ο καλός νοικοκύρης δεν ήθελε να επιβαρύνει τη χώρα με περιττά έξοδα. Ούτε θύμωσε, ούτε τίποτε.
Ταλαντούχος όπως ήταν ήξερε να κινείται στο δυσδιάκριτο σύνορο που χωρίζει τον σουρρεαλισμό από τον ρεαλισμό.