14.3.13

Εφαρμόζεται ο κοινωνικός φιλελευθερισμός;


Η ιδεολογία του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας (ΝΔ) έχει προσδιοριστεί ως «κοινωνικός φιλελευθερισμός», ως μια παραλλαγή ή αναγκαίος εκσυγχρονισμός του καραμανλικού όρου «ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός». Αυτό που άλλαξε βεβαίως ήταν ο τίτλος και όχι το ουσιώδες περιεχόμενο του όρου. Παρ’ όλο που δεν εισέφερε κάτι το δυναμικά νεωτερίζον και ρηξικέλευθο, εν τούτοις η χρονική στιγμή που (επανα)διατυπώθηκε το ιδεολογικό σχήμα της ΝΔ υπήρξε κρίσιμη. Μια σειρά παραγόντων τεκμηριώνει αυτόν τον συλλογισμό και αναδεικνύει τη σπουδαιότητά του.

Έπειτα από μια οδυνηρή ήττα στρατηγικής σημασίας και ενώ στην παράταξη είχαν εμφιλοχωρήσει συμπλεγματικές ενοχές γι’ αυτό που αληθινά και διαχρονικά πρεσβεύει στο ιδεολογικό και πολιτικό στερέωμα, ο Αντώνης Σαμαράς υπό την ιδιότητα του ως νεοεκλεγμένου με πρωτοφανείς συλλογικές διαδικασίες Προέδρου προσέφερε μια ευκαιρία ιδεολογικού αυτοπροσδιορισμού στην ΝΔ. Αυτό καθίσταται έτι περαιτέρω καίριας σημασίας, εάν αναλογιστεί κανείς ότι ο «κυβερνητισμός», χρονίζουσα ασθένεια και της ΝΔ, είχε πλήρως αποπροσανατολίσει την παραδοσιακή βάση της παράταξης, η οποία στην προσπάθεια της να αφομοιώσει και να εντάξει αρμονικά τον δημοφιλή τότε «μεσαίο χώρο» εξερράγη. Νομοτελειακή συνέπεια του σχεδιασμού αυτού ήταν η συσσώρευση τάσεων και συνιστωσών, όχι απλώς διαζευκτικών μεταξύ τους αλλά και εκ διαμέτρου αντίρροπων. Τελικά και η εκλογική βάση φυλλορροούσε- βλέπε εκλογές 2009- και αξίες απεμπολούσαμε σταδιακά και τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους χαρίσαμε σε συγγενείς πολιτικούς χώρους. Συνελόντι ειπείν, η ΝΔ, δέσμια των «μεσαιοχωρίτικων» επιλογών της, βρισκόταν στην περιδίνηση μιας ιδεολογικής σύγχυσης, η οποία αποτυπώθηκε σε πλείστες όσες περιπτώσεις με μια ανερμάτιστη κυβερνητική πολιτική. Ότι διασώθηκε από την αποτυχημένη γαλάζια πενταετία οφείλεται στον πατριωτισμό του πρώην Πρωθυπουργού, Κώστα Καραμανλή. Ουσιαστικά, όλα κατέτειναν σε ένα συμπέρασμα: Κρίση ταυτότητας και έλλειψη αυτογνωσίας. Επομένως, ο ιδεολογικός λόγος που άρθρωσε ο Αντώνης Σαμαράς αποτέλεσε, κατά μια έννοια, αναβάπτισμα στα νάματα της διακήρυξης του Κωνσταντίνου Καραμανλή και αναβάθμιση του ιδεολογικού οπλοστασίου της παράταξης. Παράλληλα δε αναμόχλευσε τη συζήτηση για μια βαθύτερη και πιο διεξοδική διερεύνηση του ιδεολογικού χάρτη της παράταξης και αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον ανθρώπων, οι οποίοι –δικαίως- αρνούνταν πεισματικά να συμμετέχουν σε μια παράταξη αποστειρωμένη από αξίες και αποκομμένη από καταστατικές αρχές.

Έτσι λοιπόν προέκυψε ως καταστατική ιδεολογία της ΝΔ, επιστέγασμα της συνεδριακής δραστηριότητας, ο κοινωνικός φιλελευθερισμός. Μάλιστα, θα υποστηρίζαμε ότι περισσότερο από κάθε άλλη φορά, οι κεντρικές αρχές και τα προτάγματά του βρήκαν απήχηση στα στελέχη και τους φίλους του κόμματος. Απερίφραστα λοιπόν, η πλειοψηφούσα τάση μέσα στην παράταξη δηλώνει ένθερμος θιασώτης του κοινωνικού φιλελευθερισμού. Στις προσπάθειες αυτές συνεισφοράς διαλόγου, εμπλουτισμού και τεκμηρίωσης γύρω από το καθοριστικό αυτό ζήτημα προσμετράται και η συγγραφική απόπειρα του νυν Υπουργού Παιδείας, κ. Αρβανιτόπουλου, με συναφές θέμα καθώς και οι δημόσιες παρεμβάσεις του Πρωθυπουργού, προτού ακόμα αναλάβει το αξίωμα του Προέδρου της ΝΔ.

Επί του παρόντος το άρθρο αυτό αποπειράται να διερευνήσει αν όντως ο πολιτικός σχεδιασμός και η διακυβέρνηση της χώρας, εκτός από τις επιταγές της Τρόικας, ερείδεται στις αρχές του κοινωνικού φιλελευθερισμού. Αν πράγματι οι αξίες, τα πρότυπα, τα ιδανικά και τα προτάγματά του επί των βασικών σημείων τους συναποτελούν πυξίδα ηγεσίας, εμπνέουν και σφυρηλατούν σχέσεις εμπιστοσύνης με το εκλογικό σώμα. Τα ερωτήματα, κατά την άποψη του γράφοντος, που οφείλουν να απασχολήσουν τα ηγετικά κλιμάκια σε ιδεολογικό επίπεδο εν όψει συνεδρίου είναι άλλα. Ενδεικτικά: αποτελεί ο κοινωνικός φιλελευθερισμός όθνειο ιδεολόγημα; Ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας ή προβάλλεται ως επιτυχές μοντέλο της προτεσταντικής Δύσης, το οποίο εξαιτίας του μεταπρατικού πνεύματος που μας κατατρύχει κρίνεται λυσιτελές; Υπάρχει διάθεση συστηματικής αναζήτησης ιδεολογικής αρχής, η οποία να κομίζει ετερότητα στο παγκόσμιο γίγνεσθαι για τον τρόπο του «ζην», του «οικονομείν», του «πολιτεύεσθαι»; Πρέπει να προτάξουμε το ατομοκεντρικό ή το κοινοτικό πνεύμα και επί τη βάσει ποιων αρχών συμφύρονται αυτά τα δύο δημιουργικά; Τελικά, η βάση της παράταξης αυτοπροσδιορίζεται ως φιλελεύθερη, συντηρητική, χριστιανοδημοκρατική, εθνικιστική; Τι εξ αυτών ή μήπως τίποτα εξ αυτών; Αυτά είναι τα θεμελιώδη ερωτήματα τα οποία πρέπει να τεθούν επί τάπητος για μια διαυγή, συγκροτημένη και ακτινοβολούσα ιδεολογία. Πριν από όλα όμως, οφείλουμε να εξετάσουμε εάν το ιδεολογικό παράδειγμα του κοινωνικά φιλελεύθερου επιχειρήματος τελεσφόρησε σε σύγκριση με τις προσδοκίες που καλλιέργησε και μάλιστα προβαλλόμενο ως αντίδοτο στην πολύπλευρη παρακμή που βιώνει η ελληνική κοινωνία και ως ανάχωμα στη σήψη του «συστήματος ΠΑΣΟΚ», του αυθεντικού και του απεικάσματός του.

Για να μην χαθούμε σε ατέρμονες αναζητήσεις χωρίς ουσιαστική κατάληξη, οι θεματικοί άξονες στους οποίους θα επικεντρωθεί η κριτική είναι οι εξής: ιδεολογικές προτεραιότητες, πολιτικό πρόταγμα, κοινωνική αναφορά.

Ιδεολογικές προτεραιότητες.

Ως ιδεολογικές προτεραιότητες του κοινωνικού φιλελευθερισμού έχουν χαρακτηριστεί η παιδεία, ο πολιτισμός και η ανταγωνιστικότητα στην οικονομική δραστηριότητα. Τα δύο πρώτα στοιχεία προϋποθέτουν το ένα το άλλο και αποτελούν στοιχεία ενός οργανικού συνόλου, το οποίο συνοψίζεται αδρομερώς στην εθνική ταυτότητα, ως πολιτισμικής ετερότητας στην κοινή ανθρώπινη πορεία. Φυσικά, αποτελεί κοινό τόπο και στον πλέον δύσπιστο ότι η Ελλάδα δεν έχει να κομίσει τη σήμερον καμία εναλλακτική πολιτισμική αντιπρόταση απέναντι στην λαίλαπα της παγκοσμιοποιητικής δυναμικής της Δύσης. Μόνη επιλογή έχει απομείνει η παθητική απομίμηση και ο ταπεινωτικός «πιθηκισμός» της δυτικής κουλτούρας και νοοτροπίας, απόρροια της μειονεξίας μας, ως λαού εξαρτώμενου και αποδεχόμενου την Δύση ως αυταξία. Η ιδιαιτερότητα της ελληνικότητας κινδυνεύει να εξαλειφθεί.

Η ανταγωνιστικότητα στην οικονομία αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο και την αφετηρία της ανασυγκρότησης της παραγωγικής βάσης της χώρας. Οι προσπάθειες της κυβέρνησης είναι φιλότιμες, ωστόσο η «τυφλή» υπακοή στις επιταγές της Τρόικας και η προσκόλληση σε ένα αποδεδειγμένα αποτυχημένο οικονομικό μοντέλο μάλλον δυσχεραίνει την όποια προσπάθεια ανάκαμψης και επανασύστασης της λοβοτομημένης οικονομίας μας. Ελλείψει ενός εθνικού προγράμματος, ενός Ελληνικού Μνημονίου το οποίο θα αποτελέσει την ανταπόδειξη στο θανατηφόρο μείγμα πολιτικής που εφαρμόζει η Τρόικα οι δυσκολίες θα φουντώνουν. Ανταγωνιστικότητα δεν επιτυγχάνεις με υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, υψηλό κόστος παραγωγής, το πνιγηρό σπιράλ γραφειοκρατίας, τον αστάθμητο παράγοντα του φορολογικού νομοσχεδίου και την κοινωνική ειρήνη να απειλείται με έκρηξη εκδηλώσεων βίας. Η περικοπή μισθών μονάχα δεν επαρκεί.

Πολιτικό πρόταγμα

Το πολιτικό πρόταγμα που συνάδει με τη φύση του κοινωνικού φιλελευθερισμού και είναι απολύτως συμβατό και θεμιτό προς τις υπάρχουσες ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας είναι οι μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις «μεγάλες, αλλεπάλληλες και σαρωτικές». Ο σχεδιασμός των επικείμενων μεταρρυθμίσεων από την κυβέρνηση είναι φιλόδοξος, στιβαρός και αρκετά προσεκτικός. Το στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί είναι μεγάλο και το ρίσκο υψηλό, αφού πρέπει να υπερπηδηθούν προσκόμματα, τα οποία είναι ικανά να δημιουργήσουν μεγάλη κοινωνική αναταραχή, να προκαλέσουν προσωρινές οδύνες, με αποτέλεσμα η όλη στρατηγική να εκτροχιαστεί. Το διακύβευμα όμως παραμένει: Πότε θα περάσουμε από τα σχέδια επί χάρτου στις απτές και υλοποιήσιμες πράξεις. Οι σοβαρές μεταρρυθμίσεις έχουν μείνει στις εξαγγελίες προς το παρόν: Ιδιωτικοποιήσεις/Αποκρατικοποιήσεις, αναδιάρθρωση του δημοσίου τομέα, εξορθολογισμός του δικονομικού συστήματος, σπάσιμο της γραφειοκρατίας, χτύπημα του πελατειακού κράτους και των κομματικών στρατών και αρκετά άλλα.

Κοινωνική αναφορά

Οι προηγούμενοι δύο πυλώνες του κοινωνικού φιλελευθερισμού οδηγούν με ευκολία στο συμπέρασμα πως κοινωνική αφετηρία και αναφορά της ΝΔ είναι πασιδήλως η μεσαία τάξη, η οποία ανάγεται από όλους τους διανοητές αυτής της ιδεολογίας ως ο ρυθμιστικός παράγων της όποιας μεταρρυθμιστικής πολιτικής. Είναι το σημείο στο οποίο τέμνεται ο Αριστοτέλης με τον M. Webber και ο J. Locke με τον A. Smith. Η μεσαία τάξη είναι εκείνη η οποία εξοικονομεί πλούτο, παράγει μετρήσιμα και αξιοποιήσιμα έσοδα, διαχέει εισόδημα, κινεί την αγορά, προσφέρει και ανοίγει θέσεις εργασίας, δημιουργεί θετική ψυχολογία στην οικονομία, ενισχύει φορολογικά το κράτος, απορροφά κραδασμούς, είναι ο συνεκτικός κρίκος μεταξύ χαμηλών και υψηλών κοινωνικών στρωμάτων και ευνοεί την κοινωνική κινητικότητα. Και παρ’ όλο που στην εκλογική πίτα καταλαμβάνει το πιο υψηλό μέγεθος, είναι εκείνη που χτυπιέται πιο λυσσαλέα από την κυβερνητική πολιτική. Με την εφαρμογή μέτρων, τα οποία εξανεμίζουν εισοδήματα, περιστέλλουν μισθούς, περικόπτουν συντάξεις και επιπλέον επιβάλλουν μια φορομπηχτική πολιτική ακόμα και στα ακίνητα, τη σταθερή αναφορά της μεσαίας τάξης, τότε η τελευταία οδηγείται σε δυσανεξία και οικονομική δυσπραγία. Το αποτέλεσμα είναι να ριζοσπαστικοποιείται ολοένα και περισσότερο και τελικά να ακολουθεί επικίνδυνες ατραπούς όπως αυτές του ΣΥΡΙΖΑ ή ακόμα χειρότερα της Χρυσής Αυγής. Αντί λοιπόν η ραχοκοκαλιά της κοινωνίας να προστατεύεται και να ανακουφίζεται, βάλλεται πανταχόθεν.

Αντί επιλόγου

Ο κοινωνικός φιλελευθερισμός, ως καταστατική ιδεολογία της ΝΔ, βρίσκεται αρκετά μακριά από το πεδίο εφαρμογής του. Είτε αυτό οφείλεται στην ασυμφωνία εσωτερικών και ψυχολογικών διαθέσεων της βάσης με το κόμμα, όπως πολύ εύστοχα το είχε τοποθετήσει κάποτε σε μια συνέντευξη του ο Οδ. Ελύτης, είτε στην ατολμία να προχωρήσουμε σε ρήξεις και τομές, το σίγουρο είναι ότι στο επικείμενο Συνέδριο το θέμα της Ιδεολογίας οφείλει να τεθεί προς συζήτησιν με όρους που να προσιδιάζουν σε ένα κόμμα ελληνοκεντρικής καταγωγής και υφής με εγγενή ευρωπαϊκότητα.

Γεώργιος Λ. Κωνσταντόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου