Το ερώτημα ‘’ποιός φταίει’’ ταλανίζει όλο καί
περισσότερους Έλληνες, οι οποίοι μέσα στη δίνη των προβλημάτων, των
αντιμαχόμενων απόψεων και του βομβαρδισμού που δέχονται από τις δημοσιογραφικές
και πολιτικές σκοπιμότητες αδυνατούν να διαμορφώσουν μία έγκυρη γνώμη.
Φταίει το πελατειακό κράτος, το μνημόνιο, τα διεθνή
συμφέροντα που εποφθαλμιούν τα πλεονεκτήματα του τόπου, η τουρκοκρατία, ο
απόηχος της δικτατορίας, ορισμένοι πολιτικοί, ο καπιταλισμός, εμείς οι ίδιοι;
Συνήθως, η αλήθεια κρύβεται κάπου στη μέση.
Θεωρητικά όλοι θα πρέπει να ευθύνονται σε κάποιον βαθμό,
ωστόσο αυτό που θα πρέπει να αποκρυσταλλωθεί είναι το ποιός ευθύνεται
περισσότερο και τι συνιστά τη ρίζα του κακού.
Αν δεν εντοπιστεί αυτή η ρίζα, καθίσταται μάταιη η
αναζήτηση λύσεων μιας και αυτή θα προσκρούει αδιαλείπτως στην αδιαλλαξία όλων
εκείνων που αποβλέπουν στην αποποίηση των ευθυνών τους.
Το πρόβλημα της Ελλάδος δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ως κάτι
το ξεχωριστό ή ως κάτι που εντοπίζεται μόνο στη φύση του ελληνικού λαού.
Αυτό το επισημαίνω διότι γενικά επικρατεί η άποψη ότι η
διχόνοια είναι στα γονίδια των Ελλήνων καί ως εκ τούτου είναι ανέφικτο να
υπερνικηθεί.
Αυτά είναι ανυπόστατες θεωρίες που αγγίζουν τα όρια της
αμπελοφιλοσοφίας και ως σκοπό έχουν την απόδοση αφηρημένων χαρακτηριστικών στα
προβλήματά μας, αποστασιοποίηση από την κοινωνική συνευθύνη καί τελικά
την αδυναμία ευρέσεως τελεσφόρων λύσεων σε όλα αυτά που μας βασανίζουν.
Είναι σχεδόν αναντίλεκτο το ότι καί εκείνοι που θεωρούν
ότι κυριαρχούνται από διχονοιακά ορμέμφυτα, θα ήθελαν πολύ να εκτραπούν
από την τροχιά της καταδίκης τους.
Συνεπώς, αν κατανοήσουμε ότι τα προβλήματα της χώρας μας
είναι κοινά και στους υπόλοιπους λαούς και ακολουθήσουμε τις στρατηγικές που
εφήρμοσαν και εκείνοι για να τα επιλύσουν, είναι πιθανό να βρεθούμε
ενώπιον ενός μαγευτικού αποτελέσματος.
Εκτιμώ ότι αφετηρία της νεοελληνικής παθογένειας είναι ο
κομματισμός. Καί με τον όρο αυτό εννοώ την κομματικοποιημένη πολιτική, η οποία
αποβλέπει αποκλειστικώς στην εξυπηρέτηση συμφερόντων συγκεκριμένων μειοψηφιών
προκειμένου να συντηρηθεί ες αίδιον στην εξουσία.
Η πολιτική στην Ελλάδα δεν στοχεύει στην ορθολογική
διαχείριση της κοινωνίας μέσω της οποίας θα εξασφαλιστεί καί η δική της
μακροζωία.
Αντιθέτως, έχει ως μοναδικό στόχο την εκμετάλλευση της
κοινωνίας προς ίδιο όφελος και ως συμμάχους για την επίτευξη του στόχου
αυτού έχει τόσο τον ανέγνωμο όχλο όσο καί τον ίδιο της τον εαυτό.
Φυσικά, ο κομματισμός αυτός είναι ένα όψιμο φαινόμενο που
προέρχεται από την πτώση της δικτατορίας καί υστεροχρόνως, συντηρώντας
μεταπολεμικά και εμφυλιακά κατάλοιπα.
Συγκεκριμένα, μετά την πτώση της δικτατορίας και τις
πολιτικές ζυμώσεις που ακολούθησαν έως ότου εγκαθιδρυθεί η δημοκρατία, η χώρα
ήταν φορέας ιδεολογικών αντικρούσεων, κοινωνικών διελκυστίνδων και
γενικότερα πολωμένος.
Αυτή η πόλωση δεν εξομαλύνθηκε καθόλου διότι πολύ απλά οι
μετέπειτα γενιές ιδιοποιήθηκαν τους αγώνες των προηγουμένων, δεν διδάχθηκαν το
παραμικρό και επανέλαβαν σφάλματα με μεγάλη ευλάβεια.
Θεώρησαν ότι οποιοσδήποτε εκτροχιασμός από τη συνήθεια θα
απέβαινε μοιραίος.
Η περίοδος από το ’80 και μετά αποδείχθηκε καθοριστική
για τη διαμόρφωση των καταστάσεων και ο αντίλαλός της ηχεί ακόμη μέχρι σήμερα
για να μας υπενθυμίζει τα ολέθρια σφάλματα που διαπράχθηκαν.
Η πρωταρχική ευθύνη αποδίδεται στις κυβερνήσεις και η
μετέπειτα αναπαραγωγή της σε όλον το λαό. Ειδικότερα, οι κυβερνήσεις συνήψαν
εξωτερικό δανεισμό προκειμένου να ικανοποιήσουν τις λαίμαργες φιλοδοξίες τους,
μοίρασαν αφειδώς χρήματα στον κόσμο και γενικώς τον κακόμαθαν.
Το χρήμα είναι το καλύτερο αφροδισιακό.
Είναι ιδιαίτερα γλυκό, ιδίως όταν αποκτάται αμοχθί.
Συνεπώς, με δεδομένη τη χαμηλή παιδεία, θα ήταν ζήτημα
χρόνου να προκληθεί γενικός παροξυσμός. Καί όπως έγινε.
Μεγάλο μέρος των Ελλήνων θυσίασε την αξιοπρέπειά του καί
εξύψωσε το πολιτικό σύστημα σαν ζωοδότη του.
Οι ατομικοί στόχοι, η δημιουργικότητα, ο αλτρουισμός, τα
εθνικά ιδανικά, το ήθος και η κοινωνική συνευθύνη αποτέλεσαν τα
εξιλαστήρια θύματα στα οποία θεμελιώθηκε το μεταπολιτευτικό πολιτικό έκτρωμα.
Σαν καρκίνος εισχώρησε σε κάθε κοινωνικό κύτταρο και
μόλυνε ανεπανόρθωτα κάθε ψήγμα ηθικής αντιστάσεως και φιλοτίμου.
Οι άνθρωποι πίστεψαν ότι μέσω του χρήματος μπορούν να
υπερτερούν των νόμων καί των συμπολιτών τους. Έγιναν αλαζόνες, αναίσθητοι,
προκλητικοί, έκνομοι και αυθάδεις. Έχασαν κάθε μέτρο.
Φυσικά, η δύναμη που τους προσέφερε το δανεικό χρήμα
ενισχύθηκε μέσω της ασκήσεως εξουσίας και αυτό πραγματώθηκε μέσω των
αλόγιστων διορισμών στο δημόσιο.
Το υπερμέγεθες δημόσιο της αυθαιρεσίας αποτέλεσε το
επιστέγασμα του κοινωνικού εκμαυλισμού και της εξαχρειώσεως. Βέβαια,
διαδραμάτισε και την ασπίδα προστασίας του ίδιου του σηψαιμικού
κατεστημένου.
Το αλληλοενισχυόμενο αμάλγαμα κράτους και κηφήνων
καλλιέργησε μία καταστροφική νοοτροπία, η οποία απαξίωσε όλους τους θεσμούς,
διέλυσε την επαγγελματική δεοντολογία, αδρανοποίησε τη λογική και
εκθείασε την ανάλγητη εκμετάλλευση του συνανθρώπου ως προτέρημα καί
ένδειξη ευφυίας.
Όλοι οι φυγόπονοι καί οι υστερόβουλοι κηρύχθηκαν
‘’αέθλιοι’’ καί όλοι οι υπόλοιποι βλάκες.
Τη σκυτάλη μετά παρέλαβε αποκλειστικά ο λαός.
Ο λαός, ο οποίος σήμερα αποποιείται κάθε ευθύνης και
μέμφεται το μνημόνιο, τις τράπεζες, το διεθνές σύστημα καί τους
τοκογλύφους ότι τον τάιζαν και τώρα του στερούν ακόμη και το ψωμί, δεν έχει
συνειδητοποιήσει το βάρος της ευθύνης που κουβαλά.
Θα ήταν μείζον σφάλμα να υποτιμήσουμε τη νοημοσύνη του
λαού και να επαναπαυθούμε στην επικρατούσα άποψη του ‘’δεν ήξερε’’ διότι
αν πράξουμε κάτι τέτοιο, πρακτικά τον θεωρούμε ανίκανο να αποφασίσει για το
μέλλον του οπότε και εμμέσως ακυρώνουμε τη λειτουργία της δημοκρατίας.
Ο λαός ήξερε, ξέρει και θα ξέρει.
Τώρα υποφέρει και μαζί του υποφέρουν και όλοι
εκείνοι που δεν ευθύνονται. Φοιτητές που επιθυμούν να σπουδάσουν και
κάποιες συντεχνίες τους στερούν το δικαίωμα.
Επιχειρηματίες που χρεοκοπούν διότι αδυνατούν να
ανταγωνιστούν όλους τους υπόλοιπους που παρανομούν διαρκώς και εξαπατούν τους
καταναλωτές και φοροδιαφεύγουν.
Απλοί πολίτες, μισθοσυντήρητοι και καταπονημένοι, που
πληρώνουν επαχθείς φόρους διότι κάποιοι άλλοι θησαύρισαν εγκληματώντας.
Επιστήμονες που είναι άνεργοι διότι τη θέση τους κατέχουν
‘’κομματόσκυλα’’ που ανελίχθηκαν λόγω της κομματικής ‘’πεολειχίας’’.
Η Ελλάδα πληρώνει την ‘’σιωπηλή’’ συμφωνία των πολιτικών
της με τους ψηφοφόρους τους.
Και το μείζον ερώτημα συνοψίζεται στο ‘’μπορεί να αλλάξει
κάτι’’;
Ακόμη και αν μηδενιστεί το χρέος μας, η χώρα θα
ανακάμψει ή θα επανέλθει σε παρόμοια κατάσταση;
Η απάντηση είναι μάλλον δυσοίωνη.
Η διάβρωση που έχει επέλθει είναι τόσο αβυσσαλέα και
πολυεπίπεδη καί δεν μπορεί να αντιστραφεί μέσω της εξαλείψεως του χρέους.
Δεν είναι εκπεφρασμένη σε όρους ευρώ, αλλά σε όρους
νοοτροπίας.
Για να αρχίσει να αχνοφαίνεται κάποια ελπίδα, αφενός το
κράτος θα πρέπει να αλλάξει μορφή, δηλαδή να υπηρετεί αποκλειστικά την κοινωνία
και να είναι αμείλικτο απέναντι σε κάθε παραβάτη του και αφετέρου να
διοικείται από άμεμπτους τεχνοκράτες που θα διεκπεραιώνουν τα καθήκοντά τους
ανεμπόδιστα και αγνοώντας οποιοδήποτε πολιτικό κόστος.
Και ο λαός; Αυτός τι θα κάνει;
Παιδεία καί αυτοκριτική.
Δεν μπορεί να κάνει κάτι άλλο.
Μάριος Μπρούσκος Στυλιανόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου