Τόσα ψυχολογικά πειράματα έχετε διαβάσει στον
Γελωτοποιό.
Τώρα μπορείτε να πάρετε κι εσείς μέρος, ως
υποκείμενα, σε ένα πείραμα κοινωνικού αποκλεισμού.
Μη φοβάστε, δεν θα έχει ηλεκτροσόκ ούτε κρυφές
παραμέτρους.
Πρέπει μόνο να απαντήσετε σε μια ερώτηση.
Αν θέλετε μπορείτε να ρωτήσετε και τους γονείς
σας ή τους φίλους σας.
Έστω ότι πρέπει να φιλοξενήσετε στο σπίτι σας
έναν από τους παρακάτω αγνώστους:
α) Έναν τσιγγάνο
β) Έναν ομοφυλόφιλο
γ) Έναν ηρωινομανή.
Ποιον θα προτιμούσατε; Κατά σειρά
προτεραιότητας.
(Η επιλογή μου δεν είναι τυχαία. Και οι τρεις
είναι αποκλεισμένοι, κατά το μάλλον ή ήττον, αν και για διαφορετικούς λόγους.)
Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι στην πρώτη θέση θα
συναντήσουμε τον ομοφυλόφιλο. Για τη δεύτερη δεν είμαι σίγουρος.
Όμως για να μπορέσω να στηρίξω το κείμενο που
ακολουθεί (δεν είναι επιστημονική μέθοδος, το ξέρω) θα υποθέσω ότι τελευταίος
στη σειρά προτίμησης θα είναι ο ηρωινομανής.
Οι ηρωινομανείς είναι τα πλέον περιθωριοποιημένα
άτομα στην κοινωνία μας.
Το ερώτημα είναι:
Ο ίδιος ο
εθισμός, η φύση της συγκεκριμένης ουσίας, τους σπρώχνει στο περιθώριο ή μήπως η
a
priori περιθωριοποίηση τους οδηγάει στον
εθισμό;
Και το δεύτερο ερώτημα:
Αν η
τοξικομανία είναι «προϊόν» του κοινωνικού αποκλεισμού, γιατί δεν γίνονται
ηρωινομανείς όλοι οι μη-προνομιούχοι;
Στο πρώτο ερώτημα, τη σχέση περιθωριοποίησης και
εθισμού έδωσε μια –αμφιλεγόμενη- απάντηση ο Μπρους Αλεξάντερ.
Ο δρ. Μπρους Αλεξάντερ, ψυχολόγος-ερευνητής στο
Βανκούβερ, παρείχε ψυχολογική υποστήριξη σε ηρωινομανείς από τις αρχές της
δεκαετίας του ’70.
Εκεί παρατήρησε το εξής: Οι βετεράνοι του
πολέμου του Βιετνάμ, που είχαν εθιστεί στην ηρωίνη κατά τη διάρκεια της θητείας
τους, μόλις γυρνούσαν στη χώρα τους από το πεδίο της μάχης σταματούσαν τη χρήση
χωρίς να χρειάζονται ιδιαίτερη υποστήριξη, «απλά και ήσυχα», και δεν έκαναν
ξανά καταναγκαστική χρήση ναρκωτικών, σε ποσοστό 99%.
Ο Αλεξάντερ άρχισε τότε να αντιλαμβάνεται ότι ο εθισμός δεν είχε να κάνει με τη φύση της
εθιστικής ουσίας, αλλά με τις συνθήκες της ζωής, καθώς και με την καθημερινή
πίεση στην οποία υποβάλλονταν οι χρήστες.
Λίγα χρόνια αργότερα συμμετείχε ως βοηθός σε
πειράματα σχετικά με τη φύση του εθισμού πάνω σε αρουραίους.
Τα άτυχα τρωκτικά, συνωστισμένα μέσα σε βρώμικα
κλουβιά, ρουφούσαν μορφίνη με νερό, αδιαφορώντας για την τροφή, μέχρι που να
πεθάνουν από υποσιτισμό.
Βλέποντας ‘τα έκανε μια απλή σκέψη:
«Κι εγώ το
ίδιο θα έκανα αν με είχαν κλεισμένο εκεί μέσα.»
Τότε του ήρθε η ιδέα για το «Πάρκο των αρουραίων». Και με την πρώτη ευκαιρία ξεκίνησε να το
κατασκευάζει.
Σε ένα χώρο 19 τμ, ο οποίος θερμαινόταν
κατάλληλα και φωτιζόταν άπλετα, ο Αλεξάντερ με τους συνεργάτες τους τοποθέτησε
16 μόλις αρουραίους, 8 θηλυκούς και άλλους τόσους αρσενικούς.
Μέσα στο «πάρκο» σκόρπισε μπάλες, τροχούς,
κονσερβοκούτια και άλλα «παιχνίδια», φέτες τυριού και ζαχαρωτά, έφτιαξε
ευρύχωρες φωλιές για τα θηλυκά, χώρους για ζευγάρωμα και χώρους για να
εκτονώνονται τα αρσενικά (δεν ξέρω αν ήταν γήπεδα ποδοσφαίρου ή μπάσκετ).
Έπειτα ζωγράφισε τους τοίχους του «πολυτελούς
ξενοδοχείου» με φωτεινά χρώματα. Έφτιαξε δέντρα και λουλούδια, αγρούς και
λιβάδια –ίσως και το φεγγάρι να ανατέλλει ολόγιομο κάθε βράδυ.
Γνωρίζοντας ότι οι αρουραίοι αντιπαθούν την
πικρή γεύση και θέλοντας οπωσδήποτε να τους εθίσει, τοποθέτησε στο πάρκο
«ποτίστρες» με ζαχαρόνερο και μορφίνη, δίπλα σε «ποτίστρες» με σκέτο νερό.
Παρόμοιες «ποτίστρες» τοποθέτησε και σε ένα μικρό, βρώμικο κλουβί –σε συνθήκες που
οι συνάδελφοι τους αποκαλούσαν εργαστηριακές- που μετά βίας χωρούσε τους άλλους
16 –άτυχους- αρουραίους που έριξαν εκεί μέσα.
Πολύ γρήγορα διαπίστωσαν ότι οι αρουραίοι του
«πάρκου», αποφεύγανε το ζαχαρόνερο με τη μορφίνη και έπιναν το απλό νερό, ενώ
οι μη-προνομιούχοι έπιναν μόνο το εμπλουτισμένο νερό.
Για να είναι σίγουροι για τα αποτελέσματα του
πειράματος, μερικές μέρες μετά, και ενώ οι «φυλακισμένοι» είχαν εθιστεί πλήρως
στη μορφίνη, τους αλλάξανε τη ζωή.
Βάλανε τους μακάριους του πάρκου στο κλουβί και
τους εξαθλιωμένους του κλουβιού στο πάρκο. Και έγινε αυτό ακριβώς που
περίμεναν:
Οι εξαθλιωμένοι γρήγορα ξεπέρασαν τον
εθισμό τους και ξεκίνησαν να ζουν μια υπέροχη ζωή, γεμάτη χρώματα, παιχνίδι,
οικογενειακή ζεστασιά και γαλοπούλα «thanks
giving»,
ενώ οι τέως μακάριοι έγιναν junky-rats που ξεροστάλιαζαν πάνω από τις ποτίστρες
της μορφίνης.
Τα αποτελέσματα του πειράματος του Αλεξάντερ
ήταν ξεκάθαρα, αλλά ερχόντουσαν σε αντίθεση με ό,τι πρέσβευαν οι υπόλοιποι
επιστήμονες, καθώς και ολόκληρη η κοινωνία: Πως οι τοξικομανείς είναι
προβληματικά άτομα που έχουν εγγενή τάση στον εθισμό -εξαιτίας κάποιου
ελαττωματικού γονιδίου συνήθως.
Και δεν είναι καθόλου παράδοξο που κανένα
επιστημονικό περιοδικό «μεγάλης εμβέλειας» δε δέχτηκε να δημοσιεύσει τη μελέτη
του.
Ούτε είναι παράξενο που λίγο καιρό αργότερα το
πανεπιστήμιο Σάιμον Φρέιζερ έκλεισε το εργαστήριο, επειδή «το σύστημα
εξαερισμού ήταν ανεπαρκές».
(Και δεν ήταν καθόλου ανεπαρκές όταν άνοιξε μετά
από μερικούς μήνες για να στεγάσει τη συμβουλευτική υπηρεσία για τους
φοιτητές!)
Η μόνη αντίρρηση που ο Αλεξάντερ δεν
μπόρεσε να αντικρούσει ήταν ότι οι αρουραίοι του πάρκου ζούσαν στον
«Παράδεισο», σε μια Ουτοπία. Γιατί ακόμα και τα τρωκτικά που ζουν ελεύθερα
στους αγρούς έχουν να αντιμετωπίσουν τους φυσικούς εχθρούς τους, να ψάξουν για
τροφή, να «πολεμήσουν» για να ζευγαρώσουν και για να υπερασπιστούν την περιοχή
τους.
(Σίγουρα
θα ήταν ενδιαφέρον αν ο Αλεξάντερ έκανε το πείραμα στη φύση, με ελεύθερους
ποντικούς.)
Τηρώντας τις αναλογίες τρωκτικού-ανθρώπου
κανένας δε ζει στον Παράδεισο.
Οι περισσότεροι άνθρωποι –πέρα από κάποιους
που «φωτίστηκαν»- εξαρτώνται από κάποια ουσία ή πράξη, χωρίς την οποία νιώθουν
ανίκανοι να ζήσουν -ή απολαμβάνουν λιγότερο τη ζωή:
Τσιγάρο, αλκοόλ, καφές, ψυχοφάρμακα,
ζάχαρη, σοκολάτα, φαΐ, τηλεόραση, ίντερνετ, κατανάλωση (shopping),
sex (όταν γίνεται εμμονή), ένταξη σε ομάδες και
άλλα.
Ίσως κάποιος να επισήμανε τη διαφορά ανάμεσα σε
έναν ηρωινομανή και σε κάποιον εθισμένο σε μια διαφορετική ουσία (ή πράξη)
χρησιμοποιώντας τη φράση του Σιδηρόπουλου: «Πρέζες
υπάρχουν πολλές. Όμως η ηρωίνη σκοτώνει».
Όμως το κάπνισμα και το αλκοόλ (καθώς και τα
φυτοφάρμακα) σκοτώνουν πολύ περισσότερους, άμεσα ή έμμεσα.
Κάποιος άλλος ίσως να χρησιμοποιούσε ως επιχείρημα
την νομιμότητα της μιας ουσίας (έστω του καπνού) σε αντίθεση με την παράνομη
ηρωίνη.
Όμως αυτό είναι ένα
αυτοτροφοδοτούμενο-αυτοαναιρούμενο επιχείρημα.
Γιατί είναι παράνομη μια ουσία που δεν σκοτώνει
(όπως για παράδειγμα η ινδική κάνναβη) ενώ το αλκοόλ είναι νόμιμο; Με ποια
κριτήρια κρίνεται ως νόμιμη ή παράνομη η χρήση κάποιας ουσίας;
Απ’ ό,τι φαίνεται όχι με βάση την τοξικότητα
της.
Γιατί τότε ο ηρωινομανής περιθωριοποιείται;
Ο δικηγόρος του διαβόλου λέει: «Ο ηρωινομανής είναι αντικοινωνικός. Δεν
μπορεί να παράγει, δεν μπορεί να δημιουργήσει, δεν μπορεί να ζήσει.»
Και όμως!
Υπάρχουν άνθρωποι που εξαιτίας κάποιας ασθένειας είναι χρόνιοι χρήστες
μορφίνης και δεν είναι περιθωριοποιημένοι.
Ο δικηγόρος του διαβόλου λέει: «Αυτοί (οι
ασθενείς) είναι αναγκασμένοι να την παίρνουν. Οι άλλοι το επιλέγουν.»
Όμως και πολλοί διάσημοι την επιλέγουν, αλλά δεν
περιθωριοποιούνται, ειδικά αν είναι καλλιτέχνες, στους οποίους επιτρέπονται
κάποιες «παρεκτροπές».
Ένας ηρωινομανής είναι «βάρος στην
κοινωνία» αν δεν είναι αρκετά πλούσιος για να μπορεί να αγοράσει τη δόση του.
Τέλος συζήτησης με το δικήγορο του διαβόλου.
Το παράδειγμα των βετεράνων του Βιετνάμ και το
πείραμα του Αλεξάντερ, δείχνουν ότι η κοινωνική πίεση, οι συνθήκες της ζωής, ο
κοινωνικός αποκλεισμός, ίσως και ο συνωστισμός στα αστικά κέντρα, ευνοούν την
ανάπτυξη του εθισμού (και τον πλουτισμό των εμπόρων).
Την ίδια στιγμή ο εθισμένος περιθωριοποιείται
περισσότερο.
Πρόκειται για ένα φαινόμενο θετικής ανάδρασης.
Η περιθωριοποίηση ευνοεί την τοξικομανία και
εκείνη με τη σειρά της οδηγεί σε μεγαλύτερη περιθωριοποίηση του χρήστη.
Δείτε “το σαν ένα παγάκι σε ένα ποτήρι
νερό.
Η θερμοκρασία του νερού λιώνει το παγάκι, οπότε
αυτό βουλιάζει.
Όσο περισσότερο βουλιάζει, τόσο επιταχύνεται το
λιώσιμο, τόσο πιο βαθιά βουλιάζει κοκ.
Αυτή είναι η θετική ανάδραση, αυτό παθαίνει και
ο ηρωινομανής: Λιώνει σε μια θάλασσα αποκλεισμού.
Το δεύτερο ερώτημα είναι γιατί κάποιοι
άνθρωποι παίρνουν ηρωίνη, ενώ κάποιοι άλλοι, οι οποίοι βιώνουν παρόμοια
περιθωριοποίηση, την αποφεύγουν.
Αυτή η ερώτηση είναι αδύνατον να απαντηθεί
γενικά, αν δεν εστιάσουμε στον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά.
Οι άνθρωποι δεν είναι
αρουραίοι.
Ο εγκέφαλος τους είναι πολύ πιο πολύπλοκος, όπως και η ανθρώπινη κοινωνία σε
σχέση με εκείνη των αρουραίων.
Το να αναρωτιόμαστε γιατί κάποιοι παίρνουν
ηρωίνη και κάποιοι άλλοι όχι, είναι σαν να αναρωτιόμαστε γιατί κάποιοι
αυτοκτονούν, γιατί κάποιοι γίνονται δολοφόνοι, γιατί κάποιοι παθαίνουν
κατάθλιψη και γιατί κάποιοι επαναστατούν (ενάντια σε όλα αυτά που τους ωθούν
στην αυτοκτονία, στην κατάθλιψη, στη δολοφονία, στην ηρωίνη).
Δεν μπορείς να εξάγεις ένα ασφαλές συμπέρασμα
από τις γενικεύσεις.
Κάθε άνθρωπος γεννιέται απόλυτα μοναδικός,
παρότι παρόμοιος με όλους τους άλλους.
Οι καταστάσεις που βιώνει είναι επίσης
μοναδικές, παρότι παρόμοιες με αυτές που βιώνουν και άλλοι.
Ουσιαστικά
έχουμε ένα χαοτικό σύστημα (τον εγκέφαλο) που αλληλεπιδρά με ένα εξίσου χαοτικό
υπερσύστημα (τον κόσμο).
Τι δημιουργείται αν πολλαπλασιάσεις το χάος με
το χάος; Ο άνθρωπος!
Ο κάθε άνθρωπος ως μοναδική και ανεπανάληπτη
περίπτωση.
Συμπερασματικά:
Είναι
αδύνατον να προβλέψουμε ποιος άνθρωπος θα πέσει στη θάλασσα της ηρωίνης.
(Ναι, αυτό μπορεί να συμβεί και στο δικό σου
παιδί, και τότε θέλω να δω αν θα τον φιλοξενήσεις στο σπίτι σου).
Το βέβαιο
είναι ότι όσο αυξάνεται ο συνωστισμός/εξόντωση στα βρώμικα κελιά τόσο θα
αυξάνονται και οι χρήστες ηρωίνης (ή άλλων, πιο φτηνών χημικών).
Η ποινικοποίηση της χρήσης ευνοεί την περαιτέρω
περιθωριοποίηση των χρηστών, ενώ η κατάρρευση του συστήματος υγείας, πρόληψης
και αποκατάστασης, τους αφήνει έρμαια στα νύχια των όρνεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου