Πριν από ακριβώς έναν μήνα ήλθε στην δημοσιότητα
η «υπόθεση Μπαλτάκου». Μία θλιβερή εκδοχή της εικόνας και της πραγματικής
κατάστασης στην οποία βρίσκεται το πολιτικό σύστημα της χώρας (και ειδικότερα η
κυβέρνηση, ως μέρος αυτού).
Ταυτόχρονα, μία απογοητευτική απόδειξη της
αδυναμίας του συστήματος αυτού να συμβαδίσει με την ευρωπαϊκή εξέλιξη, όπως
άλλωστε αποδεικνύει και το γεγονός ότι σχεδόν όλοι προτιμούν να μιλούν για
τέτοιες «υποθέσεις» παρά για άλλες, όπως π.χ., τι θα γίνει στην Ευρώπη, πως θα
λυθούν τα δομικά προβλήματα της χώρας, και διάφορα άλλα τέτοια.
Με αφορμή την ανάμνηση αυτή, μερικές
παρατηρήσεις:
Οταν αποκαλύφθηκε η υπόθεση, ο αρχηγός της
αξιωματικής αντιπολίτευσης ζήτησε την διεξαγωγή προ ημερησίας διατάξεως
συζήτησης στην Βουλή σε επίπεδο αρχηγών κομμάτων.
Διακήρυττε μάλιστα, ότι ήταν διατεθειμένος και αποφασισμένος να ματαιώσει κάθε άλλη (διεθνή) υποχρέωσή του, προκειμένου να παραστεί στην συζήτηση αυτή, όποτε κι αν οριζόταν.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, ο ίδιος αρχηγός της αιωματικής αντιπολίτευσης, με την ιδιότητα του υποψηφίου της Ευρωπαϊκής Αριστεράς για την προεδρία της Κομισιόν αρνήθηκε να συμμετάσχει σε ένα ντιμπέιτ που έγινε στο Μάαστριχτ, με συνομιλητές τους συνυποψηφίους του των άλλων ευρωπαϊκών κομμάτων για την ίδια θέση.
Δικαιολόγησε την άρνησή του αυτή, προφασιζόμενος την ανειλημμένη υποχρέωση της παρουσίας του την ίδια εκείνη ημέρα στην Τσεχία. Σε μία εκδήλωση του Κομμουνιστικού Κόμματος Βοημίας και Μοραβίας.
Είναι προφανές ότι για τον κ. Τσίπρα, οι ανειλημμένες υποχρεώσεις σταθμίζονται διαφορετικά κατά περίπτωση. Και η συζήτηση για τον Μπαλτάκο και τον Κασιδιάρη είναι σοβαρότερη από την συζήτηση για την Ευρώπη, την οποία ο ίδιος λέει ότι θέλει να αλλάξει...
Το να επιχειρήσει κάποιος να κάνει μία δίκη προθέσεων ή μία απαρίθμηση ανεπαρκειών, ίσως να μην έχει νόημα.
Εχει όμως σημασία ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται ο κ. Τσίπρας.
Οταν ερωτάται γιατί απέφυγε το ντιμπέιτ αυτό, απαντά ότι και οι συνυποψήφιοί του αποφεύγουν ένα ντιμπέιτ που ο ίδιος θέλει να γίνει στην Αθήνα.
Οταν ερωτάται τι θα γίνει αν η δική του διαπραγμάτευση με την Ευρώπη δεν φέρει τα αποτελέσματα που ο ίδιος επιθυμεί, απαντά ότι ο Παπανδρέου, ο Παπαδήμος και ο Σαμαράς, ούτως ή άλλως δεν έχουν διαπραγματευτεί τίποτε.
Οταν ερωτάται ποιο είναι το εναλλακτικό του σχέδιο, απαντά ότι ο Σαμαράς δεν έχει αποκαλύψει το δικό του.
Με τον τρόπο αυτό, ο κ. Τσίπρας συμβάλλει καθοριστικά στην γενικευμένη προσπάθεια αποπροσανατολισμού της συζήτησης στην χώρα.
Οσο πλησιάζουν οι εκλογές, είναι προφανές ότι δίνει ολοένα και λιγότερες απαντήσεις και ότι βασίζεται στην ελπίδα, πως ο κόσμος θα τον ψηφίσει απλώς και μόνο για να φύγουν οι «άλλοι».
Υπάρχουν κάποιες πιθανότητες αυτό να συμβεί.
Το θέμα όμως είναι ότι η συζήτηση στην Ευρώπη κινείται με εντελώς διαφορετικές ταχύτητες και θεματολογία - και θα είναι λάθος να νομίζει κάποιος, ότι οι λοιποί Ευρωπαίοι δεν έχουν ανησυχίες για το «πού πάει η Ευρώπη»...
Αυτό που δυστυχώς διαφαίνεται, είναι ότι ο επίδοξος νικητής των εκλογών νιώθει πολύ ασφαλέστερος μπροστά σε ένα ακροατήριο, το οποίο είναι πρόθυμο να αποδεχθεί απλοϊκά ψευτοδιλήμματα του Τύπου «Με την Μέρκελ ή με την αριστερά» ή και να πιστέψει ότι «στις 25 (Μαΐου) ψηφίζουμε και στις 26 φεύγουν» - ατάκες και κώδικες που σε ένα ευρωπαϊκό ντιμπέιτ θα ήταν πολύ δύσκολο να περιβληθούν με μανδύα σοβαρότητας.
Ισως τελικά ορθώς έπραξε ο κ. Τσίπρας και δεν πήγε σε αυτό το ντιμπέιτ.
Διακήρυττε μάλιστα, ότι ήταν διατεθειμένος και αποφασισμένος να ματαιώσει κάθε άλλη (διεθνή) υποχρέωσή του, προκειμένου να παραστεί στην συζήτηση αυτή, όποτε κι αν οριζόταν.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, ο ίδιος αρχηγός της αιωματικής αντιπολίτευσης, με την ιδιότητα του υποψηφίου της Ευρωπαϊκής Αριστεράς για την προεδρία της Κομισιόν αρνήθηκε να συμμετάσχει σε ένα ντιμπέιτ που έγινε στο Μάαστριχτ, με συνομιλητές τους συνυποψηφίους του των άλλων ευρωπαϊκών κομμάτων για την ίδια θέση.
Δικαιολόγησε την άρνησή του αυτή, προφασιζόμενος την ανειλημμένη υποχρέωση της παρουσίας του την ίδια εκείνη ημέρα στην Τσεχία. Σε μία εκδήλωση του Κομμουνιστικού Κόμματος Βοημίας και Μοραβίας.
Είναι προφανές ότι για τον κ. Τσίπρα, οι ανειλημμένες υποχρεώσεις σταθμίζονται διαφορετικά κατά περίπτωση. Και η συζήτηση για τον Μπαλτάκο και τον Κασιδιάρη είναι σοβαρότερη από την συζήτηση για την Ευρώπη, την οποία ο ίδιος λέει ότι θέλει να αλλάξει...
Το να επιχειρήσει κάποιος να κάνει μία δίκη προθέσεων ή μία απαρίθμηση ανεπαρκειών, ίσως να μην έχει νόημα.
Εχει όμως σημασία ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται ο κ. Τσίπρας.
Οταν ερωτάται γιατί απέφυγε το ντιμπέιτ αυτό, απαντά ότι και οι συνυποψήφιοί του αποφεύγουν ένα ντιμπέιτ που ο ίδιος θέλει να γίνει στην Αθήνα.
Οταν ερωτάται τι θα γίνει αν η δική του διαπραγμάτευση με την Ευρώπη δεν φέρει τα αποτελέσματα που ο ίδιος επιθυμεί, απαντά ότι ο Παπανδρέου, ο Παπαδήμος και ο Σαμαράς, ούτως ή άλλως δεν έχουν διαπραγματευτεί τίποτε.
Οταν ερωτάται ποιο είναι το εναλλακτικό του σχέδιο, απαντά ότι ο Σαμαράς δεν έχει αποκαλύψει το δικό του.
Με τον τρόπο αυτό, ο κ. Τσίπρας συμβάλλει καθοριστικά στην γενικευμένη προσπάθεια αποπροσανατολισμού της συζήτησης στην χώρα.
Οσο πλησιάζουν οι εκλογές, είναι προφανές ότι δίνει ολοένα και λιγότερες απαντήσεις και ότι βασίζεται στην ελπίδα, πως ο κόσμος θα τον ψηφίσει απλώς και μόνο για να φύγουν οι «άλλοι».
Υπάρχουν κάποιες πιθανότητες αυτό να συμβεί.
Το θέμα όμως είναι ότι η συζήτηση στην Ευρώπη κινείται με εντελώς διαφορετικές ταχύτητες και θεματολογία - και θα είναι λάθος να νομίζει κάποιος, ότι οι λοιποί Ευρωπαίοι δεν έχουν ανησυχίες για το «πού πάει η Ευρώπη»...
Αυτό που δυστυχώς διαφαίνεται, είναι ότι ο επίδοξος νικητής των εκλογών νιώθει πολύ ασφαλέστερος μπροστά σε ένα ακροατήριο, το οποίο είναι πρόθυμο να αποδεχθεί απλοϊκά ψευτοδιλήμματα του Τύπου «Με την Μέρκελ ή με την αριστερά» ή και να πιστέψει ότι «στις 25 (Μαΐου) ψηφίζουμε και στις 26 φεύγουν» - ατάκες και κώδικες που σε ένα ευρωπαϊκό ντιμπέιτ θα ήταν πολύ δύσκολο να περιβληθούν με μανδύα σοβαρότητας.
Ισως τελικά ορθώς έπραξε ο κ. Τσίπρας και δεν πήγε σε αυτό το ντιμπέιτ.
Κ. Αντωνίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου