Πριν λίγο καιρό
βρέθηκα στην Στοκχόλμη
και περνώντας ένα βράδυ έξω από τη σχολή Καλών Τεχνών στο κέντρο της πόλης
διαπίστωσα ότι στα σκαλιά της εισόδου της σχολής, λειτουργούσε ένα πολύ
δημοφιλές μπαρ.
Οι αρχές του ιδρύματος, προφανώς, σκέφτηκαν να
αξιοποιήσουν τα έσοδα από τη νυχτερινή λειτουργία του χώρου, χρηματοδοτώντας
δράσεις για το καλό της σχολής και των φοιτητών.
Η σκέψη, που πέρασε αμέσως από το μυαλό μου,
ήταν τι θα γινόταν αν στην Ελλάδα επιχειρούσε κάποια σχολή να αξιοποιήσει τον
χώρο της με ανάλογο τρόπο.
Μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι θα υπήρχαν
τεράστιες αντιδράσεις, θα γινόταν λόγος για ιεροσυλία, για εμπορευματοποίηση,
για υποταγή του ναού της γνώσης στα ιδιωτικά συμφέροντα.
Δεν είναι απίθανο οι
κινητοποιήσεις
ενάντια στο ξεπούλημα του χώρου της σχολής να έπαιρναν τη μορφή κατάληψης, στη
διάρκεια της οποίας θα υπήρχαν, βανδαλισμοί καταστροφές και λεηλασίες της
περιουσίας του Πανεπιστημίου. Ούτως η άλλως το δικαίωμα στην καταστροφή της
δημόσιας περιουσίας είναι ένα από τα «κεκτημένα» του φοιτητικού κινήματος, όπως
και η διάθεση του χώρου των ιδρυμάτων για την κατασκευή και αποθήκευση
εκρηκτικών μηχανισμών.
Εκεί κατασκευάζονται πολλές από τις βόμβες μολότοφ
που επεκτείνουν την εμβέλεια της καταστροφικής μανίας από τον πανεπιστημιακό
χώρο στην πόλη. Ανθρώπινες ζωές, δημόσια υποδομή, επιχειρήσεις και θέσεις
εργασίας είναι τα θύματα της μανίας αυτής.
Είναι ενδεικτικό για
την υποκρισία που κυριαρχεί στον πολιτικό λόγο ότι όσο περισσότερο φωνάζει
κάποιος για την υπεράσπιση του δημόσιου Πανεπιστημίου, τόσο αδιαφορεί για την
πραγματική προστασία του.
Το Πανεπιστημιακό Άσυλο έγινε ένα είδος φετίχ
για εκείνους που δεν ήθελαν να διακρίνουν τις σημερινές πραγματικές απειλές από
τα συνεχή περιστατικά βίας και επέμεναν να αντιμετωπίζουν τα πράγματα σαν να
βρισκόμαστε στην εποχή της χούντας.
Αν αυτός ο
αναχρονισμός είναι ένα σύμπτωμα της παθογένειας, η κολακεία των καταστροφέων
είναι ένα άλλο.
Πέρυσι ολοκληρώθηκαν οι εργασίες αποκατάστασης
του κεντρικού κτιρίου του Πολυτεχνείου και το έργο απέσπασε το βραβείο του
ευρωπαϊκού οργανισμού Europa Nostra.
Λίγο μετά την ολοκλήρωση της αποκατάστασης, που
στοίχισε 18 εκατ. ευρώ, ο οργανισμός αυτός έκανε το συνέδριό του στην Αθήνα,
αλλά η πρόσοψη του κτηρίου είχε γεμίσει συνθήματα.
«Οι Ευρωπαίοι θα δουν την Ελλάδα του
Μνημονίου»,
δήλωσε στην εφημερίδα Καθημερινή η καθηγήτρια Ελένη Μαΐστρου, πρόεδρος της
Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών και συμπλήρωσε ότι «η νεολαία βρίσκεται υπό πίεση
και ξεσπάει ανεξέλεγκτα σε κτίρια και στον δημόσιο χώρο».
Έτσι μάθαμε ότι το μνημόνιο, εκτός των άλλων,
έχει τη δύναμη να αναγκάζει τους φοιτητές, παρά τη φτώχεια, να αγοράζουν σπρέι
και να καταστρέφουν τη δημόσια περιουσία.
Το ότι ένας μεγάλος
αριθμός νέων ανθρώπων βρίσκει πεδίο έκφρασης στην καταστροφή είναι ένα ακόμη
ανησυχητικό φαινόμενο της ελληνικής κοινωνίας, που δεν έχει όμοιό του στον
σύγχρονο κόσμο.
Οι φοιτητές βρέθηκαν στα πανεπιστήμια αφού είχαν
υποστεί όλες τις στρεβλώσεις του εκπαιδευτικού συστήματος.
Τα φροντιστήρια είχαν απαξιώσει το σχολείο και η
απομνημόνευση είχε αντικαταστήσει τη χαρά της γνώσης.
Παράλληλα τα παιδιά αποτέλεσαν φορέα μιας
προσωπικής και οικονομικής επένδυσης των γονέων τους.
Η εισαγωγή στο πανεπιστήμιο απαιτεί θυσίες αναγκών
και επιθυμιών στο βωμό ενός αβέβαιου μέλλοντος.
Μέχρι τη χρεοκοπία το
πελατειακό σύστημα έσπερνε ιδρύματα ανά την επικράτεια και υποσχόταν διορισμούς
στο δημόσιο.
Ακόμη και τότε, η ανασφάλεια ήταν εμφανής.
Πόσο μάλλον τώρα, που το τέλος των δανεικών
σήμανε το τέλος της ευημερίας. Θα ήταν, όμως, λάθος να αποδώσουμε τη βία στην
ανασφάλεια για το μέλλον. Υπάρχουν χώρες στη γειτονιά μας όπου η φτώχεια και η
έλλειψη ευκαιριών είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη.
Εκεί οι νέοι μπορεί να διαμαρτύρονται, αλλά δεν
καταστρέφουν.
Πολλά παραδείγματα
δείχνουν
ότι τα οικονομικά προβλήματα και η φτώχεια δεν οδηγούν αυτομάτως στη βία.
Δεν έχουμε νεοναζί στις πάμφτωχες βαλκανικές
χώρες ούτε τρομοκράτες στις φαβέλες της Λατινικής Αμερικής.
Για να προκύψουν τέτοιου είδους φαινόμενα
απαιτείται η συνέργιεα της ιδεολογίας.
Έτσι, οι έλληνες που επιλέγουν σαν μορφή
προσωπικής αυτοπραγμάτωσης τη βία εμπνέονται από ιδεολογίες που ιστορικά
επαγγέλλονται την εξόντωση του αντιπάλου.
Η οικονομική κρίση,
μπορεί να έδωσε
ένα επιπλέον άλλοθι για να συνεχιστεί η βία και οι καταστροφές, αλλά ταυτόχρονα
δημιούργησε και μια ισχυρή κοινωνική αντίδραση σε τέτοια φαινόμενα.
Πολλοί φοιτητές διαπιστώνουν ότι τέτοια
πανεπιστήμια δεν μπορούν να τους δώσουν αυτά που χρειάζονται σε έναν απαιτητικό
κόσμο. Καταλαβαίνουν ότι το μέλλον εξαρτάται από τη γνώση.
Μόνον όταν η γνώση μετατραπεί σε καινοτομία
μπορούν να δημιουργηθούν ελκυστικές θέσεις εργασίας.
Πολλοί, καλομαθημένοι
από την προστασία του κράτους ή της οικογένειας, πιστεύουν ότι η ευημερία χορηγείται.
Στην ουσία δεν ζητούν έναν άλλο κόσμο, άλλα
θέλουν να απολαμβάνουν δωρεάν τα αγαθά της σύγχρονης ζωής.
Όμως, η ελληνική κρίση απέδειξε, όταν στέρεψαν
τα δανεικά, ότι η κατανάλωση χωρίς μια παραγωγική και ανταγωνιστική οικονομία,
οδηγεί σε αδιέξοδο.
Έτσι ο οικονομικός και θεσμικός
αναπροσανατολισμός της χώρας έγινε απαραίτητος.
Τα πανεπιστήμια θα έπρεπε να είναι πρωταγωνιστές
σε αυτή την αλλαγή.
Προς το παρόν, καθρεφτίζουν με ακρίβεια τη θέση
της Ελλάδας στο μεταίχμιο ανάμεσα στην αυτοκαταστροφή και τη δημιουργία.
Σπύρος Βλέτσας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου