Όλο το ύφος, το βαρύ κι ασήκωτο, του υπουργού
Καμμένου συμπυκνώνεται στο βλέμμα του. Το αφ’ υψηλού. Που υπερίπταται, τήδε
κακείσε, σαν να κόβει βόλτες στο γαλάζιο ουρανό καβάλα σε υπερηχητικό της
πολεμικής αεροπορίας.
Κι ενώ η φωνή του σέρνεται απειλητική πάνω στα
ένρινα σύμφωνα της γλώσσας του, ο τσαμπουκάς του κορυφώνεται τσουτσουρδωμένος
στην κυματιστή κατάληξη της λέξης.
Με λυγμική οξύτητα. Τον άκουγα και γέλαγα
Παρασκευή πρωί να επιχειρηματολογεί στην Ολομέλεια πως «το δικό τους μνημόνιο
είναι το καλύτερο».
Αν δεν ήταν υπουργός, θα μπορούσε να είναι
πρωταγωνιστής σε ταινία τριτοκοσμικής αισθητικής. Σε βραζιλιάνικο σήριαλ ή
τούρκικο: χοντροκοπιά, μεγαλοστομία και επίδειξη.
Ζουμ στο τσιτάτο και γκρο πλαν στην υπογράμμιση
του αισθήματος. Με θαυμαστικό στο τέλος μπας και δεν κατάλαβες.
Ο κ. Καμμένος βέβαια δεν είναι ο μόνος. Σχολή
ολόκληρη.
Είναι η αισθητική της απαιδευσιάς και του
λαϊκισμού.
Η χυδαία απαξίωση του αντιπάλου που τον ρίχνει
στο καναβάτσο και «στα τέσσερα». Εδώ, δηλαδή, όπου αργά ή γρήγορα καταλήγει
κάθε λόγος υπερφίαλος, κάθε παιδαριώδης κομπασμός όπως ο δικός του.
Όχι, δεν είναι μόνον ο Καμμένος. Ο λαϊκισμός δεν
έχει κομματική ταυτότητα, είναι ιδεολογία. Μια ολόκληρη κατηγορία από μόνη της.
Είτε καυχιούνται είτε βρίζουν, είτε κολακεύουνε τους οπαδούς τους είτε
λοιδορούν τους αντιπάλους τους, όλα τα κάνουν υπερβολικά. Και πάμπολλοι
αλήστου μνήμης (Κουλούρηδες, Γιακουμάτηδες, Ψωμιάδηδες κι άλλοι ων ουκ έστι
αριθμός) έχουν χρησιμοποιήσει την ίδια ευτελή αισθητική.
Διογκώνουν τις προθέσεις τους, υπερτιμούν το
«έργο» τους («πρώτη φορά το ένα, πρώτη φορά το άλλο»).
Σαν έφηβοι 15άρηδες που κοκορεύονται για την
πρώτη τους φορά. Σπαλιάρηδες της πολιτικής.
Ενώ η σύνεση κι η αίσθηση του μέτρου, ο
ζυγιασμένος λόγος κι η απόδοση των καταστάσεων στις πραγματικές διαστάσεις τους
–ως απόρροια αγωγής, ούτε ταξικής προέλευσης ούτε καταγωγής– είναι γι’
αυτούς άγνωστες λέξεις.
Δεν είναι μόνον ο Καμμένος, λέω· η
συναισθηματική ανωριμότητα και η φανφάρα δεν αφορούν μονάχα αυτόν. Όμως, τόση
κακογουστιά ύφους και γλώσσας συμπυκνωμένη σε ένα και μόνο κυβερνητικό σχήμα
δεν έχει παρατηρηθεί στο παρελθόν. Μια υπερχείλιση του κιτς που ξεπερνάει τα
όρια.
Πάρτε λ.χ. τα διπλά βιβλία Εφορίας του
υφυπουργού Πολάκη, τη Βάρκιζα του υπουργού Κατρούγκαλου, τη «σαν από αλλού»
Τασία Χριστοδουλοπούλου, τη Ζωή και τον Στρατούλη, το «asset» του πρωθυπουργού
για Βαρουφάκη.
Κι ακόμα, τον Χαϊκάλη που με ταλέντο κωμικού
υποδύεται τον υπουργό σε κόντρα ρόλο.
Θίασος ολόκληρος, ένα «μπουλούκι» ασύμμετρο επί
σκηνής, καταδικασμένο να αποτύχει εξαρχής. (Οι σοβαροί Σταθάκης, Δραγασάκης,
Πανούσης σώζουν κάπως τα προσχήματα).
Αν δεν είχε αποτύχει αυτή η κυβέρνηση παταγωδώς
σε όλους τους τομείς, θα μπορούσε να είχε καταρρεύσει για λόγους μόνο και μόνο
αισθητικής.
Όταν μετά από χρόνια εξομαλυνθούν οι καταστάσεις
θα τους θυμόμαστε, φαντάζομαι, με συγκαταβατικό χαμόγελο.
Σαν μια κακογουστιά, μια γελοιογραφία. Όπως με
θυμηδία ανακαλούμε στο μυαλό μας το κιτς –και δεν έχω πρόθεση για περαιτέρω
συνειρμούς εκτός από το κιτς– μιας άλλης εποχής: κάτι φαιδρότητες στο
Καλλιμάρμαρο, με τις τριήρεις και το πολεμικό «Αβέρωφ» φτιαγμένα από φελιζόλ να
σέρνονται μέσα στο στάδιο ή τα γελοία μποτάκια της Δέσποινας και τα καπέλα «σαν
κεσέδες γιαουρτιού» της Ρουφογάλη.
Η αντιμετώπιση της τωρινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ
με την ίδια θυμηδία είναι ο μόνος τρόπος για να διασωθεί η ταλαιπωρημένη μνήμη
του Παπαγιαννάκη και του Λεωνίδα Κύρκου από την «πρώτη φορά αριστερά».
Κώστας Λογαράς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου