Αναμφισβήτητα είναι το
πρόσωπο των ημερών.
Ο,τι και να λέμε, τελικά τα κατάφερε. Το ασφαλιστικό, το «νομοσχέδιο
Κατρούγκαλου», ψηφίστηκε και είναι πλέον νόμος του κράτους. Και ο ίδιος δηλώνει
περήφανος για το περιεχόμενό του.
Ο Γιώργος
Κατρούγκαλος, για μας τους συμφοιτητές του στη Νομική Αθηνών, ήταν ο Κνίτης του έτους.
Αλλά και καλό παιδί, καλός φοιτητής, πάντοτε ευγενικός, αγαπητός γενικά.
Όλοι τον θυμόμαστε στις θυελλώδεις εκείνες
συνελεύσεις της εποχής, στην κατάμεστη αίθουσα Σβώλου, να απαγγέλλει ατάραχος
τις θέσεις της ΚΝΕ (Πανσπουδαστικής για την ακρίβεια), αδιαφορώντας παντελώς
και για τα γιαούρτια που συχνά εκτοξεύονταν και για τα συνθήματα που κάθε τόσο,
ιδίως όταν εκείνος έπαιρνε το λόγο, δονούσαν το αμφιθέατρο («λέσα για λέσα,
Κνίτες ο Βαλέσα,…» κλπ). Εκείνος, απτόητος, συνέχιζε να υπερασπίζεται τις
θέσεις του υπαρκτού –τότε- σοσιαλισμού, με απόλυτη βεβαιότητα για την ορθότητά
τους και για την τελική τους επικράτηση, κάποτε, σ’ ολόκληρο τον κόσμο (είναι
νομοτελειακό, μας έλεγε με σιγουριά…).
Πάντα προσπαθούσε να τεκμηριώνει τις απόψεις του
με επιχειρήματα του ορθού λόγου και, όταν αυτά τελείωναν, με τσιτάτα του Μαρξ ή
του Λένιν. Στο τέλος, ακόμη κι αν δεν είχε καταφέρει να πείσει κανέναν πέραν
των συντρόφων του, ο,τι κι αν είχε στο μεταξύ συμβεί (διακοπές της διαδικασίας,
κατέβασμα στους διακόπτες του ηλεκτρικού, ψευτοσυμπλοκές, καταμετρήσεις επί
καταμετρήσεων κλπ, με την απαραίτητη βεβαίως προαναφερόμενη συνοδεία γιαουρτιών
και συνθημάτων), εκείνος ήταν πάντοτε χαμογελαστός και ικανοποιημένος, αφού για
μια ακόμη φορά είχε επιτελέσει με ευσυνειδησία το κομματικό του καθήκον.
Δογματικό τον
αποκαλούσαν οι Ρηγάδες,
για τους οποίους αποτελούσε κόκκινο πανί. Συνεπής στην επανάσταση, τους
απαντούσε εκείνος χαμογελώντας (κατηγορώντας τους με τη σειρά του ως
ρεβιζιονιστές). Ήταν τόσο απίθανο να δεχθεί σε οποιοδήποτε βαθμό άλλη άποψη,
που λέγεται πως η γνωστή φράση «Έχασα τον Κνίτη μου, όποιος τον βρήκε ας τον
κρατήσει και να επιστρέψει τη γλάστρα», είχε βγει ακριβώς γι αυτόν.
Το μότο εκείνης της
εποχής βέβαια
ήταν η περίφημη ρήση που βρίσκεται στον πυρήνα της κομμουνιστικής θεωρίας, αυτή
που, σύμφωνα με τον ίδιο το Μαρξ, είναι η αρχή (Prinzip) που θα αναγράφει στη
σημαία της η κομμουνιστική κοινωνία: «Απ΄ τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές
του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του».
Γενιές και γενιές Ελλήνων φοιτητών στα
αριστεροκρατούμενα τότε Πανεπιστήμια γαλουχήθηκαν με τη φράση αυτή, στην οποία
κατέφευγε συχνά και ο Γ. Κατρούγκαλος. Με τον καιρό βέβαια, οι περισσότεροι την
εγκατέλειψαν, είτε επειδή απλά την ξέχασαν, όταν ξεκίνησε και γι αυτούς η
δουλειά και η κανονική ζωή, στην οποία ήθελαν κάτι παραπάνω να καταφέρουν, είτε
επειδή τελικά κατάλαβαν ότι δεν ήταν και τόσο αλάνθαστη όσο είχαν αρχικά
νομίσει.
Ο Γ. Κατρούγκαλος όχι,
συνέχισε να την υπερασπίζεται. Συνεχίζει ακόμη. Τι κι αν για όλο τον υπόλοιπο κόσμο (πλην
ίσως Βενεζουέλας και Β. Κορέας) η φράση αυτή δεν έχει καμία πλέον αξία, ή πιο
σωστά, έχει απωθηθεί στα πιο σκοτεινά βάθη της συλλογικής μνήμης τόσων λαών;
Τι κι αν η φράση αυτή, απ΄την οποία απουσιάζει η
λέξη αξία και οποιοδήποτε παράγωγό της (όπως, ιδίως, αξιοκρατία, αξιολόγηση),
αλλά και κάθε έννοια επιβράβευσης και κινήτρου, οδήγησαν τελικά στη μεγαλύτερη
αδιαφάνεια, διαφθορά, καταπίεση, ανελευθερία που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα; Τι
κι αν τα καθεστώτα που χτίστηκαν πάνω στη φράση αυτή κατέρρευσαν, αφήνοντας
πίσω τους μόνο συντρίμμια, διαλυμένες οικονομίες κι ανείπωτο πόνο και δυστυχία
για εκατομμύρια ανθρώπους;
Για το Γ. Κατρούγκαλο
δεν έχουν καμιά σημασία αυτά. Ούτως ή άλλως, για τέτοιες περιπτώσεις υπήρχε και το «αν η
πραγματικότητα δεν συμφωνεί με τις απόψεις μας, τόσο το χειρότερο για την
πραγματικότητα». Απλό και καθαρό. Έτσι κι αυτός. Ο,τι κι αν έγινε, εκείνος
παρέμεινε σταθερός στις απόψεις του, στην αγαπημένη του φράση. Απ΄ τον καθένα
σύμφωνα με τις ικανότητές του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του. Και
σήμερα, για σκεφτείτε το, στη φράση αυτή ουσιαστικά στηρίζεται όλη η
επιχειρηματολογία του (όπως και ολόκληρης της κυβέρνησης) για την υπεράσπιση
του νόμου του, του λεγόμενου και νόμου – έκτρωμα, για το ασφαλιστικό.
Αυτός όμως ακριβώς
είναι και ο βασικός λόγος που ο συγκεκριμένος νόμος αποκλείεται να μακροημερεύσει.
Διότι στηρίζεται σε κάτι τόσο πολύ λάθος, σε κάτι με το οποίο η ιστορία έχει
πια οριστικά ξεκαθαρίσει τους λογαριασμούς της, εδώ και πολύ καιρό. Απλά, στην
Ελλάδα τώρα αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε το γιατί.
Παναγιώτης Περάκης
ΥΓ. Και ο «ταξικός αποστάτης» από την
ίδια αποθήκη ιδεών φυσικά προέρχεται. Ταξικοί αποστάτες ήταν οι διανοούμενοι οι
οποίοι, παρόλο που προέρχονταν από την αστική τάξη, ενστερνιζόμενοι και
διαδίδοντας τις επαναστατικές θεωρίες, μπορούσαν ν’ ανήκουν στην πρωτοπορία του
λαϊκού κινήματος. Έχει εξηγηθεί εκτενώς κι αυτό στην κομμουνιστική φιλολογία,
στην οποία με συνοπτικό, σχεδόν υπαινικτικό και πιπεράτο τρόπο παραπέμπει έτσι
ο Γ. Κατρούγκαλος, επιδαψιλεύοντας βέβαια στον εαυτό του αυτή την ύψιστη και
επιδεικτικά υλικώς ανυστερόβουλη τιμή (του ταξικού αποστάτη – πρωτοπόρου), σε
συνδυασμό μάλιστα με αυτή του «μάρτυρα» αγωνιστή, ιδιότητα προσφιλή στην
παράδοση της ελληνικής αριστεράς, την οποία να είστε σίγουροι ότι σήμερα
απολαμβάνει με τις επιθέσεις που δέχεται, όπως το ίδιο την απολάμβανε στα
φοιτητικά μας χρόνια, χαμογελώντας στωϊκά εν μέσω γιαουρτιών και συνθημάτων. Σ’
αυτά τα δύο (μάρτυρας και πρωτοπόρος διανοούμενος αγωνιστής, που κατάφερε να
φέρει στην εφαρμοσμένη πολιτική την Prinzip, αυτή που αναγράφει στη σημαία της
η κομμουνιστική κοινωνία), προφανώς έγκειται και ο αληθινός λόγος για τον οποίο
δηλώνει ότι αισθάνεται περήφανος. Γιατί όχι, άλλωστε; Και σικ μαντηλάκι αστικό
και στην πρωτοπορία του κινήματος. Και υπουργός και μάρτυρας. Και, βέβαια, εκ
του ασφαλούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου