Εκείνοι που χαρακτηρίζουν τον Τσίπρα ως μεγάλο
τακτικιστή θα πρέπει να μαζευτούν λίγο, γιατί μετά το φιάσκο της προηγούμενης
εβδομάδας, που ολοκληρώθηκε στο Βερολίνο, ο μόνος χαρακτηρισμός που ταιριάζει
στον Τσίπρα και τους στενούς του συνεργάτες είναι αυτός της παιδικής χαράς. Για
να λέμε την πάσα αλήθεια, πρέπει να σημειώσουμε ότι είναι άλλο πράγμα ο
τακτικισμός εντός του πολιτικού συστήματος μιας εξαρτημένης χώρας, όπως η
Ελλάδα, που μπορεί σ' ένα βαθμό να αποδώσει, και άλλο ο τακτικισμός σε διεθνές
επίπεδο, που καταλήγει πάντοτε -σε τελική ανάλυση, όπως θα έλεγε ο Μαρξ ή στο
τέλος της ημέρας, όπως λέει ο Τσίπρας, χρησιμοποιώντας με επαρχιώτικο κόμπλεξ
έναν αγγλισμό- υπέρ του δυνατότερου ιμπεριαλιστικού μέρους.
Διότι -όπως μας έχει διδάξει ο Λένιν, που
συνεχώς επιβεβαιώνεται- στο τραπέζι των διεθνών διαπραγματεύσεων κάθε μέρος
καταθέτει τη δύναμη του κεφαλαίου που εκπροσωπεί και η όποια μοιρασιά γίνεται
ανάλογα μ' αυτόν τον συσχετισμό δύναμης. Οπότε, ο τακτικισμός εξατμίζεται όταν,
για παράδειγμα, στη μια άκρη του τραπεζιού κάθεται ο εκπρόσωπος του ψωραλέου
ελληνικού καπιταλισμού και στην άλλη άκρη κάθεται ο εκπρόσωπος του γερμανικού
ιμπεριαλισμού…
Είτε γιατί στο πίσω μέρος του μυαλού του έχει την αναζήτηση μιας ηρωικής εξόδου μέσω εκλογών, είτε γιατί θέλει ν' αλλάξει την ατζέντα μπας και ανακάμψει δημοσκοπικά έστω και για λίγο, είτε γιατί θέλει να σκορπίσει καπνό παραλλαγής, ενόψει του κλεισίματος της δεύτερης αξιολόγησης, που θα ισοδυναμεί με τέταρτο Μνημόνιο (ή, αν θέλετε, με επέκταση του τρίτου Μνημόνιου για μερικά χρόνια ακόμα), ο Τσίπρας «πήρε πάνω του» τη διαπραγμάτευση, από τη μια μοιράζοντας τα γνωστά φιλοδωρήματα από την υπέρβαση του «πρωτογενούς πλεονάσματος» και από την άλλη διακηρύσσοντας ότι θα κάνει ο ίδιος «πολιτική διαπραγμάτευση», μιας και από τη διαπραγμάτευση του «Χίλτον» με το κουαρτέτο/τρόικα δε βγήκε τίποτα.
Τελικά, έσπασε τα μούτρα του σε όλα τα επίπεδα. Οχι μόνο στην «πολιτική διαπραγμάτευση», που υποτίθεται ότι θα έκανε, αλλά και στη διανομή του φιλοδωρήματος στους συνταξιούχους, στο οποίο εξάντλησε τελικά τα μικρά αποθέματα διαπραγματευτικών καυσίμων που ενδεχομένως διέθετε. Βρέθηκε στην ανάγκη να διαπραγματεύεται ξανά τα μέτρα που είχαν αποφασιστεί και είχαν ανακοινωθεί στο Eurogroup στις 5 του Δεκέμβρη.
Με ποιους θα έκανε «πολιτική διαπραγμάτευση» ο Τσίπρας; Οχι, βέβαια, με τον παντελώς αναρμόδιο Σουλτς. Ούτε με την Τερίζα Μέι, με την οποία συναντιέται μόνο ενόψει διαπραγματεύσεων με το Κυπριακό. Ο Ρέντσι έχει βγει από το κάδρο, ενώ ο Ολάντ είναι ένας πολιτικά ξεδοντιασμένος υπηρεσιακός πρόεδρος, που έχει κατακτήσει το θλιβερό ρεκόρ να είναι ο πρώτος πρόεδρος της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας που δεν κατεβαίνει υποψήφιος για δεύτερη θητεία. Απέμενε η Μέρκελ, η πολιτικά ισχυρή καγκελάριος της ισχυρότερης ιμπεριαλιστικής δύναμης της ΕΕ.
Η Μέρκελ είχε ήδη διαμηνύσει στον Τσίπρα (μέσω δηλώσεων της αναπληρώτριας εκπροσώπου της και στη συνέχεια του εκπροσώπου ευρωπαϊκών θεμάτων της ΚΟ του κόμματός της), ότι δεν προτίθεται να συζητήσει μαζί του τα σχετικά με την αξιολόγηση, γιατί αυτά είναι της αρμοδιότητας της τρόικας και του Eurogroup (δηλαδή του Σόιμπλε). Για να μην αφήσει το παραμικρό περιθώριο δημαγωγίας στον Τσίπρα, φρόντισε να το επαναλάβει και η ίδια, στις δηλώσεις που έκαναν πριν ξεκινήσουν το γεύμα εργασίας (επειδή η επίσκεψη Τσίπρα ήταν ανεπίσημη, δεν προβλέπονταν κοινές δηλώσεις και συνέντευξη Τύπου μετά την ολοκλήρωσή του). Δήλωσε η γερμανίδα καγκελάριος: «Και οπωσδήποτε θα ασχοληθούμε με το πρόγραμμα της Ελλάδας σε σχέση με την οικονομική κατάσταση. Εδώ, όμως, δεν είναι ο τόπος όπου λαμβάνονται αποφάσεις, διότι οι διαβουλεύσεις γίνονται με τους τρεις θεσμούς και με το Eurogroup. Εδώ θα συζητήσουμε για να δούμε πώς εκτιμά ο έλληνας Πρωθυπουργός την κατάσταση».
Μολονότι είχε ήδη εκδηλωθεί η συντονισμένη επίθεση από πλευράς Σόιμπλε-Ντεϊσελμπλούμ-Ρέγκλινγκ και είχε ανακοινωθεί το πάγωμα της εφαρμογής των λεγόμενων βραχυχρόνιων μέτρων για το χρέος, ο Τσίπρας δεν τόλμησε να κάνει τον παραμικρό υπαινιγμό στη δική του δήλωση. Περιορίστηκε να πει: «Τέλος, σε ό,τι αφορά την πορεία του ελληνικού προγράμματος, θα έχω την ευκαιρία να ενημερώσω την Καγκελάριο για τη θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας, για τη θεαματική υπεραπόδοση των εσόδων και την επιστροφή, μετά από αρκετά χρόνια, σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης».
Ενώ είχαν ήδη γίνει δηλώσεις ενάντια στην απόφαση των Ντεϊσελμπλούμ-Ρέγκλινγκ για πάγωμα των βραχυπρόθεσμων μέτρων, από τον Ολάντ, τον Σαπέν και τον Μοσκοβισί, ο Τσίπρας δεν τόλμησε να πει κουβέντα. Αρα, η περιβόητη «πολιτική διαπραγμάτευση», που υποτίθεται ότι θα έκανε με τη Μέρκελ, είχε εξατμιστεί πριν καν αρχίσει!
Μερικές ώρες πριν πετάξει από τις Βρυξέλλες για το Βερολίνο, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της συνόδου κορυφής, ο Τσίπρας είχε φροντίσει από τις Βρυξέλλες να στείλει μήνυμα… συμφιλίωσης στους γερμανούς ιμπεριαλιστές. Αυτός που μιλούσε για «χορήγηση 13ης σύνταξης», φρόντισε να πει ότι «η απόφαση αυτή ελήφθη με απόλυτη ασφάλεια έναντι των στόχων του 2016» και πως «είναι κατανοητό από όλους ότι είναι μία απόφαση εφάπαξ». Κάνοντας ένα βήμα παραπέρα, είπε πως «από την πλευρά μας θα δοθούν, αν χρειαστεί, οι απαραίτητες εξηγήσεις για το χαρακτήρα αυτών των μέτρων, ώστε να υπάρξει μία υπέρβαση, αν θέλετε, της παρεξήγησης που έχει δημιουργηθεί»!
Ανέφερε, μάλιστα, με νόημα ότι «αναμένουμε από την πλευρά των θεσμών μία έκθεση – ίσως εσείς να είστε πιο πληροφορημένοι από εμένα – η οποία αναμένουμε να λέει τα αυτονόητα. Δηλαδή, ότι δεν υπάρχει καμία επίπτωση δημοσιονομική». Εννοείται πως ήξερε πολύ καλά ότι στην Αθήνα το κουαρτέτο/τρόικα είχε αφήσει ένα σημείωμα που έλεγε ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για το «πρωτογενές πλεόνασμα» του 2016.
Δεν ξέρουμε αν εξεπλάγη από τη συνέχεια ή αν ήταν προϊδεασμένος, το βέβαιο όμως είναι πως τα χαστούκια άρχισαν να πέφτουν το ένα μετά το άλλο. Τα περί «παρεξήγησης» που πρέπει να αρθεί και οι διαβεβαιώσεις ότι τα μέτρα που εξήγγειλε είναι απολύτως εντός της μνημονιακής πολιτικής κρίθηκαν από το Βερολίνο ως πολύ «λάιτ» αυτοκριτική. Μολονότι ο Ρέγκλινγκ δέχτηκε ότι σύμφωνα με την έκθεση του κουαρτέτου/τρόικας δεν υπάρχει πρόβλημα με τους στόχους του Μνημόνιου για το 2016, ο Σόιμπλε απαίτησε το ζήτημα να παραπεμφθεί στο EuroWorkingGroup (αποτελείται από τους εκπροσώπους των υπουργών Οικονομικών και κάνει τρόπον τινά την προπαρασκευαστική δουλειά για λογαριασμό του Eurogroup).
Ο αναπληρωτής υπουργός Γ. Χουλιαράκης μετέβη άρον-άρον την Τρίτη στις Βρυξέλλες, για να συμμετάσχει στη συνεδρίαση του EWG. Εκεί, όμως, τον περίμενε μια δυσάρεστη έκπληξη, καθώς ούτε η έκθεση του κουαρτέτου/τρόικας κρίθηκε επαρκής, ούτε οι προφορικές διαβεβαιώσεις που έδωσε ο ίδιος. Απαιτήθηκε να υπάρξει γραπτό κείμενο από τον Τσακαλώτο, εν είδει δήλωσης νομιμοφροσύνης. Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνουν αυτό. Το είχαν κάνει και επί συγκυβέρνησης Παπαδήμου, όταν ζήτησαν και από τον Σαμαρά να υπογράψει ότι αποδέχεται το δεύτερο Μνημόνιο.
Μολονότι είχε βουΐξει ο κόσμος (οι Γερμανοί φροντίζουν και τα διατυμπανίζουν κάτι τέτοια), ο Τσακαλώτος διένειμε αργά το βράδυ της Τρίτης ένα non paper, που έλεγε ότι «ανταλλάχθηκαν απόψεις πάνω στις πιθανές συνέπειες που τυχόν θα έχουν στην εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων για το χρέος τα πρόσφατα μέτρα που αποφάσισε η ελληνική κυβέρνηση» και ότι… «οι διαβουλεύσεις θα συνεχιστούν έως και αύριο, Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου, οπότε και θα ληφθεί μία απόφαση για τα επόμενα βήματα».
Φυσικά, όλα τα ελληνικά ΜΜΕ είχαν την είδηση για τη δήλωση νομιμοφροσύνης που απαιτήθηκε. Το ότι ο Τσακαλώτος πήγε να κρύψει το γεγονός δείχνει αμηχανία, για να μην πούμε πανικό. Την επομένη (Τετάρτη), από το υπουργείο Οικονομικών είχαμε μούγκα (ούτε non paper δεν εκδόθηκε), ενώ οι πληροφορίες πότε έλεγαν ότι υπήρξε νέα εμπλοκή και πότε ότι στάλθηκε η επιστολή Τσακαλώτου και δε θα χρειαστεί να συγκληθεί εκ νέου το EWG. Η «Καθημερινή» ήταν η μόνη που ισχυρίστηκε ότι γνωρίζει το περιεχόμενο της επιστολής Τσακαλώτου, που ήταν η επιτομή της οσφυοκαμψίας, καθώς δεν έδινε απλά εξηγήσεις ότι το φιλοδώρημα προς τους χαμηλοσυνταξιούχους ήταν εφάπαξ και δεν πρόκειται να ξαναδοθεί, αλλά έκανε και αυτοκριτική για το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν συζήτησε το θέμα με τους «θεσμούς», ώστε να έχει τη σύμφωνη γνώμη τους.
Τελικά, αργά το βράδυ διέρρευσε ότι δεν υπήρξε
επιστολή Τσακαλώτου προς το EWG, γιατί το σχέδιό της δεν ικανοποίησε τον
Σόιμπλε, κι ότι θα ξεκινούσε μια διαδικασία με το κουαρτέτο/τρόικα, για να
καθοριστεί από κοινού το περιεχόμενο της επιστολής, που απότι φαίνεται οι
Τσιπραίοι δεν μπορούσαν ακόμα να σηκώσουν στη μορφή που απαιτούσε ο
Σόιμπλε.
Σημασία έχει να επισημάνουμε από τη μια το γκανγκστεριλίκι των ιμπεριαλιστών, που συμπεριφέρονται στην ελληνική κυβέρνηση λες και είναι δημοτικό συμβούλιο απομονωμένης κωμόπολης σε κορυφή των Αλπεων, και από την άλλη τη δουλικότητα της συγκυβέρνησης των Τσιπροκαμμένων απέναντί τους.
Σημασία έχει να επισημάνουμε από τη μια το γκανγκστεριλίκι των ιμπεριαλιστών, που συμπεριφέρονται στην ελληνική κυβέρνηση λες και είναι δημοτικό συμβούλιο απομονωμένης κωμόπολης σε κορυφή των Αλπεων, και από την άλλη τη δουλικότητα της συγκυβέρνησης των Τσιπροκαμμένων απέναντί τους.
Πρώτα κάνουν τους μάγκες, πουλώντας ηρωιλίκι
στον ελληνικό λαό, και μόλις φάνε την πρώτη σφαλιάρα, βάζουν την ουρά στα
σκέλια κι αρχίζουν να γλείφουν τα χέρια των «μεγάλων αφεντικών» της Ευρωζώνης,
ως γνήσιοι εκπρόσωποι του εξαρτημένου ελληνικού καπιταλισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου