Παρά τα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια, οι
πολιτικοί σχηματισμοί της χώρας πορεύονται σαν να μην έχει αλλάξει σχεδόν τίποτε. Μπορεί οι κυβερνήσεις
μας να είναι υποχρεωμένες να κινούνται με βάση τις εντολές των δανειστών,
φαίνεται όμως να έχουν προσαρμοστεί, λιγότερο ή περισσότερο, σε αυτή τη «νέα κανονικότητα», χωρίς να
αντιλαμβάνονται τους βαθύτερους κινδύνους που δημιουργεί αυτή η οικονομική,
θεσμική και σταδιακά ολοένα και περισσότερο κοινωνική αδυναμία της χώρας.
Διότι οι αντιλήψεις αλλά και οι δράσεις των
πολιτικών μας σχηματισμών δείχνουν ότι είτε δεν έχουν αντιληφθεί τις τεκτονικές αλλαγές που συντελούνται
στο διεθνές σκηνικό, είτε ότι αδιαφορούν γι' αυτές, εξαντλούμενοι στην
προάσπιση του κομματικού και όχι του εθνικού συμφέροντος…
Κι όμως, τα σημάδια των κινδύνων που ελλοχεύουν
είναι ορατά σε όλα σχεδόν τα
σημεία του ορίζοντα. Είτε πρόκειται για τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει
η «ενωμένη Ευρώπη», είτε για τον
κίνδυνο της τρομοκρατίας και του λεγόμενου προσφυγικού, είτε για την
αμερικανική ηγεσία, είτε για την εξαιρετικά εριστική στάση της Τουρκίας, που
υπό το καθεστώς Ερντογάν καθίσταται ολοένα και πιο απρόβλεπτη, ενεργώντας με
φόντο την ευρύτερη αποσταθεροποίηση που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια
στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική.
Το γεγονός ότι η διαπραγμάτευση με τους
δανειστές έχει αποκτήσει πλέον νέα μορφή και ένα επιπλέον επίπεδο, που
δυσκολεύει την εύρεση λύσης (λόγω της παράλληλης διαπραγμάτευση μεταξύ του ΔΝΤ
και των Ευρωπαίων), θα έπρεπε να έχει ήδη «ξυπνήσει» τις ελληνικές πολιτικές ηγεσίες, σε ό,τι αφορά στις
νέες αβεβαιότητες που προκύπτουν στη διεθνή σκηνή.
Όπως επίσης θα έπρεπε να τους έχει αφυπνίσει το
γεγονός ότι τυχόν ενίσχυση ακραίων πολιτικών μορφωμάτων της Δεξιάς (με
επίκεντρο τη Γαλλία) στις επικείμενες εκλογές ανά την Ευρώπη θα δυσχεράνει
ακόμη περισσότερο την κατάσταση, καθώς θα μειώσει έτι περαιτέρω τη δυναμική της
όποιας «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης»
προς όφελος του εθνικισμού.
Θα περίμενε ο οποιοσδήποτε εχέφρων ότι με αυτά
τα δεδομένα, με τον Γιούνκερ να προειδοποιεί (τον Τραμπ) για το ενδεχόμενο νέων «βαλκανικών πολέμων», με τον
Ερντογάν να απειλεί τους Ευρωπαίους ότι «δεν θα μπορούν να περπατήσουν στον
δρόμο με ασφάλεια», με τη Ρωσία να διεκδικεί ξανά πρωταγωνιστικό ρόλο όχι μόνο
στη Μέση Ανατολή (με επίκεντρο τη Συρία) αλλά και στην περιοχή των σλαβικών
πληθυσμών, το ελληνικό πολιτικό σύστημα θα είχε αρχίσει να αντιλαμβάνεται και
να προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο νέων δυσάρεστων για τα ελληνικά συμφέροντα «εκπλήξεων».
Διότι είναι προφανές ότι «μυρίζει μπαρούτι» στον αέρα, όπως λέει η λαϊκή έκφραση… Κι ότι θα
είχε αρχίσει να αγωνιά για το γεγονός ότι σε αυτή την περίοδο επικίνδυνης
αβεβαιότητας και αλλαγής κατεστημένων ισορροπιών, η χώρα μας -που
βρίσκεται επικίνδυνα κοντά σε διάφορες πιθανές εστίες έντασης- τελεί σε
κατάσταση ουσιώδους αδυναμίας, εξαρτημένη από μια ομάδα λιγότερο ή περισσότερο
ετερόκληων εταίρων-δανειστών και πληγωμένη από τις πολυεπίπεδες συνέπειες μιας
κρίσης οικονομικής, θεσμικής και αξιακής, που επηρεάζει την κοινωνία στο σύνολό
της.
Δυστυχώς, τίποτε από τα παραπάνω δεν έχει
συμβεί. Καμία κίνηση για τη δημιουργία ενός εθνικού σχεδίου, καμία «ομοψυχία». Ούτε καν νύξεις για
τους νέους κινδύνους που έχουν ξεπροβάλει, δεν εμφανίζονται στον δημόσιο
διάλογο, με εξαίρεση ίσως τις αναφορές στην τουρκική προκλητικότητα, σε μια
περίοδο κατά την οποία υποτίθεται ότι προετοιμάζεται και η λύση του Κυπριακού.
Με αυτά τα δεδομένα, όμως, η κρίση ενδέχεται να
μετατραπεί σε εθνική τραγωδία, φέρνοντας μια αδύναμη και απροετοίμαστη Ελλάδα
αντιμέτωπη με «υπαρξιακές προκλήσεις»
στη χειρότερη δυνατή στιγμή.
Γιώργος Παπανικολάου
ΥΓ.: Η συγκεκριμένη άγνοια
κινδύνου δεν αποτελεί βεβαίως χαρακτηριστικό μόνο των ελληνικών πολιτικών
ηγεσιών. Σε μεγάλο βαθμό, τα ίδια ισχύουν και για πολλές άλλες ευρωπαϊκές
χώρες, καθώς το μακρύ χρονικό διάστημα ευημερίας και ειρήνης, αλλά και η
ταχύτητα με την οποία μεταβάλλεται το διεθνές σκηνικό, σε μια κατεύθυνση
αντίθετη με τις κατεστημένες προσδοκίες, αιφνιδιάζει όσους επιμένουν να
αναλύουν τα γεγονότα του 21ου αιώνα με εργαλεία του 20ού.
Ωστόσο, καμία άλλη από αυτές τις χώρες
δεν βρίσκεται σε τόσο «ευαίσθητη» θέση όσο η Ελλάδα, από πλευράς οικονομικής
αλλά και γεωστρατηγικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου