Ήταν βράδυ Ιούλη σε
ένα μπαρ, λίγες μέρες πριν το δημοψήφισμα του 2015, όταν στη διπλανή παρέα ακούστηκε
μια υποψήφια για βραβείο αφέλειας ατάκα: Αριστερό είναι να μένεις μόνος σου και
όχι με τους γονείς σου! Ήταν η εποχή που η τεσσαρακονταετής ιδεολογική
κυριαρχία της αριστεράς έφτανε στο ζενίθ της, λίγες μέρες πριν γονατίσει
μπροστά στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και αρχίσει να ξεφουσκώνει σαν
τρύπιο λάστιχο.
Μέχρι τότε, η αριστερά
είχε καταφέρει να ταυτιστεί στη σκέψη της κοινής γνώμης όχι μόνο με την
επαναστατικότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και την ελευθερία, αλλά και με την
ηθική ανωτερότητα, με το «καλό», με τη θρησκευτική (παραδόξως) έννοια του όρου,
αντιγράφοντας την προτεσταντική ηθική των Δυτικοευρωπαίων που γέννησε εν τέλει
–κατά Μαξ Βέμπερ– το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα…
Ταυτόχρονα, και ενώ θεωρητικά δεν κατείχε την εκτελεστική εξουσία, η ιδιότητα του αριστερού αποτελούσε διαβατήριο για καριέρα στον κινηματογράφο, στη μουσική, στη λογοτεχνία, σε όλες γενικά τις τέχνες, στα πανεπιστήμια, στη δημοσιογραφία και σε οποιαδήποτε θέση στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, από απλός κλητήρας μέχρι γενικός γραμματέας υπουργείου. Ο αριστερός, τις τελευταίες δεκαετίες, ήταν συνώνυμο του προοδευτικού, του δίκαιου, του αντιπάλου της αδικίας, του υπερασπιστή των φτωχών, του αντικαπιταλιστή, του εξεγερμένου, του αντιαμερικάνου, του αντισυστημικού. Επίσης, θα μπορούσε κάλλιστα κάποιος να ισχυριστεί ότι αριστερός θεωρείτο όποιος έπλενε τρεις φορές τη μέρα τα δόντια του (μετά από κάθε γεύμα) και όποιος μάζευε επιμελώς τα κακά του σκύλου του κατά τη διάρκεια της βόλτας στο πάρκο.
Δυστυχώς, όπως πάντα συμβαίνει σε όλες τις όμορφες ιστορίες, υπάρχουν και τα αλλά. Ένα από αυτά, για να μην πλατειάζουμε, είναι ότι η αριστερά, στον δρόμο προς τη δημιουργία του επίγειου παράδεισου, ξέχασε αυτό που της είχε διακηρύξει ο προφήτης της, Καρλ Μαρξ, δηλαδή ότι ένας λαός που έχει αποσυνδεθεί από το παρελθόν του είναι λιγότερο ελεύθερος να δράσει ως λαός, από το να είχε τη δυνατότητα να τοποθετηθεί στην ιστορία.
Έτσι, λοιπόν,
επιδόθηκε σε μια λυσσαλέα πολεμική σε οτιδήποτε ελληνικό, συκοφαντώντας ως
εθνικιστή, ακροδεξιό και φασίστα όποιον τολμούσε να χρησιμοποιήσει
απαγορευμένες λέξεις όπως πατρίδα, έθνος, πίστη. Φτάνοντας στο αντίθετο άκρο,
με μια απίστευτη όρεξη να αφελληνιστεί, η ελληνική αριστερά ταυτίστηκε
ουσιαστικά στις ιστορικές της θεωρητικές αναζητήσεις με τον εθνικισμό των
γειτόνων μας: των Τούρκων εθνικιστών κεμαλιστών, των Αλβανών, που στον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο συνεργάστηκαν με τους ναζί και που καλοβλέπουν ολόκληρες
περιοχές στα Βαλκάνια, και των Σκοπιανών, του υβριδικού made in USA κράτους.
Κατά τα άλλα, παράλληλα διεκδικούσαν την πρωτοπορία στη μάχη κατά του φασισμού!
Κι επειδή, συν τοις άλλοις, οι αριστεροί ήταν και οι πιο έξυπνοι, αλλά και οι πιο μορφωμένοι, κατάφεραν από τη μία να δημιουργούν γενιές περήφανων γενίτσαρων και από την άλλη να απομονώσουν τα αμόρφωτα λαϊκά στρώματα τα οποία ρεαλιστικά έβλεπαν να χάνεται η ομαλή καθημερινότητά τους από την εισβολή αλλοδαπών, την εγκληματικότητα και την γκετοποίηση στις φτωχές συνοικίες, και έτσι τους κάναν δώρο στο ακροδεξιό καρκινομόρφωμα, τους ιδεολογικούς υμνητές αυτών που έκαψαν, βίασαν και σκότωσαν στα χώματά μας. Εξάλλου, στις συνοικίες που κατοικεί η «προοδευτική» ελίτ, οι μετανάστες δεν ρίχνουν τα μεροκάματα τους. Ίσα, ίσα, που κάνουν και τις όποιες δουλειές τους (καθαρισμό σπιτιού, περιποίηση κήπου, φύλαξη) φτηνότερα. Ενδέχεται όλο αυτό να τους βόλεψε για άλλον έναν ακόμα σημαντικότερο λόγο: Αν δεν υπήρχε Χρυσή Αυγή, ίσως ο Σύριζα να μην κυβερνούσε ποτέ.
Κι όταν ήρθε η στιγμή να κυβερνήσουν, έφτασε και η ώρα της απομυθοποίησης. Το γκρέμισμα του brand name «αριστερός», που ήταν must και in τόσα χρόνια, επήλθε τόσο εξαιτίας της συντριπτικής αθέτησης των προεκλογικών υποσχέσεων, αλλά και λόγω της επίθεσης στα ταυτοτικά χαρακτηριστικά του λαϊκού σώματος, στην ιστορία, στα έθιμα, στη ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση.
Αν και, προμεταπολιτευτικά, ο αριστερός διακινδύνευε, για τα πιστεύω του, τη δουλειά του, την οικογένειά του, ακόμα και την ίδια του τη ζωή, τα πράγματα τώρα έχουν περάσει στο άλλο άκρο. Πλέον η αριστερά πάει δίπλα δίπλα με τη λέξη κωλοτούμπα και έχει ασφυκτικά περικυκλωθεί με τη ρήση τελικά, «όλοι ίδιοι είναι».
Κι επειδή, συν τοις άλλοις, οι αριστεροί ήταν και οι πιο έξυπνοι, αλλά και οι πιο μορφωμένοι, κατάφεραν από τη μία να δημιουργούν γενιές περήφανων γενίτσαρων και από την άλλη να απομονώσουν τα αμόρφωτα λαϊκά στρώματα τα οποία ρεαλιστικά έβλεπαν να χάνεται η ομαλή καθημερινότητά τους από την εισβολή αλλοδαπών, την εγκληματικότητα και την γκετοποίηση στις φτωχές συνοικίες, και έτσι τους κάναν δώρο στο ακροδεξιό καρκινομόρφωμα, τους ιδεολογικούς υμνητές αυτών που έκαψαν, βίασαν και σκότωσαν στα χώματά μας. Εξάλλου, στις συνοικίες που κατοικεί η «προοδευτική» ελίτ, οι μετανάστες δεν ρίχνουν τα μεροκάματα τους. Ίσα, ίσα, που κάνουν και τις όποιες δουλειές τους (καθαρισμό σπιτιού, περιποίηση κήπου, φύλαξη) φτηνότερα. Ενδέχεται όλο αυτό να τους βόλεψε για άλλον έναν ακόμα σημαντικότερο λόγο: Αν δεν υπήρχε Χρυσή Αυγή, ίσως ο Σύριζα να μην κυβερνούσε ποτέ.
Κι όταν ήρθε η στιγμή να κυβερνήσουν, έφτασε και η ώρα της απομυθοποίησης. Το γκρέμισμα του brand name «αριστερός», που ήταν must και in τόσα χρόνια, επήλθε τόσο εξαιτίας της συντριπτικής αθέτησης των προεκλογικών υποσχέσεων, αλλά και λόγω της επίθεσης στα ταυτοτικά χαρακτηριστικά του λαϊκού σώματος, στην ιστορία, στα έθιμα, στη ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση.
Αν και, προμεταπολιτευτικά, ο αριστερός διακινδύνευε, για τα πιστεύω του, τη δουλειά του, την οικογένειά του, ακόμα και την ίδια του τη ζωή, τα πράγματα τώρα έχουν περάσει στο άλλο άκρο. Πλέον η αριστερά πάει δίπλα δίπλα με τη λέξη κωλοτούμπα και έχει ασφυκτικά περικυκλωθεί με τη ρήση τελικά, «όλοι ίδιοι είναι».
Στο συλλογικό
συνειδητό (παρόλο που υπάρχουν ακόμα κάποιοι ελάχιστοι αριστεροί που
αντιστέκονται στο ρεύμα των πολλών), ο αριστερός τώρα ταυτίζεται με τον
ανθέλληνα, τον υπάκουο υπηρέτη των αποικιοκρατών, τον δυτικόδουλο που όνειρό
του είναι να ξαναβγεί η χώρα στις αγορές. Οι τίτλοι τέλους στο έργο της
ιδεολογικής παντοδυναμίας τους στην ελληνική επικράτεια έχουν ήδη πέσει, όσο
και να γαντζώνονται στην εξουσία. Διότι, έτσι όπως δεν μπορείς να απευθύνεσαι
και να νουθετείς έναν άνθρωπο αν δεν γνωρίζεις το παρελθόν του, πώς είναι
δυνατόν να κυβερνάς έναν λαό αν δεν σέβεσαι την ιστορία, τα βιώματα και τους
εθισμούς του;
Τάσος Αναστασίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου