Μέχρι πριν από λίγα χρόνια η γκρίνια ήταν προτέρημα της
δικής μου γενιάς και οι συζητήσεις που αναπαρήγαγαν αρνητισμό αλλά δεν
πρότειναν λύσεις ήταν καθημερινές.
Η γενιά μου λοιπόν-τα παιδιά γύρω στα 25-είναι
αυτή που βιώνει την κρίση και την ανεργία σε μεγαλύτερο βαθμό και
που εσχάτως άρχισε να προτείνει λύσεις.
Το “σοκ” για όλους υπήρξε μεγάλο, για άλλους ήταν
λιγότερο και για άλλους περισσότερο ισχυρό ενώ ήταν φανερό πως για περίπου μια
διετία γίναμε ένα σύνολο ανθρώπων σε άρνηση.
Οι περισσότεροι δεν έβλεπαν φως στο τούνελ και αυτό με
γεωμετρική πρόοδο έφερε μια μόνιμη μιζέρια και διαμαρτυρία ή οποία
εκδηλωνόταν κυρίως μέσα στις παρέες και τα social media και λιγότερο στους
δρόμους και τις οργανωμένες διαμαρτυρίες. Πολλοί έλεγαν, ίσως και
δικαιολογημένα πως δε βγαίνει κάτι με τις πορείες, πως τίποτα δε θα αλλάξει και
πως αυτοί που τα προκάλεσαν αυτοί θα έπρεπε να φωνάξουν.
Η άρνηση ήταν σχεδόν ολοκληρωτική και πολλοί έσπευσαν να
μιλήσουν για μια “καμένη γενιά” η οποία δεν έχει ελπίδες και το χειρότερο
πως δεν κάνει κάτι για αυτό.
Φέτος θεωρώ πως το κλίμα άρχισε αμυδρά να αλλάζει, όχι
τόσο επειδή συνέβη κάποια αισθητή κοινωνική και οικονομική αλλαγή στα
τεκταινόμενα του τόπου αλλά κυρίως εξαιτίας της εν γένει διάθεσης των νέων για
αλλαγή.
Μπορεί η δικιά μου γενιά να μην έχει την δυνατότητα,
βραχυπρόθεσμα, να αλλάξει τις συνθήκες στη χώρα, μπόρεσε όμως να σταματήσει σε
μεγάλο βαθμό την μιζέρια και την γκρίνια που την έπνιγε και άρχισε να κοιτάει
μπροστά.
Μέσα από συζητήσεις συνειδητοποίησα πως τα όνειρα άρχισαν
να επιστρέφουν, πως οι περισσότεροι επιθυμούμε την οικοδόμηση κάτι νέου ακόμα
και αν όλα γύρω μας παρουσιάζονται ως μαύρα και θλιβερά.
Δεν πιστεύω πως είναι τυχαίο το γεγονός ότι η φετινή
χρονιά είναι μια από τις πλέον ζωντανές των τελευταίων ετών σε τομείς όπως οι
τέχνες, η μόρφωση, ο πολιτισμός, ο αθλητισμός και η διασκέδαση.
Τα παραδείγματα είναι πολλά, καθώς καλλιτεχνικά δρώμενα
δημιουργήθηκαν ή συνεχίστηκαν, τα μουσικά, εικαστικά και κινηματογραφικά
φεστιβάλ της πόλης άνθισαν, οι νέοι γεμίσανε κάθε γωνιά της πόλης και οι
αιώνιοι φοιτητές βάλανε τα δυνατά τους ώστε να τελειώσουν ή να συνεχίσουν
σε ένα ανώτερο επίπεδο τις σπουδές τους.
Όλα αυτά είναι δείγματα μιας γενιάς που δεν το έχει βάλει
κάτω και προσπαθεί για το καλύτερο.
Στον αντίποδα, η γενιά των 50 plus, αυτή που έχει την
κύρια ευθύνη για την σημερινή κατάσταση του τόπου, αυτή που μέχρι
πρότινος κατηγορούσε εμάς τους “πιτσιρικάδες” πως είμαστε μαλθακοί και δεν
προτείνουμε λύσεις, η γενιά που για δεκαετίες χειροκροτούσε τους “εθνάρχες”,
αυτή λοιπόν η γενιά έχει αναλάβει τα σκήπτρα στη φαυλολογία και την γκρίνια,
αναπαράγοντας καθημερινά ένα τροπάριο ανεφάρμοστης επανάστασης.
Κατηγορεί τους νέους επειδή κάνουν το πιο απλό, το
να επιθυμούν δηλαδή να συνεχίσουν να ζουν, να δημιουργούν και να διασκεδάζουν
στα χρόνια της κρίσης.
Η γενιά που βούτηξε την Ελλάδα στον βούρκο, τώρα
αναίσχυντα απαιτεί να φέρουν οι νεότεροι την αλλαγή.
Στην πλειοψηφία της δεν προτείνει λύσεις καθώς ελάχιστα
μέλη της κατέχουν την απαραίτητη εμπειρία, τεχνογνωσία και διορατικότητα ώστε
να οδηγήσουν και πάλι το καράβι σε ήρεμα νερά.
Ίσως λοιπόν να ήρθε ο καιρός να κάνει ο καθένας την
αυτοκριτική του και να αναλογιστεί τι έχει προσφέρει, τι έχει εισπράξει και
κυρίως τι έχει να προτείνει για το μέλλον
Κλείνοντας θα ήθελα να κάνω ξεκαθαρίσω πως το κείμενο
αυτό δεν απευθύνεται σε κάποιον προσωπικά και ασφαλώς στόχος του δεν είναι η
απαξίωση και η προσβολή μιας ολόκληρης γενιάς.
Τα λόγια μου αναφέρονται σε όλους εκείνους,
ανεξαρτήτως ηλικίας, που τόσα χρόνια έχτιζαν την “μεγάλη” Ελλάδα, αυτούς
που επί έτη έπαιρναν χωρίς να δίνουν, σε όλους αυτούς που βολεύτηκαν κατά συνείδηση
και τώρα εγωιστικά απαιτούν από τους νέους να αγωνιστούν ώστε να μην χαλάσει η
βόλεψη τους στα γεράματα.
Θα είναι καλύτερο για όλους μας, την επόμενη φορά, αντί
για μεμψιμοιρία να μας δώσετε μια λύση, μια πρόταση ή μια συμβουλή.
Θα κάνει καλό σε εμάς τους νεότερους και θα κάνει και
εσάς να φαίνεστε πιο ευχάριστοι και χαλαροί.
Γιάννης Παπανίκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου