Αρκετοί ίσως έχετε δει τη κινηματογραφική ταινία «Τhe
Formula».
Για όσους την αγνοείτε, ή δεν τη θυμόσαστε,
πρόκειται για μια αμερικανική ταινία γυρισμένη το 1980, με θέμα μια συνομωσία πανίσχυρων
παραγόντων, με σκοπό την εξαφάνιση της μυστικής διαδικασίας που είχαν
αναπτύξει οι Γερμανοί, ώστε να παράγουν συνθετικά καύσιμα από ορυκτό άνθρακα.
Η φόρμουλα μετατροπής του άνθρακα σε αέριο, ντίζελ ή βενζίνη, θεωρούταν
τότε ιδιαίτερα σημαντική, λόγω του ότι η δεύτερη πετρελαϊκή κρίση, σε
συνδυασμό με την σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν, είχαν αναδείξει την
τότε τεραστία αμερικανική ενεργειακή ανασφάλεια.
Οι ΗΠΑ θα ήταν έρμαια των εξελίξεων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης
Ανατολής για όσο θα ταυτίζονταν με τα συμφέροντα των μεγαλοπετρελαιάδων,
των ίδιων που παρασκηνιακά εμπόδιζαν την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών
ενέργειας.
Η διαδικασία Fischer-Tropsch είναι
πασίγνωστη, έχει δοκιμαστεί από πολλά κράτη, έχει τελειοποιηθεί
πρόσφατα από τους Γερμανούς και (από ποιους άλλους;) τους Κινέζους, ενώ η χρήση της δεν έχει
γενικευθεί ακόμη λόγω της σχετικά χαμηλής τιμής του πετρελαίου, αλλά
κυρίως λόγω της παγκόσμιας έκρηξης στον τομέα εξόρυξης shale gas (σχιστόλιθου),
που έχει καταποντίσει τις διεθνείς τιμές φυσικού αερίου.
Όλα αυτά τα ενδιαφέροντα βγήκαν μέσα
από μια πρόσφατη συζήτηση με
βορειοελλαδίτες επιχειρηματίες της μεταποίησης.
Οι υψηλότατες τιμές του βιομηχανικού
ρεύματος, που να σημειώσουμε είναι οι
υψηλότερες των Βαλκανίων, αλλά ίσως και της ευρωζώνης, (αν
συνυπολογιστούν παράγοντες όπως είδος καυσίμου, μέσος εθνικός μισθός,
κλίμα κοκ), συνδυασμένες με τις ιδιαίτερα υψηλές τιμές των υγρών
καύσιμων (λόγω ολιγοπωλίου ΕΛΠΕ-ΜοτορΟϊλ) και με τις σχεδόν
εξωπραγματικές τιμές φυσικού αερίου ( εδώ ισχύει η παγκόσμια πρωτοτυπία
να εξαρτάται η τιμή αγοράς της ΔΕΠΑ από την διεθνή τιμή του πετρελαίου),
συλλειτουργούν ολέθρια για την ανταγωνιστικότητα των ταλαίπωρων ιδιωτικών
ελληνικών βιομηχανιών.
Των γνωστών, αυτών δηλαδή που μέμφονται οι «σοφοί» μας επειδή δεν είναι
αρκετά... εξωστρεφείς!
Αυτά τα προβλήματα ετέθησαν μετ’επιτάσεως στον αρμόδιο υπουργό
Ανάπτυξης σε κλειστή συνάντηση του με βιομηχάνους της Βορείου Ελλάδας,
πριν από λίγους μήνες. Όταν του τέθηκε από ιδιοκτήτες βαφείων το ζήτημα της τιμής του φυσικού αερίου,
εξέφρασε συμπόνια, μα αδυναμία να παρέμβει.
Όταν του τέθηκε από κλωστοϋφαντουργίες
το ζήτημα της τιμής του ρεύματος σήκωσε τους ώμους, γούρλωσε τα μάτια κι
απάντησε: «κι εγώ τι να κάνω;», με αγανακτισμένο επιχειρηματία να του
αποκρίνεται πως μπορεί να κάνει κάτι
για την σκανδαλώδη μισθοδοσία του τεράστιου προσωπικού της ΔΕΗ.
Ο Υπουργός ψέλλισε κάτι αοριστίες περί
σωματείων, τοπικών κοινωνιών, carbon tax,
και μετά μοιράστηκε τον πόνο του, που υποχρεώνεται να συνομιλεί με
δευτεροκλασάτους διευθυντές της ΕΤΕΠ στην προσπάθεια του να φέρει
κονδύλια.
Οι επιχειρηματίες, άλαλοι, αντιλήφθηκαν πως
κάθε περαιτέρω συζήτηση ήταν
περιττή, και δεν συνέχισαν την πίεση.
Είμαι βέβαιος πως το ίδιο βράδυ,
πολλοί θα αναρωτήθηκαν ως πότε θα
παραμένουν εδώ αντί να μετακομίσουν στο φιλόξενο βουλγαρικό Πετρίτσι.
Ξαναγυρνώντας στα συνθετικά καύσιμα, που σημειωτέον παράγονται θαυμάσια και από
λιγνίτη, ιδιαίτερα μάλιστα από τα βαθέα και ασύμφορα πεδία, η παρέα των
επιχειρηματιών αναρωτήθηκε γιατί δεν εφαρμόζουμε αυτή την τεχνολογία και
στην Ελλάδα.
Η χώρα είναι πανευρωπαϊκή πρωταθλήτρια
στην εισαγόμενη ενέργεια, γεγονός που έχει μεγάλη αρνητική επίδραση στο
εμπορικό μας ισοζύγιο, όποτε θα είχε
ιδιαίτερο συμφέρον να μειώσει τις αντίστοιχες εισαγωγές.
Πέραν δε αυτού του προφανούς, θα
δημιουργούνταν και θέσεις εργασίας,
αλλά και θα μπορούσε να αναπτυχθεί ακόμη και εγχώρια σχετική τεχνολογία
αιχμής!
«Και ποιος θα τα κάνει αυτά ρε παιδιά, ο
Χατζηδάκης, που τον έκαναν τουλούμι
στο ξύλο και δεν έβγαλε κιχ;», είπε κάποιος και μας προσγείωσε απότομα.
Θυμηθήκαμε την πρόσφατη συζήτηση μαζί
του στη Θεσσαλονίκη, την αδράνεια του
σχετικά με τα ολιγοπώλια, την πανάκριβη «ιδιωτικοποίηση» της Ολυμπιακής,
την επιδέξια αποφυγή ενασχόλησης με τον ΟΣΕ, την απόλυτη στασιμότητα στο μη ευαίσθητο πολιτικά και πολλαπλά
ευεργετικό πρόγραμμα απλοποίησης διαδικασιών αδειοδότησης των
επιχειρήσεων, και σιωπήσαμε…
Ο Κωστής Χατζηδάκης είναι μάλλον άτομο
καλών προθέσεων, συμπαθούς φυσιογνωμίας,
με ενδεχόμενη πίστη στην ανοιχτή οικονομία των ίσων ευκαιριών. Δυστυχώς,
σήμερα, σε μια εποχή που απαιτεί ιδιαίτερο πάθος, μια τέτοια
προσωπικότητα πολύ απλά ΔΕΝ επαρκεί.
Έχουμε πόλεμο, χρειαζόμαστε μαχητές χαρακωμάτων,
στρατηγούς κομάντο, και ο υπουργός αυτός
είναι απλά ένας ακόμη ελαφρών βαρών επιτελικός αξιωματικός.
Οι παλαιού τύπου προσεγγίσεις, οι
μεσοβέζικες, οι δήθεν ήπιες και μετριοπαθείς, μα στην πραγματικότητα
πολιτικάντικες μέθοδοι, είναι αυτές που μας έφτασαν σ’αυτά εδώ τα χάλια.
Οι ωραίες κουβέντες, η καλή τηλεοπτική
εικόνα κλπ είναι άχρηστες όταν ένας
υπουργός δεν(;) αντιλαμβάνεται πως κάποιες ΔΕΚΟ είναι κρατικές για να προσφέρουν σε χαμηλή
τιμή τα αναγκαία προϊόντα και μέσα, που κάποιοι παραγωγικοί φορείς θα
αξιοποιήσουν, δημιουργώντας εγχώριο προστιθέμενο πλούτο. Δεν είναι
κρατικές για να μοιράζουν τα χρήματα που μαζεύουν από όλους τους Έλληνες
σε υπεράριθμους υπαλλήλους, επίλεκτους εργολάβους, προνομιακούς προμηθευτές, και
στρατηγικούς μειοψηφικούς μετόχους.
Δυστυχώς, αμφιβάλλω αν όλα τα παραπάνω
περνούν καν από το μυαλό του κ. υπουργού... που μάλλον περί άλλων τυρβάζει.
Αντίγονος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου