22.9.13

Επιστροφή στο … 1943;




Με αφορμή το γνωστό περιστατικό του Κερατσινίου, εγράφησαν πολλά για την αυξανόμενη πόλωση, την  ένταση, την αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά η ακόμη ότι κάτι πάει πολύ άσχημα στην κοινωνική πια ζωή της χώρας, όχι στην συνήθη «πολιτική» της καρικατούρα.
Η αίσθηση που έχω είναι ότι πλανάται ένα κλίμα «τελικού ξεκαθαρίσματος» πριν από κάτι μεγάλο, οριστικό, που μπορεί να είναι η ανάκαμψη η (πιθανότερο) η τελική κατακρήμνιση.




Το ξεκαθάρισμα δεν αφορά  στην μεγάλη πλειοψηφία, που μοχθεί, μετρά και ξαναμετρά τον επιμερισμό των εναπομεινασών οικονομιών της στα μέτωπα της εφορίας, της «δωρεάν παιδείας», της αξιοπρεπούς διαβιώσεως η απλώς της καθημερινής επιβιώσεως.
Πάντα έτσι ήταν.
Η κοινωνία πάντα απείχε από το «μαρμαρένιο αλώνι» των θορυβουσών μειοψηφιών, των «μπροστάρηδων του λαϊκού κινήματος» η των «εθνικοφρόνων» που κάτι ανάμεσα σε Διγενή και Νικηταρά κρατούσαν την χώρα «ελεύθερη και υπερήφανη», αλλά πάντα υποτελή και προβληματική…




Έτσι και τώρα, η φτώχεια, που πολλοί από εμάς τους διαβιούντες έξω από τις «διακεκαυμένες ζώνες» της Ζώνης του Περάματος, της άνεργης η άεργης νεολαίας της  Δυτικής Αττικής, της ευκαιριακής και σκληρής εργασίας δεν έχουμε ακόμη καταλάβει στο πετσί μας, η απόγνωση του “no future”, αργά αλλά σταθερά τροφοδοτούν υπόγειο οργασμό στρατολόγων.
Όπως  το ΚΚΕ στρατολογούσε στυγνούς εκτελεστές στην προσφυγική ΝΑ Αθήνα, στο Δουργούτι, στο Πέραμα, όπως οι κολασμένοι άνεργοι, παραβατικοί, εξαθλιωμένοι εντάσσοντο στα Τάγματα του Ράλλη η εγίνοντο «Χωροφύλακες ειδικής θητείας» στην Ειδική Ασφάλεια για ένα κομμάτι ψωμί…
Όπως τα απελπισμένα κοινωνικά στρώματα της προσφυγιάς  που «έφτυνε» η καθωσπρέπει πιθηκίζουσα «αστική» Αθήνα (Γ.Β. στην Καθημερινή: «Συμπονούμεν και συμπαθούμεν τους πρόσφυγας ως ανθρώπους και αδελφούς δυστυχήσαντας και παθόντας, αλλά δεν τους θέλομεν ούτε ως ψηφοφόρους, ούτε ως εκλογείς, ούτε ως εκλεξίμους, ούτε ως πολίτας δικαιουμένους να κυβερνήσουν την Ελλάδα» ») επύκνωσαν τις γραμμές της ΕΠΟΝ και του ΕΛΑΣ Αθήνας, όπως οι λούμπεν άνεργοι του Πειραιά έγιναν Γερμανοτσολιάδες…
Έτσι και τώρα, γύρω από σκληρούς ιστορικούς πυρήνες στοιχισμένους κάτω  από τα Τοτέμ τους, από το βαριά προσβεβλημένο από ιστορικό Alzheimer ΚΚΕ, από τους νοσταλγούς της «επαναστάσεως» που έφερε τους Τούρκους στην Κύπρο, από τους ανιστόρητους που βλέπουν στα απομεινάρια της τρομοκρατίας την … ΟΠΛΑ και τον Βελουχιώτη και γράφουν «ποτέ πια Βάρκιζα», από τους ηλιθίους που τρέφονται με «Ελ», Σείριο και «Αίμα, τιμή» συντάσσονται  σε ανησυχητικές ομάδες και συμμορίες άεργοι, άνεργοι, ανεγκέφαλοι και απελπισμένοι.
Στις ίδιες γειτονιές, αναμασώντας το μπλόκο της Κοκκινιάς και το «κάστρο της Χ στο Θησείο», έξω από τους προβληματισμούς και τις αγωνίες των πολλών, στήνεται ένα σκηνικό εμφυλίου πολέμου.
Όπως στον ΕΑΜοκρατούμενο Βύρωνα, δεν μπορεί να κυκλοφορεί πια αστυνομικός η κουρεμένος, αθλητικού παραστήματος πολίτης χωρίς να διακινδυνεύσει την σωματική του ακεραιότητα.
Το ΑΤ Κερατσινίου, εδέχθη επίθεση ανάλογη της Δεκεμβριανής επιχειρήσεως αφοπλισμού των αστυνομικών τμημάτων από τον ΕΛΑΣ Αθήνας…
Η Χ(Α) προέβη σε στρατιωτική επιχείρηση, σε κανονικό «μπλόκο» – ο Μπουραντάς  έλειπε μόνον – για μια παραξήγηση καφετέριας με «ιδεολογική» χροιά ενός ράπερ και μιας παρέας ποδοσφαιρόφιλων… Έλεος !
Ο κόσμος έχει αλλάξει και οι πόλεμοι, όλοι οι πόλεμοι είναι πια θέμα «ειδικών».
Στην περίπτωση μας, πάμε για έναν πόλεμο «ειδικών της βίας» από κάθε πλευρά, με μια βασική διαφορά από το 44, όταν και πάλι οι πολλοί απλώς πεινούσαν, αγωνιούσαν και περίμεναν την λύτρωση ενώ οι τότε «ειδικοί της βίας» κρέμαγαν αντιπάλους σε σταυροδρόμια, βασάνιζαν σε υπόγεια πολυκατοικιών η άδειαζαν τα schmeisser που έκρυβαν κάτω απο τις μακριές καμπαρντίνες της «Στενής Αυτοάμυνας» στους «αντιδραστικούς»…
Τώρα για λόγους που παρέλκουν να αναλύσωμε, η εξειδίκευση της βίας έχει απλωθεί σε τρομακτικό βαθμό, τώρα υπάρχει η αδιάλειπτη ροή όπλων και πυρομαχικών από την Αλβανική και την Γεωργιανή μαφία, τώρα υπάρχει ώσμωση αμφοτέρων των «στρατοπέδων» με την νύχτα, την παρανομία και το ποινικό έγκλημα.
Εκτός από την ευκολία προμήθειας «κανονικών» πολεμικών όπλων, ας σκεφθούμε ότι εργαλεία και μικρές εργαλειομηχανές που το 40 ήταν αδιανόητο να ευρεθούν εκτός  οργανωμένου, βιομηχανικού μηχανουργείου διατίθενται  έναντι ολίγων δεκάδων η εκατοντάδων ευρώ στα καταστήματα, ότι πλήν της ραβδώσεως μιας κάννης όλα τα άλλα είναι εφικτά και πραγματοποιήσιμα με «συνταγές» από το ίντερνετ…
Ότι υπάρχουν διαθέσιμα ηλεκτρονικά – πολλαπλασιαστές ισχύος, απρόσκοπτες επικοινωνίες με κινητά και «κοινωνικά δίκτυα» που ούτε η Βέρμαχτ δεν διέθετε τότε, ότι υπάρχουν οπτικά μέσα από κιάλια νυκτός έως αποστασιόμετρα λέιζερ,διόπτρες και σκοπευτικά κουκίδος  έναντι ευτελούς τιμήματος.
Γίνεται αντιληπτό για τι είδους και ποιάς εντάσεως σύγκρουση πρόκειται εάν συνεχισθεί το κλίμα αυτό, εάν τα στραβοκυτάγματα στις γειτονιές, οι πάσης φύσεως φθόνοι και ματαιώσεις της κεφετέριας, η στέρηση από τα θεωρούμενα «αυτονόητα» καταναλωτικά αγαθά αναβαθμισθούν και επικαλυφθούν με «ιδεολογική» χροιά ;
Τα …βιογραφικά των «ειδικών της βίας» ξετυλίγονται  αυτές τις ημέρες στα βοθροκάναλα και στο διαδίκτυο.
Δεν έχει αλλάξει ΤΙΠΟΤΕ από το 43 – 44 !
Ο «ανακριτής» της Ελένης Παπαδάκη ήταν … καρβουνιάρης, ο Μακαρώνας που την δολοφόνησε μπακάλης από τους Ποδαράδες…
Τα Τάγματα στρατολογούσαν μεταξύ ανέργων, ευκαιριακών «χαμάληδων» στο λιμάνι, αλητών και μακαντάσηδων στην ευρύτερη περιφέρει του Πειραιά…
Αυτά τα μίζερα κατακάθια μιας Αθήνας που μόλις άρχιζε να αστικοποιείται, που δεν είχε προλάβει να ενσωματώσει την προσφυγιά, που κατεκλύζετο από τότε από τα βαφτιστήρια, τα «ανήψια» και τις υποχρεώσεις των κομματαρχών, που έφερναν καραβιές ανέργων και αέργων από την νεολιθική επαρχία στο Άστυ αιματοκύλισαν την πόλη από τον Σεπτέμβριο του 43 έως τον Φεβρουάριο του 44 και έως τον «κόκκινο» Δεκέμβριο. Από αυτό τον συρφετό προέκυψαν ο καπετάν- Ορέστης και οι συμμορίτες της Χ.
Παλικογιάννηδες, Πατέληδες και ΣΙΑ μας πάνε κατευθείαν σε ανάλογο μακελειό εάν τα πράγματα αφεθούν στην «κρίση» τους. 



Και όσο θα συμπλέκονται νύκτωρ οι συμμορίες, όσο οι τρομοκρατημένοι πολίτες θα χαζεύουν τα κατορθώματα τους στα κανάλια, στο φώς της ημέρας θα χαλκεύονται νέα δεσμά για την χώρα και τον πλούτο της, θα απομακρύνεται το όραμα της ανακάμψεως και θα ανοίγουν οι ορέξεις των γειτόνων μας.
Εισαγγελείς και ΕΛΑΣ είναι αδύνατο να ανακόψουν τον κατήφορο αυτό, που τρέφεται υπόγεια από την εμφυλιοπολεμική κουλτούρα και την εθνοκαπηλία τριάντα χρόνων. Προφανώς δεν ανακόπτεται και με κηρύγματα ομόνοιας, «ιστορικίζουσες» αναλύσεις και «εξηγήσεις» του ανεξήγητου.
Γιατί είναι ανεξήγητο ποιός ψυχικός μηχανισμός έκαμε τον εύελπι Παπαγεωργίου να πιστεύει ότι υπερασπίζει το κοινωνικό καθεστώς και την χώρα βγάζοντας νύχια αριστερών για λογαριασμό της Γκεστάπο…
Είναι ανεξήγητο ποιά ψυχανωμαλία οδήγησε  παρτιζάνους που πολέμησαν τον ξένο κατακτητή να σφάζουν με κλαδευτήρια γιατρούς, δικηγόρους και φαρμακοποιούς  στην Πηγάδα, έτσι, επειδή «ήταν αντιδραστικοί»…
Οι λιγοστές απόπειρες ψύχραιμης αναλύσεως του 43 – 49 πάσχουν γιατί εν κατακλείδι παραμένουν «στρατευμένες».
Ίσως έτσι πρέπει να είναι, η απόφαση συνήθως είναι στρατευμένη, πηγάζει από το κοσμοείδωλο της κάθε υπάρξεως και ποιός είναι αυτός που μπορεί να δηλώσει ότι αποκόπηκε από τον «προκαταρκτικό κόσμο» του Δεκέμβρη και του ανταρτοπολέμου, ότι ψυχρά και παθολογοανατομικά μελετά την Ιστορία ;
Τουλάχιστον ας μήν την επαναλάβουμε χαζά, ανώριμα και αυτή τη  φορά χωρίς επιστροφή.
Με λίγα λόγια, να σταματήσουμε τους Ορέστηδες και τους Πλυτζανόπουλους πρίν να είναι αργά.
Με την ηρεμη, ήπια δύναμη των πολλών, με την αδιαφορία και την περιφρόνηση στα κελεύσματα των βρυκολάκων.

Parsifal

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου